Ι.
Τόσο γαλάζιος ο
ουρανός! Πώς να
τον ζεστάνω;
Αναρωτήθηκε κι ευθύς
ζωγράφισε ένα
γκρίζο σύννεφο να
εκλιπαρεί αγάπη…
[***]
σαν γαλάζιο που ξεβάφει
πόση υπομονή να στριφώνεις
τις μοναξιές του κόσμου
να διπλώνεις τις ανησυχίες του
τις αγωνίες
πόση επιμονή να συνθέτεις συμμετρικά τις επιδιώ-
ξεις, τις επιθυμίες, τις αντιρρήσεις, τις διαφωνίες
η εμμονή από την άλλη να τοποθετείς αντικριστά
τις λεπτομέρειες για να συνάξεις συμπεράσματα
και να ορίσεις πορεία
να πιστέψεις
να ερωτευτείς
ν’ αγωνιστείς
κι ας γράφονται λάθος οι λέξεις
θα έχουν την αιτία τους
όλα χρειάζονται
κι η άσκηση αυτή να ταιριάσεις τα σοσόνια
τι νομίζεις;
εύκολο είναι;
να μη στραβώσουν οι γραμμές της ύφανσης
να μη ξεχειλώσουν τα λάστιχα
στο μήκος να ταιριάζουν
οι φτέρνες να ’ναι η μια μέσα στην άλλη
κι ύστερα… αυτή η λεπτομέρεια
οι δαντελίτσες στο τελείωμα…
να αγγίζονται σαν κεραμίδια
σαν να μαρτυρούν την αγάπη και την έγνοια
τι νομίζεις;
εύκολο είναι;
όλα χρειάζονται
όλα χρειάζονται για να ’χεις εκείνη τη μέρα ν’ ακου-
μπήσεις όταν θα έρθει η ώρα σου να ψιθυρίσεις
όπως εκείνος στον Κεμάλ,
ποτέ αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ._
[* * * * ]
υπόθεση βεληνεκούς
Διέχυσα τη μελαγχολία μου
σε μια μολότωφ που δε μπορούσα να πετάξω
Η περιαρθρίτιδα βλέπεις
δεν θα επέτρεπε παρά μια βολή
με ελάχιστο βεληνεκές εμπρός μου
πράγμα που θα ενέτασσε την πράξη
στις αυτοκτονίες
Κι αυτό, θα τροφοδοτούσε με τη σειρά του
όσα κατά βάθος επιθυμούσα να κάψω
Έτσι, αρκέστηκα να την αφήσω σε μέρος
που να βρεθεί από σένα
Κι όταν μ’ αυτή έπαιξες τον ήρωα που τιμωρεί
κρυφογέλαγα ευχαριστημένη
έστω κι αν
μαζί της πυρπολούσες κι εμένα ._
[* * * * ]
εφιάλτης
κι αυτή η ψυχή…
υπό διωγμό.
να σώσω προσπαθούσα
τη πεθαμένη ήδη μάνα μου
από το να πεθάνει ._
[* * * ]
νυχτώνει
πια νωρίς
νύχτωσε17°C
ένα φεγγάρι σε άλμη
και το τριφύλλι να
επιμένει στη γλάστρα
όμορφα
συντυχαίνουν οι καιροί
χειμώνας παρά κάτι
κι η αυγή γεννά
μέλλον ακόμη._
[***]
ανενδοίαστα υπερβολικό
η νύχτα φορούσε λουλούδια στα
μαλλιά
κι ένα τσιγάρο ντελικάτο στα δάχτυλα ανάμεσα
οδήγησε μια παλιά Σεβρολέτ στο
δρόμο προς το
Κάϊρο
κι ευτυχώς! πάτησε εγκαίρως φρένο
μπροστά σ’ έναν ήλιο ασθμαίνοντα υποταγή στην
υγρασία του τόπου
το γάλα έσταζε απ’ τη κατσαρόλα
κι εκείνη γύρισε τον πίνακα ανάποδα
για νά ’βρει το γεγονός δικαιολογία
η ανάμνηση έπεφτε νεκρή
όταν κάποιο όπλο εκπυρσοκρότησε αυτεπίστροφα
ευλογημένοι οι χρόνοι που γεννούν
καρποφο-
ρούσα μια σιωπή ._
[* * * ]
δεν υπάρχω
Ειμ’ η σκιά μιας
Άνοιξης που δεν καρποφόρησε
Το σώμα τζίτζικα
σε χειμασμένη γη
Πέτρα θηραϊκή
σε μαύρο τέμπλο ζωγράφου
Είμαι τ’ όνειρο
μιας άγνωρης ζωής
το κορμί ράφτρας στη Καμπούλ
Η άμμος που σ’ αγκαλιάζει
στη παγωμένη στέπα της Σιβηρίας
Δεν υπάρχω
Είμαι το φιλί απ’ τα χείλη της Ιουλιέτας
που δε πήρες ποτέ
Οι Λαιστρυγόνες που δεν συνάντησες
Ο Όμηρος στα παραμύθια του παππού
Χάνομαι στους βυθούς
δυο μαύρων ματιών
Εικόνα Παναγίας Καμένης ._
[* * * ]
ένα ποίημα κι ένα ρόδι λεκές
στην κατηφόρα της τσουλήθρας
στιχηδόν
[επειδή οι σκέψεις δηλώνουν
αδυναμία
να στοιχηθούν οι λέξεις]
α! να παίζουν οι λέξεις το κρυφτό
και πως τα νοήματα ν’ αλλάζουν
με τούτον και τον άλλο προσδιορισμό
ν’ αντιμάχονται στην κυριαρχία!
κι άλλο α!
στο δίκιο πού ’χαν οι λέξεις
να σε κρατούν ώρες κοντά τους
να πολεμάς νοήματα να δώσεις στα περιεχόμενα
διαλέγοντας επίθετα προσεχτικά και όρους
σκυμμένος πάνω τους σα μύστης
ορθολογιστής εσύ και τελεστής
κι εγώ
όπως μ’ αποκάλεσες
στιχοπλόκος της λεξιλαγνείας
ακατάλληλη για τους καιρούς
κι αυτοί!
ανήλικοι να παραμένουν στους αιώνες
παιδιά που παίζουν
σαν κορίτσια:
“η Μαρία, μάννα, μ’ έχει φίλη”
και την άλλη πάλι, όχι
ή σαν αγόρια…
να χτυπιούνται
στ’ όνομα της ηθικής της μάννας τους
των άλλων αμφισβητώντας
κι ύστερα πάλι
να βαφτίζονται σε μια φιλία
επιρρεπή στην αμφιλογία…
μικροί τιτάνες
ορίζοντας και διεκδικώντας την επικυριαρχία…
κάπου ξεχάστηκε ένα ακόμη, α!
μερικοί λένε πως το είδαν να παίζει
στις τσουλή-
θρες της παιδικής χαράς
άλλοι πάλι ισχυρίζονται πως σταμάτησε κρεμα-
σμένο στο βυζί της μάννας του
να με κοιτά ρουφώντας με δύναμη
μεγάλες γουλιές γάλα
…ένας κότσυφας μαρτύρησε πως το είδε
να παίζει
“βαρελάκια” στη κατηφόρα της πέρα γειτονιάς
η μάννα του, τού έχει απαγορεύσει να πηγαίνει
κείθε, ψιθύρισε ένας σπουργίτης κι ύστερα πέταξε
να πάει να το βρει
ένα μυρμήγκι έμοιαζε κάτι να κρύβει στη μικρή
κοιλιά του
σπόρος ήταν
τελικά το α! βρέθηκε!
σε μια τούφα μέσα στα γνήσια μαύρα μαλλιά σου
να αυθαδιάζει στη λευκότητα των δικών μου ._