dav

Δεκαπενταύγουστος

Η μαμά ετοίμασε το ταψί με το παστίτσιο

εμείς ντυθήκαμε

    –  πουκαμισάκια κοντομάνικα κι εγώ φουστάνι

θα πηγαίναμε στη βεράντα της γιαγιάς να φάμε

μέρα γιορτής, την ψευτογιορτάζαμε ως Μαίρη

αν και τη βαφτίσαν Μανουσάκα,

όλοι έτοιμοι να περιμένουμε τον μπαμπά να κλείσει το ταξί νωρίτερα

η πόρτα ανοίγει

ο μπαμπάς μας πετυχαίνει με το ταψί πίσω απ’ την πόρτα

    –   εγώ κρατούσα μία γλάστρα, νομίζω βουκαμβίλια

και μας το ξεφουρνίζει:

«πέθανε η γιαγιά».

Πέρασαν τόσα χρόνια κι ακόμη δεν μου φεύγει απ’ το μυαλό

πως νιώθοντας την αγάπη μας για τη γιαγιά τη Μαίρη,

η Βικτώρια αποφάσισε δεκαπενταύγουστο να φύγει.

Έτσι, για να ‘ναι κάπως σίγουρη πως πάντα θα τη μνημονεύουμε.