Σκόνη

Και οι εικόνες

και οι φωνές

σύνορα σχεδιάζουν

ανάμεσα στα χέρια.

Μακριά τώρα, μακριά

περνώντας από τη μεριά

των σφραγισμένων τοίχων.

Πόσο πολύ

διψάει το βλέμμα

συνωστίζοντας την

έρημο.

Απλώνεται νύχτα

ανάμεσα στα φύλλα

που κάποτε ζητούσα να

με χαϊδέψουν.

Άνοιγα το παράθυρο

χαιρετούσα

τα δάχτυλά μου ήταν σκόνη

που σάλευε ανεξήγητα.

*

Στο κεφάλι σου

Ανθίζουν

Κόσμοι.

Οι γραμμές

Του μυαλού

Διάδρομοι

Για ταξίδια.

Εκείνο το μικρό
υλικό που επιβιώνει

Πιθανόν αδυνατεί
να δώσει εντολές.

Όση ζωή
απομένει, εκπνέει, σα ματαιωμένο

Σχέδιο.

Σε παραμέλησα.
Το ξέρω.

Το διαπιστώνω
όταν κοιτάζω

Τα χέρια σου.

Ο τρόπος που
διαρκώς ζητούν

Να κρατήσουν

Ένα ποτήρι
νερό, ένα

Μολύβι, το
ακουστικό

Του τηλεφώνου.

Σε ορισμένες θέες
όμως, όπως

Στα ξεραμένα
λουλούδια ή στο

Αποτύπωμα του
ιδρώτα, μένουν

Ακίνητα.

Ένα είναι
σίγουρο:

Πως εκείνο που
επιβιώνει

Δε χρησιμεύει
σε τίποτα.

Φυλλοροούντα
δοχεία

Τα κεφάλια των
ζωντανών.