Ο ΦΟΒΟΣ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ
Θα έρθει άραγε ποτέ η ώρα που θ’ ανακαλύψουμε
τον εξωπλανήτη της επιβίωσης μας;
Τόσοι σύντροφοι μας χάθηκαν
ανάμεσα σε κομήτες και αστεροειδείς
και άλλους τόσους τους ρούφηξαν
αδηφάγες μαύρες τρύπες
Ξεφύγαμε απ’ την τελική καταστροφή της υδρογείου
μα φοβόμαστε πως θα σβηστεί η ύπαρξή μας εδώ
στη μέση της αιώνιας νύχτας
Οι δρόμοι των άστρων
πέφτουν με ορμή επάνω μας,
γρονθοκοπώντας τις ζωές μας
Οι φωτογραφίες των αγαπημένων μας προσώπων
τινάζονται ψηλά στο άπειρο, στο πουθενά
Οι μνήμες μας πετούν δακρυσμένες
με πίκρα στο μαύρο στόμα της ανυπαρξίας τους
Θα τις ξαναβρούμε άραγε,
όταν φθάσουμε επιτέλους
σε κάποιον άγνωστο μα φιλόξενο πλανήτη;
ΑΣΤΡΟΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΕΣ
Ο αστροταξιδευτής είναι ένας κρεμασμένος
από σχοινί δεμένο επάνω απ’ το σώμα της Γης
Μετεωρίζεται πιο ψηλά απ’ τα χαλάσματα
της μολυσμένης υδρογείου
που τη γλεντούν φωτιές
και αέρια δηλητηριώδη
αιώνες τώρα
Ο ταξιδιώτης του διαστήματος
είναι εκτεθειμένος μπροστά στο στόμα της φυγής
Χωρίς χέρια προσπαθεί να πιαστεί
από έναν αβέβαιο προορισμό
Αισθάνεται το κορμί του χτυπημένο
από κομήτες και αστεροειδείς,
το κεφάλι του να αιωρείται
Εκκρεμές νιώθει ενός συμπαντικού ρολογιού
ανάμεσα σε γαλαξίες χωρίς μάτια και καρδιά
Αγγίζει μια την ύπαρξη
και μια την ανυπαρξία