Ξένια Παπαδοπούλου

Το κάλεσμα του φασιανού

Εκδόσεις Ηριδανός 2015

του Στάθη Ιντζέ

Η ποιητική συλλογή, «Το κάλεσμα του φασιανού», τής Ξένιας Παπαδοπούλου, αποτελείται από 18 ποιήματα. Αλλά, προφανώς δεν πρόκειται για έλλειψη ποιητικής παραγωγής ή κάποια συνθετική δυστοκία, παρά για καλλιτεχνική αυστηρότητα. Αυτό το δείγμα γραφής, που κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Ηριδανός, διατρέχεται από ένα κοινό ρεύμα, που στην πραγματικότητα είναι οι εμπειρίες της ποιήτριας, σε συνδυασμό με κάποιες πολύ χαρακτηριστικές, εκφραστικά, εικόνες. Διαβάζω σε ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ότι «ο Φασιανός είναι γένος πτηνών με καταγωγή από την Ασία. Σήμερα, με την ανθρώπινη παρέμβαση, το πτηνό έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο». Οι εμπειρίες τής Ξένιας Παπαδοπούλου που αποτυπώνονται στα ποιήματά της, είναι κυρίως ταξιδιωτικές, καθ’ ότι πολυταξιδευμένη η ίδια και έχει διαμείνει για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο εξωτερικό. Έτσι επιτυγχάνεται η αναγωγή αυτών των εμπειριών μέσα στην ποίησή της. Περιπλανιέται στους τόπους που έχει επισκεφτεί και έχει διαποτιστεί από τις εικόνες που έχει συναντήσει. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα με τίτλο «Νωπογραφία σε Αιγυπτιακό μπλε» όπου η ποιήτρια «παθαίνει ναυτία στους δρόμους του Καΐρου» ή στο ποίημα με τίτλο «Παραπόταμος του Νείλου» όπου «όλα ξεκίνησαν στον μεσημεριανό καφέ… …σε μια αποικία για αρχαιολόγους»

Η ποιητική της συλλογή ξεκινάει με το ποίημα «Με μια τουφεκιά» όπου παρομοιάζει την αντίθεση ανάμεσα στο φαινόμενο Ντόπλερ και το πινγκ πονγκ, με τις δεσμεύσεις στο κάλεσμα του φασιανού.

Στα επόμενο δύο ποιήματα, συναντούμε τις λέξεις κυνήγι, κυνηγός, θήραμα, ήχος ζευγαρώματος που κάνουν το βιβλίο να διαπνέεται από εικόνες και περιγραφές που παραπέμπουν στο συμπαθές πτηνό, για το οποίο μιλήσαμε πιο πριν.

Μέσα στα ποιήματά της υπάρχουν στίχοι που δεν είναι συνηθισμένοι και δεν συναντώνται συχνά στα πρωτόλειά των ποιητών. Διαβάζουμε στο ποίημα «Υδατογραφία»:

Στις σχολές καλών τεχνών
ασύμμετρα πρόσωπα
γεννούν δύστροπες θηλές
οι φοιτητές-
βάζουν πάτους στα παπούτσια
πάτους στα μπουκάλια και
φτιάχνουν καλειδοσκόπια
σε σκοτεινούς φωταγωγούς

Ερχόμαστε σε επαφή με μια ποίηση εξωτερικής εστιάσεως, όπου το βίωμα συνδέεται με τον τόπο και την περιήγηση της ποιήτριας σε αυτόν:

Όταν έσταξαν τη μονάστερη μπύρα στην διψασμένη έρημο
έσβησα
έσβησα στην Πέμπτη Λεωφόρο
Η σωρός μου σύρθηκε απο τη γη των μορμόνων
στην Κοιλάδα του Θανάτου για να καταλήξω
στις φωτιές του δυτικού Τέξας

γράφει στο ποίημα «Στον πρωινό μου εραστή» και αναφέρεται σε τόπο στον οποίο έχει διαμείνει.

Συνεχίζοντας την ανάγνωση, γινόμαστε μάρτυρες μια θεματικής «εμμονής» με το λευκό: «σε λευκό τοίχο σφαγείου», «με λευκό τοξικό σπρέϋ», «συναντήσαμε το κάθετο λευκό που μαυρίζει τα σκαλπ». Κι άλλοτε «Ψάχνουμε τόνους του γκρι» ή «κυνηγάμε το απόλυτο σκοτάδι», για να έρθει «Ένα κορίτσι με κόκκινο κραγιόν και να βάλει φωτιά στην κόκκινη κάντιλακ».

Στο ποίημα με τίτλο «Πολιτεία Τσιουάουα, Βόρειο Μεξικό» παρατηρείται μια μαθητεία της ποιήτριας στους ποιητές της γεννιάς των μπιτ. Διαβάζουμε:


Ο Αθανάσιος Διάκος είναι το αλάτι της ζωής. Η έρημος είναι απέραντη και
ο τροπικός του καρκίνου λάμπει σαν το χρυσόμαλλο δέρας. Το αίμα στα χέρια του εκδοροσφαγέα δεν είναι Γαλατικό. Η αντιλόπη που ονομάσαμε Don έχει μισοφαγωμένα πλευρά. Της επιτέθηκε ένα πεινασμένο πούμα. Κάθε απόψε πενήντα αστέρια φλογίζουν την ατμόσφαιρα προσφέροντας ένα θέαμα ανεπανάληπτο. Η Μαρία Μαγδαληνή σνίφαρε αστερόσκονη, η Ιωάννα της Λωραίνης μπαρούτι

Στίχοι ακόμα και για έννοιες τετριμμένες, όπως η θάλασσα. «Η ταύτισή μας είναι παραθαλάσσια» γράφει στο ποίημα «Ταβάν Ταμπουρού» ενώ «πεινασμένες γάτες/ μαθαίνουν κολύμπι/ στ’ ανοιχτά» στο ποίημα με τίτλο «Υδατογραφία».

Αποφεύγει, με αρκετη δεξιοσύνη, οποιαδήποτε ανεδαφική λυρική και συναισθηματική  διάχυση και καταφέρνει να περιορίσει τον ερωτισμό σε στίχους που θα συνταντούσαμε σε κάποιον ποιητή της γεννιάς των μπητνικ. «Ο σεξουαλικός ιδρώτας των κορμιών, γράφει,  έσταζε πάνω στο Ουρλιαχτό». Εδώ πρόκειται για μια αναφορά στο Ουρλιαχτό του Άλλεν Γκινσπμεργκ, ο οποίος υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της «Ιερής Τριάδας» των Μπίτ μαζί με τους Κέρουακ και Μπάροουζ, και βασικός εκπρόσωπος της γεννιάς εκείνης.

Όπως, αναφορά στον ίδιο ποιητή γίνεται και στο ποίημα «Στον πρωινό μου εραστή», όπου η ποιήτρια «φύλαξε τη φωτογραφία του Άλεν στο ψυγείο».

Ο συσχετισμός τής Ξένιας Παπαδοπούλου με τη γεννιά των μπητνικ δεν είναι τυχαίος. Στο έργο της αντιδρά στις φόρμες του μοντερνισμού. Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο που κινέται στο μεταμοντέρνο και μια ποίηση ελευθερόστιχη με τολμηρές φόρμες, όπως στο ποίημα «Προορισμός Ηammarkullen». Παρατηρούμε στο ποίημα αυτό ότι στο δεύτερο σκέλος του, η ποιήτρια χρησιμοποιεί τον τρόπο με τον οποίο ανοιγοκλείνει το κλείστρο μιας φωτογραφικής μηχανής, για να συνθέσει το ποίημα. Κύριο χαρακτηριστικό τής γεννιάς των μπιτ, υπενθυμίζουμε, είναι η απόρριψη των καθιερωμένων αφηγηματικών αξιών:

κόκκος χιόνι αυτοκινητόδρομος δάσος κλικ
τσιμέντο κλικ σκίαση
φως κλικ γήπεδο πατίνια
πάροδος κλικ πάροδος
κλικ πάροδος απέραντη σιωπή
όνειρο κλικ όροφος όροφος όροφος
κλικ θέα απο παιδική χαρά
σε δύσπεπτους μιναρέδες

Οι δε μπίτνικ αντέδρασαν ενάντια στον κονφορμισμό:

κουράστηκα να ματώνω τα ούλα
φεύγω
φεύγω
αλλά δεν
φρονιμεύω

διαβάζουμε στο ποίημα «Αβάτεφ».

Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως η ποιήτρια συνομιλεί και με τον Γκινσμπεργκ, έστω και ασυναίσθητα. Ακολουθεί απόσπασμα από το ποίημα «Πίσω στην Τάιμς Σκουέαρ…» του σπουδαίου Αμερικάνου ποιητή:

Αφήστε κάποιον θλιμμένο τρομπετίστα
να σταθεί στους άδειους δρόμους την αυγή
και να φυσήξει ένα ασημένιο ρεφρέν
στα κτίρια της Τάιμς Σκουέαρ,
εις μνήμην δέκα χρόνων, στις 5 το πρωί
με το λεπτό λευκό φεγγάρι μόλις
ορατό
πάνω απ’ τα πράσινα και υπερυψωμένα γραφεία
των Μακ Γκρόου – Χιλλ
ένας μπάτσος περνάει, μα είναι αόρατος
μέσα στη μουσική το
υ

Και η απάντηση της ποιήτριάς μας στο ποίημα «Σκότωσέ το Πάτι» όπου:

Ο άνθρωπος σαξόφωνο αυτοσχεδιάζεται
κρατάει τις σωστές διάρκειες στη μνήμη
και αφήνει πίσω οτιδήποτε περιττό
βουτάει εκεί που ίσως πνιγεί
και κάνει πεταλούδα.

Τέλος, ολοκληρώνοντας τον συσχετισμό της με την μπιτ γεννιά, σημειώνω ότι αναφορά στην μπιτ λογοτεχνία βρίσκουμε ακόμα και στον στίχο «μακάρι στο ραδιόφωνο να ακούγαμε πάντα τζαζ» στο ποίημα «Με μια τουφεκιά», λαμβάνοντας υπόψη ότι ο όρος μπιτ, δημιουργήθηκε μεν από τον Τζακ Κερουάκ, αλλά σημαίνει κτύπος, ρυθμός και συνδέεται με τον ρυθμό της τζαζ.

Παρόλο αυτά δεν λείπουν οι συνειρμοί και κάποιες ελλειπτικές εικόνες από την ποίηση της, καθώς «η ζωή, στο ποίημα με μια τουφεκιά, μεταδίδεται με κύματα ερτζιανά ενώ οι δεσμεύσεις αντιτίθενται στο κάλεσμα του φασιανού».

Υπάρχει, σε μικρή δόση μια γενική αοριστία, σαν να γυρεύει το ποίημα να εξαπλωθεί πέρα από τα όριά του και να μην μπορεί να ενσωματώσει τις κατάλληλες λέξεις στον κορμό του: «άχυρο και λάσπη σε/ υποστήριγμα πλεξιγκλάς/ για λευκά μονόχρωμα/ σε λευκό τοίχο/ σφαγείου.» γράφει ή στο ποίημα «Την ώρα του λύκου» όπου γράφει επίσης «τις παγίδες του τυφλού νερού/που σου σπιρουνίζει την πλάτη»

Αλλά ίσως πάλι, να πρόκειται για μια φάρσα της ποιήτριας καθ’ ότι γράφει στο ποιήμα «Σκότωσέ το, Πάτι»:

Κυρίες και κύριοι,
Κάθε ποίημα έχει μια κεντρική ιδέα,
εσωτερικό ρυθμό και κλείσιμο.
Σε αυτήν την ποιητική παραφωνία
θα σας συνοδεύσουν o άνθρωπος σαξόφωνο,
ο άνθρωπος αλεξίπτωτο
και ο Χάρυ
.

Η Ξένια Παπαδοπούλου, είναι μια από τους εκφραστές της σύγχρονής γενιάς αν και λείπει, ακόμα, η αίσθηση της πλήρους οικονομίας. Μ’ αυτό δεν θα ήθελα να πιστέψει κανείς πως στα ποιήματά της υπάρχει μια ακατάσχετη φλυαρία. Αντιθέτως, το βιβλίο της είναι από τα αξιόλογα της χρονιάς που κυκλοφόρησε, τουλάχιστον απ’ όσα έχω διαβάσει. Ωστόσο δεν θα ήθελα να προτρέξω σε βιαστικά προγνωστικά για το μέλλον της γραφής της. Πρόκειται, μόλις, για το πρώτο της βιβλίο και αν μη τι άλλο με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται και μια προσμονή για το επόμενό της βήμα.

το κείμενο διαβάστηκε στην παρουσίαση του βιβλίου