Η «Θράκα» στη 21η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης – Ευπώλητα βιβλία
Για άλλη μια χρονιά, οι Eκδόσεις Θράκα συμμετείχαν στη Διεθνή Έκθεσή Βιβλίου Θεσσαλονίκης στο stand 154 του περιπτέρου 13, με εκδηλώσεις εντός κι εκτός της έκθεσης, αλλά και με υπογραφές βιβλίων από τους συγγραφείς μας.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλες και όλους εσάς που ήρθατε και τιμήσατε τους συγγραφείς μας κι εμάς, στηρίζοντάς τις εκδόσεις και τις εκδηλώσεις μας.
Ακολουθεί η λίστα με τα ευπώλητα βιβλία των Εκδόσεων Θράκα στην φετινή Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης:
1. Σίνγκερ – Ευσταθία Π.
«Μετά την πρώτη της εμφάνιση, με την βραβευμένη με Βραβείο Θράκα, αλλά και με το Βραβείο «Γιάννης Βαρβέρης» της Εταιρείας Συγγραφέων, ποιητική συλλογή «Γνωρίζω αυτές που πλέκουν στη μέση της θάλασσας», η Ευσταθία Π. πλέκει και πάλι, συρράπτει με μια μηχανή «Σίνγκερ», πολλές και διάφορες πτυχές του κατακερματισμένου εαυτού του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στο αστικό τοπίο. Το σύγχρονο κοινωνικό τώρα είναι μια θάλασσα, «εκεί όπου ζουν όλα τα τρομερά νεκρά σώματα» και εκβάλλει το πάθος. Μέσα στα εξαιρετικά δουλεμένα, σχεδόν μινιμαλιστικά, ποιήματα, όπου κυριαρχούν εικόνες με μεγάλη νοητική ευρύτητα και λυρική δεινότητα, το ποιητικό υποκείμενο μιλά για τους τσακισμένους των πόλεων, τον φόβο και τη βία μιας πραγματικότητας χωρίς νερό, χωρίς μέλλον, όπου οι άνθρωποι και ειδικά οι θηλυκές φιγούρες, μένουν κρυμμένοι. Το ποιητικό υποκείμενο ομολογεί: «γράφω απ’ τον τόπο με την ομίχλη» και προχωρά περιγράφοντας την παρέμβαση του στα πράγματα, όπου έχει σταθεί και φωτογραφίζει, με αποτέλεσμα να την αποκλείνουν από τη φυλή. «Πλέκουμε με λέξεις τοίχους», ομολογεί, και η πόλη «κλωτσά την καρδιά μας από λόφο σε λόφο». Η παρουσία του θανάτου είναι καταλυτική στο «Σίνγκερ», ένα βιβλίο γραμμένο στον απόηχο της τραγωδίας των Τεμπών κι έτσι «μετά από τόσους νεκρούς γέμισε χώμα το ποίημα». Η αίσθηση της κοινωνικής και πολιτικής ανομβρίας, το αδιέξοδο και το ασφυκτικό της τωρινής συνθήκης, δίνει πάντοτε όμως το περιθώριο για την σύνδεση των ανθρώπων, τον έρωτα, την συνύπαρξη, με όσες δυσκολίες κι αν έχει αυτή. «Στην απέραντη όχθη του θανάτου / που σαν με φιλάς δεν με νοιάζει αν θα πάω», λοιπόν, ο ερωτικός άλλος, όπου «άνθρωποι που σου λένε άργησες, πόσο άργησες, / δέκα χρόνια πέρασαν σχεδόν / στο τέλος ήρθες» είναι αυτός ο «άνθρωπος που κοιμάται /πιάνει στα χέρια του κλωστή και ξεκινά να πλέκει / με το βαμβάκι σύννεφα / με θάλασσα αλάτι / με άσπρο φως τις φίλες μου / μ’ εσένα τον θεό». Κι έτσι, η ποιητική συλλογή αναβλύζει τόσο αγωνία, όσο και μια βαθιά ανθρωπινότητα που τελικά δίνει το φως μέσα στο κυρίαρχο σκοτάδι και την πυξίδα μέσα στην ομίχλη».
-Νικόλας Κουτσοδόντης
2. Μικρές αλγοϊστορίες – Έχει η τεχνητή νοημοσύνη φαντασία(;) – Γιάννης Φαρσάρης
«Είναι δυνατόν μια μηχανή, ένα λογισμικό, να συνεργαστεί με έναν άνθρωπο και να συνθέσει κάτι που να μπορεί να θεωρηθεί λογοτεχνία; Αυτό το βιβλίο δεν έχει την απάντηση. Κανείς δεν την έχει. Και ίσως, τελικά, δεν έχει σημασία. Ίσως το μόνο που έχει σημασία είναι αν αυτές οι ιστορίες κάνουν εσένα, ως αναγνώστη, να αισθανθείς κάτι. Αν σε κάνουν να γελάσεις, να σκεφτείς, να θυμηθείς κάτι που δεν ήξερες ότι είχες ξεχάσει. Καθώς διαβάζεις, θα συναντήσεις χαρακτήρες που μοιάζουν αληθινοί, αλλά ίσως δεν είναι. Καταστάσεις που φαίνονται οικείες, αλλά έχουν μια ελαφριά παραφωνία, σαν ένα γυαλί που δείχνει την αντανάκλαση ενός άλλου κόσμου. Και ίσως, σε κάποιο σημείο, να αναρωτηθείς: Αυτή την ιδέα την είχε ο άνθρωπος ή η μηχανή; Ούτε αυτή η απάντηση έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι τι θα νιώσεις εσύ».
3. Εκ φύσεως… – Γιώργος Χ. Θεοχάρης
«Η νέα ποιητική συλλογή του Γιώργου Χ. Θεοχάρη, με τον εύγλωττο τίτλο «εκ φύσεως…», και με μότο την εμβληματική φράση του Giordano Bruno «Natura est dues in rebus» (Η Φύση είναι ο Θεός μέσα στα πράγματα), έρχεται να επιβεβαιώσει και να κεφαλαιοποιήσει την μέχρι τώρα λαμπρή πορεία του στα ελληνικά γράμματα, εκ φύσεως… ο τίτλος της νέας συλλογής, αλλά τα αποσιωπητικά δείχνουν τις προεκτάσεις της πορείας, που καταλήγει εν τέλει στη συνείδηση του ποιητή. Πεδίο της έμπνευσης και της δημιουργίας του ένα μικρό κομμάτι ελληνικής φύσης, όπου όλα τα στοιχεία της, εν είδει μικρού αλλά πλήρους σύμπαντος, συνυπάρχουν. Η γη και η θάλασσα, τα φυτά και τα λουλούδια, τα ζώα και τα πτηνά, οι μυρουδιές και οι γεύσεις, η αλληλουχία των εποχών του χρόνου, γίνονται απεικονίσεις του ποιητικού οράματος. Αναγορεύονται σε προνομιακούς συνομιλητές του ποιητή για να ενσαρκώσουν το εσωτερικό, υπαρξιακό και καλλιτεχνικό αγώνα του για την αυθεντικότητα της ύπαρξης, για τη νοηματοδότηση της ζωής. Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης ξαναπιάνει αποφασιστικά το νήμα του διαλόγου του ποιητικού υποκειμένου με τη φύση, έτσι όπως ξετυλίγεται από την αρχαιότητα ακόμη, διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή το δημοτικό τραγούδι, και φτάνει σχεδόν μέχρι τις μέρες μας, μέσα στο έργο των πιο χαρισματικών στιχουργών του ελληνικού τραγουδιού. Η επανασύνδεση αυτή, μέσα στα συμφραζόμενα του καιρού μας, αποκτά μια καίρια σημασία, καθώς η ελληνική φύση στάθηκε πάντα ο τροφοδότης και η καταφυγή του λαού μας στις ιστορικές δοκιμασίες του. Ο στόχος της επανασύνδεσης αυτής εξυπηρετείται απόλυτα από τη μορφική ευελιξία της συλλογής. Από τον ελεύθερο στίχο μέχρι τη χρήση της ρίμας στις ποικίλες μορφές της, ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης αποδεικνύεται βαθύς γνώστης και δεινός χειριστής των μορφικών τρόπων της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας, με αποκορύφωμα τους λαμπρούς του δεκαπεντασύλλαβους στα ποιήματα «Γνάφαλα» και «Δεκαπεντασύλλαβοι Ευπαρευνείας», που παραπέμπουν κατευθείαν στο Δημοτικό Τραγούδι και στα αποσπάσματα του Διονυσίου Σολωμού. Κάποια άλλα, ολογόστιχα, θα μπορούσαν να μελοποιηθούν και να γίνουν υπέροχα λυρικά τραγούδια. Η Ποίηση, για τον Γιώργο χ. Θεοχάρη, είναι η ζέουσα πραγματικότητα της ύπαρξης. Το καταθέτει στους καταληκτικούς στίχους της συλλογής του: όλοι, με μια φωνή, τον είπαν ονειροπαρμένο / και μόν’ εκείνος ήξερε πως μέσα του / κόχλαζε το ποίημα…»
-Θωμάς Μπεχλιβάνης
3. Ίσως φύγεις στο εξωτερικό – Νικόλας Κουτσοδόντης
«Ο Νικόλας Κουτσοδόντης είναι ένας από τους πιο καταρτισμένους σύγχρονους Έλληνες ποιητές. Τα διαβάσματά του, οι θεάσεις, οι επιρροές του, το πολιτικό του πρόταγμα και το βίωμα εμπλουτίζουν τον ποιητικό λόγο που αρθρώνει, ενώ οι διακειμενικές του αναφορές χαρτογραφούν ένα κουίρ πολιτικό αρχείο στο οποίο εντάσσεται και η δική του ποίηση. Έτσι, το Ίσως φύγεις στο εξωτερικό, η νέα του ποιητική συλλογή, εκκινεί από μια ερωτική σχέση δύο ανδρών, εξελίσσεται, όμως, σταδιακά, σε μια διαθεματική ματιά του έρωτα, που τέμνεται με την Ιστορία, την τάξη και το τραύμα. Στην εικονοπλαστική ποίηση του Κουτσοδόντη, η έννοια του ταξιδιού, μεταφορική, μα και κυριολεκτική, ποιητικά αλλά και υλικά φορτισμένη, κυριαρχεί σαν εικόνα. Το μέσο, όμως, ο φακός μέσα από τον οποίο οφείλουμε να διαβάσουμε τους στίχους δίνεται μέσα από τη ρήση της Τοκάρτσουκ και δεν είναι άλλος από την τρυφερότητα. Το ποιητικό υποκείμενο βιώνει τον έρωτα ιδεαλιστικά, απελευθερωμένα, τον φόβο της εγκατάλειψης στωικά και την πραγμάτωσή της πένθιμα, στάδια που αποτυπώνονται στον τόπο, το ύφος, τη γλώσσα και τον ρυθμό αυτής της ερωτικής οδύσσειας».
-Φανή Χατζή
5. Αστική αγωνία – Ιωάννα Λιούτσια
«Η ενηλικίωση είναι ένας πόνος, είναι η μέρα που «πιάνει τα δάχτυλά μου ένα ένα και τα τραβά/ όπως μικρή με ξύπναγε η γιαγιά μου/ κι ας σηκωνόμουν τότε πιο εύκολα/ γιατί να συνδυάσει τον πόνο με το ξύπνημα». Πόσες και πόσοι αλήθεια δεν έχουμε μια αντίστοιχη εμπειρία; Η νέα ποιητική συλλογή της Ιωάννας Λιούτσια, «Αστική αγωνία», βρίθει από εξαιρετικά δουλεμένα ποιήματα, με οξυδερκείς εικόνες, σπουδαίες ποιητικές ιδέες που με τη σειρά τους γίνονται μεστά ποιήματα. Ακόμα πιο συνειδητά λοιπόν, γράφει μια συλλογή ποιημάτων κοινωνικού ρεαλισμού, όπου πρωταγωνιστούν η «πόλη που όλο χτίζεται πάλι», δηλαδή η μάνα Θεσσαλονίκη, και η πρωτεύουσα Αθήνα: «Οι φίλοι μου ήρθαν όλοι/ στην Αθήνα για δουλειά,/ όπως κι εγώ». Γίνεται η ίδια ο γενέθλιος της τόπος, γίνεται η φωνή των εσωτερικών μεταναστών για δουλειά, των εργαζομένων, αλλά και πιο συγκεκριμένα των γυναικών: «μ’ αρέσουν οι γυναίκες/ δεν χωράνε σε κουτάκια/ δεν χωράνε σε στίχους/ δεν χωράνε σε κανένα ποίημα ταξινόμησης». Και πράγματι, αγκαλιάζει ολόπλευρα την γυναικεία εμπειρία, οι ηρωίδες της μπορεί να γλεντούν και μπορεί να «ντρέπονται για την κοιλιά τους», μπορεί να είναι η κυρά Ρήγα της πολυκατοικίας, που απεγνωσμένα ψάχνει να ξεγελάσει τη μοναξιά της μιλώντας σε κόσμο και κάνοντας αισθητή την παρουσία της, αλλά και η κάθε γυναίκα που βλέπει τον ενήλικο εαυτό της να θυμίζει τη μάνα της, να έχει γίνει μια νοικοκυρά με τη σειρά της που πλένει «πιάτα με Στράτο Διονυσίου». Η φωνή στα ποιήματα είναι ζωντανή, είναι ερωτευμένη, αλλά γνωρίζει και την απώλεια, είναι βαθιά στοχαστική και συνειδητοποιημένη: για εκείνην, η αγάπη είναι το τζάμι ενός τρένου τη νύχτα, ακριβώς επειδή «πρέπει να κάνεις προσπάθεια/ ν’ ανοίξεις το βλέμμα πέρα απ’ το είδωλό σου». Η «Αστική αγωνία» μας μαθαίνει τελικά πώς να αντέχουμε τον πόνο της ημέρας και υπερήφανα αγκαλιάζει τις πιο ευάλωτες πλευρές μας, με έναν τρόπο φροντιστικό και πανέμορφα θηλυκό, γιατί όπως ομολογεί: «μα αυτό που γράφω, / στο μαγείρεψα».
-Νικόλας Κουτσοδόντης
5. Το στομάχι περιθάλπει ένα τοπίο – Μαλαματή-Μαρία Πετρίδου
«Ποιά είναι τα τοπία και τι συνιστά η περίθαλψη στην δεύτερη ποιητική συλλογή της Μαλαματής Μαρίας Πετρίδου, «Το στομάχι περιθάλπει ένα τοπίο»; Στο βιβλίο δηλώνεται σαφώς: «Ακολουθώ πιστά /τις ανθρώπους /που κάτω από τα μάτια τους κουβαλάνε βυθό /γιατί με οδηγούν /σ’ ένα σημείο /που γίνεται πάντα κάτι καινούργιο». Οι γυναίκες πρωταγωνιστούν στα ποιήματα της Μαλαματής με τον βυθό τους, και ανατρέπουν, ανασυστήνουν τον κόσμο, δίνουν πάντα το καινούργιο με την φυγή τους σε ένα κόσμο ονείρου, χωρίς ωστόσο να αποφεύγεται να δοθεί καθαρά και μια εικόνα της σκληρής σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας που χρειάζεται να δούμε. «Σε εκείνο το όνειρο /ήσουν ανακουφιστική και έμοιαζες με ολότητα /Μου μαγείρευες κέικ/ αλλά πετούσες μέσα στο μπολ τα αυγά μας σπασμένα /κι εγώ με το καλάμι μου /προσπαθούσα να ψαρέψω τα τσόφλια», μας λέει και οι γυναίκες της συλλογής της ταξιδεύουν μέσα από την αναζήτηση και τη διεκδίκηση της φροντίδας, της ανάγκης για την περίθαλψη της μιας από την άλλη, της συνύπαρξης τους, της θαλπωρής του γυναικείου έρωτα και της πολύτιμής του οικειότητας, όπως φαίνεται εδώ: «Θα χαϊδεύω τις γάτες σου /θα διαβάζω τα βιβλία σου». Πιστές, ερωτευμένες, με τη ζεστότητα και την ανθρωπιά τους, μαθαίνουν να επιβιώνουν σε μια δύσκολη εποχή, σε έναν κόσμο εχθρικό, αλλά έχει η μια την άλλη. «Στο παγκάκι στην οδό Σπετσών /ένας κορμός δίπλα σε κάδους ανακύκλωσης /μου μαθαίνει να προσπαθώ», μας λέει η πρωταγωνίστρια του ποιήματος, και προσπαθεί, διδάσκεται την υπομονή, αναζητά την ασφάλεια, την υπέρβαση, λέγοντας: «Μπορεί να υπάρχει /ένας τρόπος να απλώσω το χαλί μου στη μέση ενός ωκεανού». Τελικά δίνει στον αναγνώστη την ελπίδα για έναν ομορφότερο κόσμο, αυτόν που πλάθεται όταν τα ανθρώπινα πλάσματα πλησιάζουν το ένα το άλλο, όταν εκτοξεύουν τη φαντασία τους και δεν είναι άλλος από την ίδια την ποίηση, αφού: «η φροντίδα /θα στέκεται σ’ ένα παγκάκι απέναντι απ’ τη σιωπή». Η σιωπή είναι ο προνομιακός χώρος του ποιήματος και το βιβλίο της Μαλαματής μια σπουδαία και δουλεμένη συλλογή ποιημάτων».
-Νικόλας Κουτσοδόντης