Της Λέξις

Και διάβαζα ποιήματά της

Και μου άρεσαν

Και τα ποθούσα

Και ήθελα να τα φάω

Και ήθελα να χρησιμοποιήσω μόνο τα χέρια μου

Και να σκίζω τα νύχια μου μέσα τους

Και διάβασα τα σχόλια

Και τον αγαπούσε

Και αγόρασα το βιβλίο του

Και με άφησε ανοιχτή

Και τον αγάπησα κ’γω

Και το είχα μαζί μου στο αστικό

Και τον είχα μαζί μου στην τσάντα

Και δεν καταλάβαινα πως γινόταν να μην είναι γυμνός

Και δεν ήξερα πώς να αγαπήσω

Και αγαπούσα τόσο αληθινά

Και ήρεμα

Και χυδαία

Και έμοιαζα με παιδί

Και γλίτωσα από τα παιδιά προ πολλού

Και ήταν νωρίς να φύγω

Και ήταν αργά να μείνω

Και διάβασα τα ποιήματά της

Και διάβασα τα ποιήματά του

Και έφαγα ραβανί με παγωτό

Και χάρηκα γι’ αυτό

Και κάπνισα πολύ

Και ήτανε το πάντα του τότε

Και γίνεται ο κύκλος

Και δεν σημάνει ποτέ 12

Και υπάρχω έκφυλα

Και αλληθώρισα κοιτώντας τις λέξεις

Και πετάχτηκα

Και αντέγραψα

Και φώναξα

Πέφτεις Λέξις

Λέξις πέφτεις

Και  έπεσε η Λέξις

Και ξόδεψα την κάρτα μου

για να καλέσω ασθενοφόρο

Και άργησε να έρθει

Και τον έβγαλα απ’ την τσάντα

Και τον αγάπησε

Και δεν ήξερε πώς να το πει

Και είπε μόνο ένα τραγούδι

Πέφτεις Λέξις

θα μιλήσουμε στην αιώρηση

Να προσέχεις

*

Mylover,
άνδρα, γυναίκα και μηδενική μου οντότητα

ποθώ την απόσχισή μου και την αδιάκριτη ένωση με

το ρυμουλκό σύμπαν αλλοτινού εαυτού

επιχειρώ την σύμπραξη με δόρυ

και την συνεπαρμένη συνύπαρξη του οράματος

σε γάλα εβαπορέ μακράς διαρκείας και τεχνικώς

ανεμοδαρμένης γεύσης

ανεμοδαρμεναυψη Χίθκλιφ lover

και αποτινάσω τη σκέψη επαφής με το μεσαίο μου δάχτυλο

οργώνοντας μεταξένια χωράφια καλαμποκάλευρου

σε επαρχιακή κοινότητα αναρχικών

Ζητώ τη χάρη της αμαρτίας σου

και τη σκλαβιά στα νότα σου

κόβοντας εντειχισμένες απολήξεις των νευρικών κυττάρων

μαιλοβεραρσενικουθηλυκουρυμουλκιμενουεκκωφαντικου

Α(αααα)θρωπιμού

χόρεψε μια φορά το πίσω μέρος από τα λόγια τα σκληρά

και παίξε μια παρτίδα σωστή/ χωρίς να με γελάσεις/


*

Κοιτάξτε μωρά μου

ζούμε τις μέρες του τυχαίου

χωρίς μαγικά μπλου τζιν

μόνο με τζιν

βουτηγμένα στο ποτήρι

Στα σερβίρει ένας μπάρμαν

 προπονητής του
ΠΑΟΚ

πίνω κονιάκ στις τέσσερις το απόγευμα

με 36 βαθμούς να κολλάνε στο πετσί μου

Νιώθω πως μπορώ να αγαπήσω

όλα τα πλαστικά ομοιώματα

οικοδόμους

πανεπιστημιακούς

ξανθιές γυναίκες

με υπέροχο στόμα

χορευτές κ’ μισοδαγκωμένους σκύλους

(Ο Βοναπάρτης μου μισοκλείνει το μάτι

κ’ ο Αλέξανδρος ψόφησε

από δάγκωμα μαϊμούς)

Κοιτάξτε μωρά μου

ο κόσμος είναι άθλιος

μπορώ να σκοτώσω τον Ηλία

κ’ τη θεία

ακούγοντας Σούμπερτ

με υπόκρουση Σχοινά

δείχνοντας το έργο μου- το σώμα μου-

σε εν δυνάμει γλύπτες

Προσεύχομαι στην καύλα για την τέχνη τους

Πορεύομαι με τον Καβάφη ευλογιά

κ’ την Γούντμαν στο νεοϋορκέζο παράθυρο

να με βγάζει φωτογραφίες

Ερωμένη της ας ήμουν

κ’ αυτή όχι τελειωμένη

Στο μυαλό μου παίζουμε

το «Ο Παγοπώλης έρχεται»

κ’ παραφυλάμε ανθρωποειδή

στα προάστια της γαλλικής εξοχής

Κοιτάξτε μωρά μου

σήμερα αποφάσισα

να είμαι χαρούμενη

Σαντέ κ’ ο Τσαρούχης στο πακέτο μου

Αυτή είναι η αλήθεια!

Η Αφροδίτη με αγκαλιάζει θερμά

με ταμπεραμέντο

 από τον νοτιά του
Πειραιά

Αν το πάρεις όλο κάτω

βγαίνεις στη θάλασσα

απλό/απλούστατο/κατανοητό

Κάτω πνίγεσαι

πάνω πηδάς ή πηδιέσαι

Κοιτάξτε μωρά μου

Ιστορίες είναι όλα

αλλά το θέμα είναι οι ιστοί

και οι Ρίες

Το κομμένο όλο

και η ανάλυση σε μικρομόρια

Ανάθεμα αν θυμάμαι

τίποτα από φυσική

μόνο την κρούση/

το ζωγραφισμένο αυτοκίνητο στον πίνακα/

ποτέ δεν πεθαίνει κανείς

Μόνο τα ποντίκια

με ένα εκατομμύριο ενέσεις στη σάρκα τους

(Ποτέ δεν πρέπει να πήραν ποντίκια από το Μεσολόγγι)

Κοιτάξτε μωρά μου

κάποια στιγμή

θα μείνουμε με τις λίστες ονομάτων

φρατζόλα με σουσάμι

καλώδιο υπολογιστή

φόρεμα φεγγαροντυμένης

τσιχλόφουσκα διαμετρήματος καρχαρία

πληγή για την καταμέτρηση

Ονόματα-Ονόματα

λέξεις για ονόματα

ονόματα οι λέξεις

ονόματα-πρόσωπα

στις λέξεις

λέξεις τα πρόσωπα

στα ονόματα

τα πρόσωπα ονόματα

για λέξεις

Κοιτάξτε μωρά μου

αν μου έκοβαν τα πόδια

δεν θα’ χα αγάπη

μόνο ένα βιβλίο

-του Μπέκετ-

μια χελώνα στο χέρι μου

και γλυκά μεταλλαγμένης ζάχαρης

Αυτό

Παραπάνω

Παρακάτω

Μέσα

Έξω

Ο ήχος

Το σιρόπι

και ο νοσηλευτής

Μετά ίσως

να έλεγα πως δεν θα γίνω τροφή

για τα σκουλήκια

και πουτάνα του χώματος

Αλλά ξαναγεννημένη

ξαναμμένη παρθένα του φωτός

Κάπως θα ξεχνιόμουν

σε λευκά

εικασίες

ιστορικές δολοπλοκίες

Κοιτάξτε μωρά μου

σήμερα

αυτό το λεπτό

της δεκάτης τετάρτης ώρας

γεννιέται ένα ζώο/

ένας –κάτι, κάπου- άνθρωπος/

ένας οργασμός

πεθαίνει μια εικόνα/μία σκέψη/

ένα αίσθημα/μια ανάμνηση/

ένας κρότος/μια λοταρία

μια υπόσχεση εκδρομικής κλινοπάλης

-ανεβασμένης σε ουρανοξύστη-

χαμερπής και ενστικτώδης.

(Τώρα πρέπει να πείτε

τί βλέπετε και πόσο με λατρεύετε)


Σήμα ποί(η)μα

με σήματα μορς

η επικοινωνία

έτσι-

μόνο πικρά τα ηχητικά

Αλλαγές

νέες πάνες στο μυαλό

ίσως να πρέπει να μάθω

 ρουμάνικα

όπως όλοι οι καλοί αγρότες

να γλιτώσω το λάδι

και το πάλι

επαναφορά φυσικού

προσώπου λέγεται ( καθόλου αμφισβητήσιμο μεσιέ)

λαθραία μεταξύ μας και πέρα από μας

-Εξαιρούνται οι νεκροί και οι πάσης φύσεως

πεπερασμένοι και συρραμμένοι-