ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ, “ΠΕΡΙ ΒΑΘΟΥΣ”,

εκδόσεις “αντίποδες”, 2015

Η
ποιητική ασφυξία και ο κενοφιλόδοξος συνωστισμός δεν βοηθάνε ποτέ και σε
τίποτα. Πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για ζητήματα που δεν υπόσχονται και
δεν αποφέρουν αθανασία (γιατί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει) και ως εκ τούτου υπάρχει
η απελευθερωτική δυνατότητα να λειτουργήσουν ως ευαγώς ματαιόδοξα. Αντιθέτως
δροσερές και ευάερες ενατενίσεις οξυγονώνουν κάθε μας προσπάθεια τρωική και
διευκολύνουν την καταπολέμηση του άγχους επιτυχίας. Γιατί ποτέ δεν αξίωσε η
ποιητική γραφή διαγωνισμούς, ποτέ δεν έθεσε στο ανύπαρκτο τέρμα της βάθρα
δαφνοστεφανωμένα. Εμείς τα ονειροφανταζόμαστε και αντιμαχόμαστε σκληρά (με
στίχους και με δόντια) για την κατάκτησή τους. Ας το θέσουμε ως αρχή. Τίποτα το
επικερδές δεν (μας) κομίζει η ποιητική τέχνη. Πρόκειται μόνο για την υψιπετή
πολυτέλεια που πηγάζει από το μυαλό και το σώμα. Στο “περί βάθους” του Πόουπ
(σε μετάφραση των Θ. Δρίτσα και Κ. Σπαθαράκη) καταγράφεται από τον Πόουπ μια
ευρηματική, οξύτατη και έμπλεη ειρωνείας μέθοδος γραφής ποιημάτων που μπορούν
να διεκδικήσουν αξιώσεις μεγαλείου χωρίς εν τέλει να είναι κάτι το
αξιοπρόσεκτο. Σημάδι όχι μόνο μιας εποχής. Όμως το κείμενο του Πόουπ, άμα το
δείτε από την αντίστροφη μεριά της πλέξης του, δεν ειρωνεύεται τόσο (ή μόνο)
την εύκολη και επιπόλαια γραφή στίχων, που προβάλλονται από τους γραφείς τους
ως ποιήματα, μα πιότερο είναι μια καταγγελία για την, εκ μέρους ουκ ολίγων,
αναίσχυντη εκμετάλλευση της ποίησης (και την ως έρμα φορτική αγκίστρωση σ’
αυτήν) για την διάσωση των απέλπιδων και, ως επί το πλείστων, νεφελόπληκτων
υπάρξεων τους. Η αξία του κειμένου του Πόουπ είναι σαφώς διαχρονική αφού
φαίνεται πως πάντα προσελκύουν οι χρηματιστηριακές ποιητικές φούσκες, αυτές που
πρόσκαιρα χαρίζουν γοητεία και φήμη, αφού, καθώς το λέει ο Αλεξάντερ Πόουπ:
“…η σκοτεινότητα χαρίζει κάτι το θαυμαστό, και προσδίδει μια σιβυλλική
μεγαλοπρέπεια σε λόγια που δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα.”.