εκδόσεις Πικραμένος

Πρώτη
εντύπωση: Ποίηση.

Δεύτερη
εντύπωση: Ιδιαίτερος τρόπος γραφής.

Τρίτη
εντύπωση: Παγκοσμιοποιημένος λόγος με
κέντρο την Ελλάδα.

Συνολική
εντύπωση: Αξιοποίηση του παρελθόντος
(
στις
κολόνες του Επικούρειου
)
για τη βίωση του παρόντος (
συλλέγουμε
τα μπλε
)
και τη στόχευση του μέλλοντος (
προσμένουμε
πλεούμενα του μπλε
),
με τη μοίρα στο παρασκήνιο: (γεμίζοντας
πούπουλα
με χρώματα τις όχθες του μοιραίου
).

Η
δέκατη (αν δεν κάνω λάθος) ποιητική
συλλογή του Αντώνη Σκιαθά, μετά από
αρκετά χρόνια εκδοτικής σιωπής, ως
συγκεντρωτική έκδοση μιας Τριλογίας
όπως ο ίδιος λέει: «Οι πρόγονοι στα ιερά
του Μελάμποδα», «Οι γεννήτορες στη νήσο
των Σπετσών», «Οι συγγενείς στα ιαματικά
λουτρά της Αιδηψού».

Ήδη
ομολογείται εξαρχής η συνέχεια δια της
συγγένειας,
πρόγονοι-γεννήτορες-συγγενείς
και η χωρική τους τοποθέτηση,
ιερά
(του
μάντη)

Μελάμποδα-Σπέτσες-Αιδηψός
.
Από την Ιωλκό, την Παλμύρα των Φοινίκων
ως τις Θερμοπύλες και το Τολέδο, από τον
Νώε ως τον Μ. Αλέξανδρο και τον Οδ.
Ανδρούτσο, από τον Γιαννούλη Χαλεπά,
τον Γιάννη Τσαρούχη ως τον Λεονάρντο
Ντα Βίντσι, από τον Καρούζο, τον Καβάφη,
τον Κακναβάτο ως τον Σαμαράκη, το βιβλίο
αυτό κινείται ασταμάτητα διαχρονικά
και διαχωρικά, σαν ραπτομηχανή που ράβει
εντατικά το ύφασμα του χωροχρόνου με
ποιητικές κλωστές. Η έκδοση του βιβλίου
δικαιολογείται, γιατί έχει πολλά να
δώσει εκεί που

το
ορατό

δεν
είναι πάντα βιωμένο

ούτε
το βιωμένο

είναι
πάντα ορατό.

Όχι,
δεν είναι μόνο ταξίδι στο χρόνο, σε
τόπους, καταστάσεις, ιστορία, μυθολογία,
λογοτεχνία. Δεν είναι μόνο ωδή στη μνήμη
(προσωπική, ιστορική, πολιτισμική,
τοπική, εθνική, παγκόσμια). Δεν είναι οι
αναφορές στους γεννήτορες και στους
προγόνους απλά φόρος τιμής. Δεν είναι
επίδειξη γνώσεων. Δεν είναι συνονθύλευμα
στίχων. Δεν είναι διάσωση ή προβολή
ονομάτων, τοπωνυμίων.

Δεν
είναι ποίηση επίδειξης ή προβολής
γνώσεων ή ταλέντου.

Τι
είναι για εμένα;

Η
ποίηση αυτή, «εύ γίγνεται» (ευγένεια)
ποίηση του χρόνου.

Δοτός
ο χρόνος της ταφής,

δοτός
κι ο χρόνος της αυγής

σε
κάθε αρραβώνα με την κοπή

του
λώρου.

Και
όχι μόνο. «Εύ γίγνεται» χρόνος η ίδια,
άρα γίνεται επιλογή του τι, του πότε,
άρα και του που. Πώς;

Ο
Αντώνης Σκιαθάς, με τον μετουσιωμένο
μέσα του χρόνο, συνομιλεί με όλα αυτά
που είναι:

Παιδί
των φυσικών του γεννητόρων, παιδί της
Παγκόσμιας Ιστορίας αλλά και του τόπου
μας ιδιαίτερα, παιδί του χώματος, παιδί
της μυθολογίας, παιδί της λογοτεχνίας
εν γένει, αλλά και εντοπισμένα: παιδί
σημαντικών λογοτεχνικών μορφών που τον
σημάδεψαν με το λόγο, το έργο αλλά και
τις προσωπικές τους επιλογές ή τραγωδίες,
παιδί των οροσήμων του ελληνισμού, παιδί
της ελευθερίας, της δημοκρατίας, παιδί
προϊόν του έρωτα αλλά και παιδί που
βιώνει και εκείνο τον έρωτα όσο και την
απογοήτευση, τη συντροφιά όσο και τη
μοναξιά, την ετερότητα όσο και τις
εταίρες, την κατάβαση στον Άδη όσο και
την πτήση προς την Κολχίδα, παιδί που
πιάνει το μαχαίρι με την ίδια ευκολία
που πιάνει το μολύβι. Ένα επικίνδυνα
αθώο παιδί.

Παιδί
όχι με την κλασσική έννοια, αλλά παιδί
που κρατάει τα καλά της ψυχής του και
αρνείται να ακρωτηριαστεί από τον
περιρρέοντα ιστό του «κατά κανόνα και
κατά συνθήκην» σημερινού τρόπου ζωής.
Εξαίρεση, στην οποία οφείλει και τη
μοναδικότητα της ματιάς του.

Ενήλικας
με τα όλα του, παιδί μέσα του. Ευλογία ή
κατάρα; Και τα δυο. Δηλαδή; Ποιητής.

Άλλωστε,
ομολογεί:

Εκεί,
λοιπόν,

γεννηθήκαμε,

μάθαμε
παιδιά ακόμη

τους
τίτλους

της
πρώτης,

της
ποίησης αγάπης,

στη
σοφίτα του Ερέχθειου.

Αρχή
και τέλος; Το αθάνατο αρχαίο Ελληνικό
Πνεύμα, συνυφασμένο με το φως του τόπου
που τον γέννησε:

στην
τάβλα της ζωής αυτού του τόπου

με
γάντζο καρφωμένη η ψυχή μας.

Τιμά
το παρελθόν, δεν το προσπερνά, το μελετά,
εμβαθύνει, στηρίζεται σε αυτό για να
αντέξει αλλά και για να κατανοήσει το
παρόν και να μπορέσει να πλάσει όνειρα
για το μέλλον. Μέσω του σώματος, γιατί

Το
σώμα έχει καταγωγή το βιωμένο

του
υπέρτερου χρόνου.

Όλα,
τόποι, μορφές, συγκυρίες, καταστάσεις,
δράσεις, συμβάντα, μυθικές αναφορές, σε
μια αγκαλιά από την αρχαιότητα ως σήμερα,
είναι αυτά που καθορίζουν το πώς φτάσαμε
ως εδώ και μέσα από τη διερεύνησή τους,
μπορεί να μας δώσουν καθαρότερες
κατευθύνσεις για το πώς θα πάμε παραπέρα.

Μνήμη
της μήτρας

η
γέννα και το παιδί

σπονδή
στο μέλλον.

Είναι
το πολυδιάστατο σύστημα αναφοράς, μέσα
στο οποίο κινείται με αναγκαιότητα αλλά
και τυχαιότητα, η ίδια η επί γης ζωή. Τα
ως τώρα, είναι συμπλέγματα κουκίδων, ως
γαλαξίες στο αναφορικό στερέωμα. Το
παρόν, λαμπάκια που αναβοσβήνουν
περιμένοντας εντολές και το μέλλον,
απροσδιόριστο στο παρόν, θα φέρει το
αποτύπωμα μας χρόνια μετά, όταν θα είναι
πια παρελθόν. Ο Αντώνης Σκιαθάς, αγωνιά
για το τι παρόν χτίζουμε και για το τι
θα μείνει από τα «έργα» και τις «ημέρες»
μας, όταν αυτά θα έχουν γίνει παρελθόν.
Τι αξία θα έχουν –αν θα έχουν- για κάποιον
που στο μέλλον θα τα μελετάει.

Εξομολογούμενη
αδυναμία του; Η διαχείριση του πόνου
της απώλειας, οι μαχαιριές της απουσίας,

Οι
Απουσίες δημιουργούν

απουσίες,

οι
παρουσίες και πάλι απουσίες

έχοντας
επιπλέον συνειδητοποιήσει και το
φαινόμενο της απουσίας εν τη παρουσία:

Όλες
τις απουσίες βίωσα

με
τη δική σου παρουσία.

Οι
συνομιλίες με το Θάνατο, διάσπαρτες στη
συλλογή, πέραν του πόνου, της λύπης και
της αδυναμίας εξήγησης, αξιοποιούνται
ως εργαλείο κατανόησης της ζωής, μετά
τη συνειδητοποίηση πως


μια
είναι η μάχη

κι
αυτή παντοτινά θα είναι

χαμένη
και για εμένα αλλά

και
γι’ αυτήν.

Τα
πάντα, σε σχέση πάντοτε με το χρόνο (αφού
ακόμη και ο Θάνατος υπάρχει μόνο όταν
υπάρχει ο χρόνος) :

άφθαρτες
οι μέρες των νεκρών

καθώς
ακέραιοι κρατούν

το
χρόνο

στο
πιθάρι.

Ο
λόγος του ευθύς, ακριβής, εναλλασσόμενος
συχνά μεταξύ κρυπτισμού και συμβολισμού,
έπους και τραγωδίας, ωμού ρεαλισμού και
ιστορικής μαρτυρίας, διανθισμένος με
στίγματα υπερρεαλισμού, προσγειωμένος
όσο και ιπτάμενος, κοφτός, τηλεγραφικός,
με ροή που περνάει μέσα από μικρούς ή
μεγάλους καταρράκτες, με συνέχεια
ιστορική και ελληνοκεντρική, αλλά και
με ασυνέχεια ποιητική, αναγκαία για τη
δημιουργία των πολυγωνικών δομών που
περιβάλλουν την ποίησή του αλλά και των
πολύεδρων κρυσταλλικών δομών, των μορίων
του λόγου του.

Υπάρχουν
και λυρικά ξεσπάσματα, που κάνουν
γλυκύτερη την επαφή:

Μετά
η μάντρα με τα καρφωμένα γυαλιά

που
δώριζαν τους πολλαπλασιασμούς

της
σελήνης, σ’ όλα τα ακρόκλαρα του κήπου.

Ως
άλλος Παλαμάς ως προς την πρόθεση, με
το δικό του στυλ, συνειδητά ή μη, γεφυρώνει
το χθες με το σήμερα, τη μνήμη με το σώμα,
την ιστορία με τον άνθρωπο, τους τόπους
με το χρόνο, τα συναισθήματα με το νου,
τη λογοτεχνία με την καθημερινότητα,
την ποίηση με την ουσία, τον ελληνισμό
με τον εαυτό του, αναδεικνύοντας τη
συνέχεια των πάντων.

Επισκευάζει
την αλυσίδα της διαδοχής από γενεά σε
γενεά, από τόπο σε τόπο, από κατάσταση
σε κατάσταση, από γεγονός σε γεγονός,
από πρόσωπο σε πρόσωπο. Είναι αναγκαίο
να έχεις μια γερή αλυσίδα για να μπορείς
να σηκώσεις την άγκυρα χωρίς να τη
χάσεις, να πλεύσεις στη συνέχεια αν το
θελήσεις και να έχεις επιπλέον τη
δυνατότητα να αγκυροβολήσεις πάλι, όταν
και όπου εσύ επιλέξεις. Χωρίς εξιδανικεύσεις,
αφού στο ακρόπρωρο του ποιητικού πλοίου
με τη μορφή της Ευγενίας, είναι σκαλισμένη
η επιγραφή:

Καθώς
και τούτη

αλλά

και
οι άλλες ζωές

προδομένες
είναι

και
θα είναι

στα
ίδια πάθη μας.

Ποίηση
διαφορετική, συνεκτική, συμπαγής, καθόλου
εύκολα προσβάσιμη, προϋποθέτουσα γνώσεις
σε πολλά επίπεδα, κλειστή ερμητικά για
τον επιφανειακό αναγνώστη μα με κλειδαριές
πρόκληση για όποιον ασχοληθεί σοβαρά,
είναι μια ποίηση που στέκει σταθερά στα
πόδια της και σε κοιτάζει.

Η
Ευγενία είναι εκεί. Όχι η κόρη του. Η
άλλη Ευγενία. Κομψή, Καλλιεργημένη, με
Αρχαιοελληνική Ομορφιά, με τρανταχτή
Προίκα Γνώσεων, με Σπάνιες Ικανότητες
στο Λόγο, με την Αλήθεια της, Τα Αναφορικά
της Κοσμήματα, την Ολότητά της, την
Ιστορία της και το Παρελθόν της, τις
Μυθικές Αναφορές της, σε ατενίζει από
το ζεστό, αιματωμένο εξώφυλλο, τώρα, στο
ολοζώντανο παρόν.

Το
τι θα κάνεις εσύ, καλέ μου αναγνώστη,
είναι δικό σου θέμα.

*
ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής