Αστεροειδής
φρένας
θεὸςἄγει πρὸςἄταν
― Σοφοκλής
Σχεδόν γυμνή, μ’ εκείνα τ’
απίστευτα πόδια σου,
φορώντας γιρλάντα, αυτιά
πονηρού κουνελιού,
μακριά απ’ το σώμα, μακριά
απ’ την πείνα,
σπέρνεις ανέμους
αλαλιασμένη.
Καμία αντανάκλαση δεν άντεξε
τη φυλακή σου.
Αστέρι που το σταύρωσαν
δυο κόκαλα.
Η μητέρα σου φόρεσε μαύρα
γυαλιά,
οι καθρέφτες αλλαξοπίστησαν.
[Κλείνουμε
το διακόπτη.]
Αλλά εσύ
ανεβαίνεις,
ανεβαίνεις.
Όπως ο
βράχος,
ψηλώνει,
ψηλώνει.
― Κι ούτε ένα
άστρο η νύχτα,
πατέρα.
Στην υποψία τεντώνεις το
αυτί.
Παίρνοντας πόζα,
αρχίζεις να
πέφτεις.
*
Από
το βιβλίο Χορευτές (Κέδρος 2014),
ενότητα «Μαριονέτες», σ. 19-20.