Στάθης Ιντζές

ΤΟ ΠΕΤΡΙΝΟ ΣΠΙΤΙ

Λίγο πριν το υψηλότερο σημείο του βουνού, εκεί που η θάλασσα χανόταν από το οπτικό μας πεδίο κι ό,τι απέμενε ήταν η μυρωδιά του πεύκου στα ρουθούνια μας, υπήρχε ένα χωριό που ήταν χτισμένο μέσα στο γκρεμό. Τα σπιτάκια του έμοιαζαν με σχήματα πάνω σε χαλί. Ήταν χτισμένα αμφιθεατρικά, σχεδόν το ένα πάνω στο άλλο. Εκείνο το πρωινό, παραμονή Χριστουγέννων, οι νιφάδες του χιονιού έπεφταν αφράτες και καλοσχηματισμένες πάνω στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου σε τέτοιο ρυθμό που καθιστούσαν τους υαλοκαθαρηστήρες άχρηστους. Από το παράθυρο του συνοδηγού, τα όρια του δρόμου με το γκρεμό δεν ήταν εμφανή. Η απέραντη λευκότητα του χιονιού εκμηδένιζε τις αποστάσεις. Το μόνο που ξεχώριζε ήταν οι γκρίζες στήλες που έβγαιναν από τις καμινάδες των σπιτιών. Είπαμε να αφήσουμε το αυτοκίνητο και να συνεχίσουμε με τα πόδια. Πήραμε μια κατηφόρα, ενώ βρισκόμαστε στα πρόθυρα του πλήρους απροσανατολισμού. Περπατήσαμε για λίγη ώρα ένα κατηφορικό μονοπάτι που το χιόνι παρθένο τσιτσίριζε κάτω από το βηματισμό μας. Δεξιά κι αριστερά υψώνονταν τοίχοι από πάγο. Το χιόνι των προηγούμενων ημερών είχε πυκνώσει κι είχε γίνει σκληρό σαν τσιμέντο. Ξαφνικά φάνηκε μπροστά μας ένα πέτρινο σπίτι με μια τσίγκινη στέγη. Χτυπήσαμε την πόρτα και μια γκριζαρισμένη κυρία μας άφησε να περάσουμε μέσα. Απλωθήκαμε γύρω από το τζάκι και απολάυσαμε γλυκό του κουταλιού και ζεστό ρόφημα. Το επόμενο πρωί, τα χέρια μας ήταν το ίδιο παγωμένα, παρά τις ώρες που περάσαμε μπροστά στο τζάκι. Τότε συνειδητοποιήσαμε ότι είμαστε αποκλεισμένοι μέσα στο αυτοκίνητο που ‘χε θαφτεί στο χιόνι. Ο ουρανός ήταν λευκός αλλά η χιονοθύελλα είχε κωπάσει. Το αυτοκίνητό μας βρέθηκε καρφωμένο πάνω στα πεύκα του γκρεμού με νεκρούς τους επιβαίνοντες. Ποτέ δεν θα μάθουμε αν ο θάνατος υπήρξε οδυνηρός. Η ζεστασιά γύρω από το τζάκι ήταν τόσο γλυκιά.

 *το διήγημα “Το πέτρινο σπίτι” δημοσιεύθηκε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Μικρό Πεζό

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ