Ο κόσμος ανάποδα

Γράφει η Ελένη Γούλα

Με δημοκρατικές διαδικασίες και ανοιχτή ψηφοφορία  η ομάδα μας απέρριψε το Μπουρανί και τον Φανό ως ανέφικτα  – πως να βράζαμε ένα καζάνι σούπα ή πώς να ανάβαμε μια τεράστια φωτιά. Και τα σόκιν στιχάκια πώς μπορούσαμε να τα προφέρουμε ανεμπόδιστα. Μερικοί πρότειναν να παρουσιάσουμε τον Καδή, που δίκαζε κατά το ισλαμικό δίκαιο. Να τον γυρίσουμε παντού καθισμένον ανάποδα πάνω στον γάιδαρο και ύστερα να τον κρεμάσουμε στο δέντρο. Όμως πού θα  βρίσκαμε γάιδαρο κι ύστερα, τι μας ένοιαζε εμάς το ισλαμικό δίκαιο, πάνε αιώνες που δεν είχαμε πια οθωμανικό ζυγό. Καταλήξαμε λοιπόν, στον Γάμο και αρχίσαμε τις ετοιμασίες.

Εμείς οι ενήλικες βγάλαμε φωτοτυπίες το έθιμο.“Γαμήλια παρωδία”από το βιβλίο του Β. Πούχνερ (σ. 130) και τις μοιράσαμε σεόλα τα παιδιά (επαναλάβαμε πολλές φορές την ίδια διαδικασία, γιατί αρκετές σελίδες είχαν γίνει σαΐτες, αεροπλανάκια ή …τροφή της εφηβικής αμηχανίας). Ύστερα, αφήσαμε τα παιδιά να βρουν τις κινήσεις και όλα τα απαραίτητα.

Εύκολα εξασφάλισαν άσπρο νυφικό, γαμπριάτικο κουστούμι και ράσο για τον παπά. Όμως δυσκολεύτηκαν με τα παλιόρουχα και τα παλιοπάπουτσα. Τα ρούχα που είχαμε το 1999 στα σπίτια μας ήταν,όπως διαπιστώσαμε κυρίως καινούρια. Δύσκολο επίσης στάθηκε να βρούμε παλιοντενεκέδες για μουσικά όργανα και πλεξούδες από σκόρδα ή κρεμμύδια για στολίδια της νύφης. Όλα τα προϊόντα που καταναλώναμε στη χώρα, τα αγοράζαμε πια στο σούπερ μάρκετ με το κιλό και τα κλείναμε στα ψυγεία και τα ντουλάπια μας.

Ωστόσο τα παιδιά ντύθηκαν υπέροχα. Έβαψαν τα πρόσωπά τους και ήξεραν ωραιότατα τις κινήσεις, μόνο που η μουσική δεν ακουγόταν, μικρόφωνα δεν είχαμε, και όλοι όσοι χαζεύανε μαζεμένοι, γελούσανε μεν, αλλά μόνο αυτό. Έπρεπε, σύμφωνα με το πνεύμα της αποκριάς, να κυνηγούν οι άντρες τις γυναίκες και να είναι όλοι αθυρόστομοι. Να γίνει μια μεγάλη αποκριάτικη γιορτή, ένα ξεφάντωμα με τσίπουρα και κρασί, όπου καθηγητές και μαθητές θα γινόμασταν ένα. Τα δικά μας κουρασμένα πρόσωπα θα χαλαρώνανε κοντά στα φρέσκα μάγουλα των παιδιών.

Ήταν το 1999. Η πρώτη χρονιά που το σχολείο μας συμμετείχε σε Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα και είχαμε αναλάβει να μελετήσουμε το καρναβάλι. Για οδηγό χρησιμοποιούσαμε το βιβλίο του Βάλτερ Πούχνερ, Λαϊκό θέατρο στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, Πατάκης, 1989.Διαθέταμε ενθουσιασμό, νιάτα και άγνοια.

Τι είναι έθιμα; είχαμε αναρωτηθεί στην αρχή σαν τον μικρό πρίγκιπα και στα σοβαρά είχαμε ακολουθήσει την εξήγηση της αλεπούς “αυτό που κάνει μια μέρα διαφορετική από τις άλλες ημέρες, μία ώρα διαφορετική από τις άλλες ώρες.”[1]

Ορεξάτοι πολύ, είχαμε συγκεντρώσει αποκριάτικα έθιμα από όσα περισσότερα σημεία της χώρας μπορέσαμε και τα παρουσιάζαμε στις τακτικές μας συναντήσεις. Κάθε τόπος – χωριό, πόλη, επαρχία – παρατηρήσαμε πως είχε άλλες συνήθειες. Στη Δυτική Μακεδονία οι άντρες ζωνόντουσαν με κουδούνια και προβιές για να παραστήσουν τα Ρουγκατσάρια, στις Σέρρες γιόρταζαν την ημέρα της Μπάμπως, μια μέρα γυναικοκρατίας. Στη Θράκη εύχονταν καλοχρονιά με το έθιμο του Καλόγερου. Στη Χίο είχαν τις Καρκαλούσες, στη Σάμο τον Καδή, το Μπουρανί στον Τύρναβο, του Κουτρούλη τον γάμο στη Μεθώνη, Φανούς σε διάφορα μέρη και ούτω καθεξής.

Οι καρναβαλικές αυτές εκδηλώσεις, οι γιορτές της κοινότητας με μεταμφιέσεις και συμβολικές χειρονομίες, ξεφάντωμα, κρασί και τον κόσμο ανάποδα δηλαδή, απλωνόντουσαν σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Τα πιο πολλά τέτοια έθιμα γίνονταν βέβαια το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων ή με το άνοιγμα του Τριωδίου, όμως υπήρχαν κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουν τελετουργίες, όπως την Πρωτομαγιά. Μερικές από αυτές τις τελετές ερχόντουσαν κατευθείαν από τους αρχαίους χρόνους, από τη Διονυσιακή λατρεία δηλαδή όπως π.χ. το Μπουρανί, ενώ άλλες ήταν επιδράσεις της Βενετοκρατίας όπως π.χ. τα άρματα και τα καρναβάλια των πόλεων.

Πολλά δρώμενα γινόντουσαν για την “ευετηρία”, δηλαδή για να έχει η κοινότητα καλοχρονιά και συνδέονταν με τελετές γονιμότητας όπως το έθιμο του Καλόγηρου. Άλλα όμως είχαν ψυχαγωγικό χαρακτήρα και βοηθούσαν στις σχέσεις της κοινότητας, καθώς “βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόκευτος”, όπως του Κουτρούλη ο γάμος για παράδειγμα. Γιατί βέβαια, όπως διαβάζαμε, πάντα είχε ανάγκη ο άνθρωπος να εκτονώσει τις πιέσεις, να σπάσει τη μονοτονία, να περιμένει τη μέρα της γιορτής και να ξεχωρίζει σταθμούς ανάπαυλας στη σκληρή βιοτή του. Να φάει χωρίς περιορισμούς, να πιει, να χορέψει, να γελάσει.

Με τέτοιες πληροφορίες εφοδιασμένη τότε η ομάδα μας, φρέσκια και ζωντανή γνώση, είχαμε αποφασίσει να περάσουμε τολμηρά από τη θεωρία στην πράξη. Είχαμε ονειρευτεί ζωηρά τη μέθεξη και τη συμμετοχή. Είμασταν ερωτευμένοι με το σπαρταριστό βίωμα και απέραντα γοητευμένοι από τη συνεργασία. Άλλωστε θέλαμε να είμαστε συνεπείς και με το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα που μας χρηματοδοτούσε και προέβλεπε “διάχυση” της γνώσης.

Τώρα που ξαναδιαβάζω τις σημειώσεις σκέφτομαι πως για την απογοήτευση του αποτελέσματος φταίγαν τα νιάτα μας και η άγνοια. Τα έθιμα δύσκολα φοριούνται απέξω και για να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα δεν αρκούν οι προθέσεις μιας ομάδας ούτε απλές εντολές και οδηγίες.

 

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ

Με αφορμή την πρόσκληση της Θράκας, αυτός ο αναστοχασμός πάνω σε μια παλιά σχολική εμπειρία. Όλη η δουλειά στην Ανοιχτή Βιβλιοθήκη: https://www.openbook.gr/to-laiko-theatro-sti-neoteri-ellada/

[1]Την παραπομπή την είχα σημειώσει χωρίς βιβλιογραφικά στοιχεία. Ψάχνοντας τώρα για τις ανάγκες αυτού του Αφιερώματος την ακριβή σελίδα, βρήκα το κείμενο στην Ανοιχτή Βιβλιοθήκη σε άλλη μετάφραση. Αντί για έθιμα, ο μεταφραστής γράφει “τελετουργικό”:

«Τι είναι το τελετουργικό;» ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας.

«Είναι κάτι που έχει ξεχαστεί αρκετά» είπε η αλεπού. «Είναι αυτό που κάνει μια μέρα να διαφέρει από τις υπόλοιπες, μια ώρα από τις άλλες. Υπάρχει ένα τελετουργικό, για παράδειγμα, για τους κυνηγούς μου. Χορεύουν κάθε Πέμπτη με τις κοπέλες του χωριού. Η Πέμπτη λοιπόν είναι μια θαυμάσια μέρα! Πηγαίνω έναν περίπατο μέχρι τα αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν όποτε να ‘ναι, όλες οι μέρες θα ήταν ίδιες και δεν θα είχα ούτε στιγμή για ξεκούραση (https://www.openbook.gr/o-mikros-prigkipas/ )

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Ελένη Γούλα γεννήθηκε στο Βασιλίτσι Μεσσηνίας. Το πρώτο διήγημά της δημοσιεύτηκε το 1997 στο περιοδικό Big Bang. Έκτοτε οι ιστορίες της κυκλοφορούν σε περιοδικά, ατομικές συλλογές και συλλογικούς τόμους. Έγραψε και ένα βιβλίο- καταγραφή σχολικής εμπειρίας με τον τίτλο, το λαϊκό θέατρο στη Νεότερη Ελλάδα που υπάρχει στην Ανοιχτή βιβλιοθήκη.