Ο Βασίλης Λαλιώτης για την «Τριλογία» του Σωτήρη Παστάκα, Παρουσία, 2012
Ο Σωτήρης Παστάκας σε ηλικία 21 ετών |
Λένε πως πίσω από το όνομά σου κρύβεται ο Κορτάσαρ, ο Κορτάσαρ ζει, υποδύεται το φίλο μου τον ποιητή Παστάκα, του λέει αυτή τη φωτογραφία μου θα βάλεις απόψε, λίγο σκυφτός, δαγκώνοντας την άκρη του σκελετού ο ένας, φορεμένα τα γυαλιά ο άλλος. Ελ ντοκτόρ Πινότσο, αν έχεις ακουστά. Ένας αντικειμενότροπος άνθρωπος, θέλει σχεδόν να αφήσει τα πράγματα να πάνε να γραφτούν μόνα τους, να είναι μονάχα πέρασμα, να γίνει ένα πράγμα λοξό και να γλιστράνε θύματα της βαρύτητας. Μετά το μπιγκ μπανγκ του εαυτού που αποδέχεται να αποτυγχάνει ως ψυχίατρος εραστής, για να αναδυθεί επιτέλους ένα παιδί που παίζει με χρωματιστά χάπια τα ερείπια του λόγου των άλλων και μαζεύει στραγαλάκια ζεστά λέξεις για να πει πως κι αυτός δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Πως ο καθένας είναι μοναδικός κι ανεπανάληπτος καλλιτέχνης του προς θάνατόν του. Είμαι σαν αδελφός του, κύριε, κρατάω τους κωδικούς του όταν θέλει να μου πει φοβάμαι, περιμένω, κύριε, περιμένω και πενθώ το χρόνο, κι εκλιπαρώ το χρόνο, και λέω μη του δώσεις κάτι ανήκεστο, δώστου όσο να πιάσει πάτο ν΄αγαπήσει τη ζωή κι ας μην ξαναγράψουμε ποιήματα. Έχω δικαίωμα, κύριε μετά μισόν αιώνα κλεμμένο από το θάνατο να έχω ένα απυρόβλητο να κατοικούν δυο τρία ονόματα. Χρόνια καθυστέρησα στο απάνθρωπο του να θυσιάζω ανθρώπους σε ιδέες. Ένα βράδυ, καθώς είδε διαβάζοντας τον Ολιβέιρα να σε σηκώνει πεσμένο από το δρόμο… Από το ρήμα στην ύπαρξη ή απ’ την ύπαρξη στο ρήμα; Όποια κι αν είναι η απάντηση στο δίλημμα του Μορέλλι, μία είναι η αλήθεια: σιγά-σιγά και μεθοδικά βουλιάζω. Το δίλημμα θα το απαντήσει όπως πάντα το σώμα, σενιόρ Μορέλλι, το σώμα στέλνει νύξεις επιθυμίας έρωτα και θανάτου, γι αυτό ένα μήλο είναι το μήλο της έριδος ανάμεσα στο εράν και το θνήσκειν, κι εμείς ανάμεσα, ασυρματιστές των σπλάχνων μας και των πραγμάτων. Πετάει τα σπλάχνα του στα σκυλιά γελώντας, κύριε, λέει είμαστε μικροί και τολμάμε μεγάλα γραψίματα, δηλητηριασμένοι από το υψηλόν που μας δόθηκε να κορυφώνεται στα χαμηλά. Είναι τόσα τα πράγματα που του ζητάνε με λέξεις την αθανασία τους. Είναι τόσα τα επείγοντα αγαπώ και η συντριβή στις λέξεις. Θα μας πάρουν το τσιγάρο, το αίμα το σπέρμα τη στύση τη διείσδυση και θα καπνίζουμε μονάχα λέξεις θα αιμορραγούμε μονάχα λέξεις θα γαμάμε μονάχα λέξεις και θα μας γαμάν οι λέξεις θυμίζοντας μας ποιός τελικά γαμάει εδώ. Ξέρουμε από τώρα την επόμενη μέρα του θανάτου μας, κύριε. Εσείς πως νομίζετε ότι έχουμε αυτή την καύλα για ζωή ανάμεσα στα άρρωστα της φήμης;
Δημοσιεύθηκε στις «6μέρες», αρ. φύλλου: 55, Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013