Νέα Κυκλοφορία: «Λαβίνια Σουλτς», Γεωργία Διάκου
«Η Λαβίνια Σουλτς, η πρώτη νουβέλα της Γεωργίας Διάκου, καταπιάνεται με το ζήτημα της γυναικείας ενδυνάμωσης, μέσω της ηρωίδας του βιβλίου, μιας καλλιτέχνιδας της εποχής των απαρχών του μοντερνιστικού κινήματος.
Στη στιβαρή, γραμμένη με ιδιαίτερη επιδεξιότητα λυρική της πρόζα, η συγγραφέας μετέρχεται κάποιους από τους χαρακτηριστικότερους λογοτεχνικούς τρόπους του φεμινιστικού μοντερνισμού, όπως η ροή συνείδησης, καθώς και άμεσες αναφορές στην εποχή της εμφάνισης του μοντερνιστικού κινήματος (αρχές του 20ου αιώνα), ώστε με τα εργαλεία αυτά να μιλήσει πρακτικά για την κοινωνική θέση των νέων γυναικών του σήμερα. Η Διάκου, ταξιδεύοντας επί τούτου στο παρελθόν, επιδιώκει να αναδείξει ότι οι νέες γυναίκες εξακολουθούν να δίνουν τις ίδιες μάχες που δόθηκαν και εκατό χρόνια πίσω- κυρίως όσον αφορά τον κοινωνικό έλεγχο πάνω στο γυναικείο σώμα, την άρση των έμφυλων περιορισμών και την άνιση κατανομή εξουσίας στην οικιακή/ οικογενειακή σφαίρα.
Αυτό το ξεχωριστό, το απίστευτης δύναμης πεζογραφικό ντεμπούτο της Διάκου, μιλάει με έντονο πάθος για τα γυναικεία δικαιώματα, συνδέοντας το ονειρικό και σουρεαλιστικό του περιεχόμενο με την επιστολική γραφή. Το αμάλγαμα του «να κάνεις δυνατό το αδύνατο», που ταιριάζει στο ονειρικό στοιχείο, με το «να κάνεις λογικό το παράλογο και αντιστρόφως», χαρακτηριστικό της σουρεαλιστικής γραφής, αλλά και το να «μετατρέπεις το ιδιωτικό σε δημόσιο», που συμβαίνει στην επιστολική γραφή, προσφέρει στην συγγραφέα την δυνατότητα της απόλυτης αυτονομίας σε σχέση με το ίδιο το κείμενο της και τις συμβάσεις που αυτό φέρει ή περιγράφει. Της παραχωρεί τη δυνατότητα να αποτραβηχτεί από την προσωπικότητα της ηρωίδας της, να κάνει ριζοσπαστικά ορατή την πιο ιδιωτική υπόθεση, μέχρις σημείου που τα αφηγήματα τα οποία ελέγχουν και καθορίζουν τα γυναικεία σώματα και τους γυναικείους κοινωνικούς ρόλους χάνουν την επιβολή τους, ξεμπροστιάζοντας έτσι την βαναυσότητα των κοινωνικών δυνάμεων που ορίζουν τη ζωή και το σώμα της ηρωίδας Λαβίνια.
Η Λαβίνια Σουλτς είναι μια λογοτεχνική εξέταση του τι σημαίνει να είσαι νεαρή γυναίκα στο σήμερα, αλλά και του κάτω από ποιους κοινωνικούς μηχανισμούς το γυναικείο σώμα κατακερματίζεται σε ένα σύνολο από σωματικά μέρη, έκαστο από τα οποία ελέγχεται με συστηματικότητα. Μέσα από όμορφα επεξεργασμένες, πλούσιες και συχνά σκληρές εικόνες, το βιβλίο απεικονίζει το πώς η συστηματοποίηση και ο έλεγχος πάνω σε έναν άνθρωπο μοιάζουν, όταν γίνονται αντικείμενο παρατήρησης από έναν εξωτερικό παρατηρητή. Με αυτή την έννοια, αποκαλύπτει την πατριαρχία όχι σαν μια άθραυστη φυσική τάξη πραγμάτων, αλλά ως ένα απλό άθροισμα εξειδικευμένων μηχανισμών ελέγχου- έναν μηχανισμό που με τη σειρά του κι αυτός μπορεί να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη».
Στοιχεία βιβλίου
ISBN:978-618-5463-59-5
Εξώφυλλο: Βίκυ Μπρούσαλη
Αριθμός σελίδων: 132
Διαστάσεις: 12 × 19
Τιμή: 11,66
Έτος έκδοσης: 2023
Δείγμα γραφής
Μία μάσκα έχει δύο μαύρα κουμπιά στο στόμα. Μαύρα με τέσσερις τρύπες. Ραμμένα στα χείλη, ραμμένα στη γλώσσα, εκεί που βγαίνει ο ήχος. Εύχομαι να ήμουν κωφή, να γνώριζα τον κόσμο από εσωτερικούς ρυθμούς του μυαλού και της καρδιάς. Τι ακούς όταν τρέχεις προς τα μέσα και οι άνθρωποι μοιάζουν κούκλες στερεωμένες στην πείνα;
Εγώ μπήκα μέσα σε ένα δωμάτιο γεμάτο φώτα και με τύφλωσαν. Τα φώτα έπεφταν στα μάτια μου και ακουγόταν μουσική, από μια ορχήστρα κρυμμένη κάτω από την σκηνή και ένα κοντραμπάσο που ερχόταν από την κόλαση. Σκέφτηκα πως δεν με αγαπά η θεά πια και θα με στείλει στους δαίμονες να βασανιστώ, μα αυτό το δωμάτιο μου είπαν πως λέγεται θέατρο και είναι εδώ που παίζονται οι παραστάσεις. Πήρα κι εγώ το βλέμμα μου και το έβαλα στη σκηνή. Οι ηθοποιοί βγαίνουν με υφάσματα που σέρνονται, πετρόλ και βεραμάν, βερμιγιόν και ώχρες. Κοστούμια λέγονται, και η κόλαση ακούγεται πιο δυνατά όταν μία γυναίκα που μοιάζει με τίγρη ή κοράκι βγαίνει στη σκηνή. Έχει τα μάτια της μαύρα και το λευκό γυαλίζει το φως. Πέφτει πάνω μου. Εμένα θέλει, με αναζητά. Πριν τυφλωθώ γυρνώ το κεφάλι και πέφτει η ενέργεια του λόγου της μέσα στο κοχύλι. Το αφτί μου πονά. Κρύσταλλα σπάνε σε κάθε μία λέξη. Όταν ανοίγω τα μάτια μου πέφτω στον πιο βαθύ ύπνο της ύπαρξης. Απέναντί μου στέκεται ένας κύριος που πουλά μήλα. Το κεφάλι του έχει εξογκώματα από μια αρρώστια που δεν ξέρω. Του ζητάω να μου κάνει το μοντέλο. Τον παρακαλώ. Του λέω πως είμαι καλλιτέχνιδα και θέλω να τον ζωγραφίσω, θέλω να κάνω μάσκα το κεφάλι του. Με κοιτά και γελάει. Λέει πως είμαι τρελή και σε λίγο θα πεθάνω από την πείνα αν κρίνει από τα κόκαλα που πετάγονται κάτω από τα μάτια μου. Τα μάτια μου, λέει, είναι βουλιαγμένα στον θάνατο. Ύστερα βλέπει το μωρό και σωπαίνει. Βλέπει την άχνα του στο φόρεμά μου και σωπαίνει. Μου δίνει ένα μήλο και με στέλνει στην ευχή της θεάς.
αγαπημένη μου μητέρα,
είμαστε καλά. Το μωρό μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Είναι θαύμα να το βλέπεις στην κούνια του να κοιμάται. Το στήθος μου είναι γεμάτο γάλα. Νιώθω όμορφη και δυνατή. Ξέρω πως θα ήθελες πολύ να μας επισκεφτείς, μα δυστυχώς αυτό αδύνατο στην παρούσα συγκυρία. Εγώ και ο Βάλτερ δουλεύουμε τρία βράδια την εβδομάδα στο θέατρο και τα υπόλοιπα στο εργαστήριο του σπιτιού. Μας πληρώνουν πολύ καλά. Φτιάχνουμε τα κοστούμια και τα σκηνικά στο Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας του Σαίξπηρ. Είμαι σίγουρη πως θα ενέκρινες την παράσταση. Έχει ηθικό χαρακτήρα. Τα βράδια όταν προσεύχομαι επανέρχεται στιγμιαία ο πόνος στο αφτί μου. Ζαλίζομαι και ακούω την φωνή σου να έρχεται από τα βάθη των θαλασσών. Έχω την παρόρμηση να κόψω το αφτί μου, αλλά ευτυχώς το ψαλίδι βρίσκεται μέσα στο καλάθι με τα υφάσματα. Σε φιλώ/Σε μισώ
δικιά σου, Λαβίνια
Σύντομο βιογραφικό
Η γεωργία διάκου (1995) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καρδίτσα. Είναι απόφοιτη του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας (2017) και τελειόφοιτη του τμήματος Θεάτρου Α.Π.Θ με κατεύθυνση Σκηνοθεσίας. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Αυτά που φαίνονται στο φως μού μοιάζουν οικεία, εκδόσεις Θράκα (2022), υποψήφια για το βραβείο Γιάννης Βαρβέρης της Εταιρείας Συγγραφέων, και έχει συγγράψει με τη Μελίνα Αποστολίδου το θεατρικό έργο Η πόλη έβαλε τους ανθρώπους της στα παγκάκια και κατάπιε μια μέντα, εκδόσεις Βακχικόν (2022). Η Λαβίνια Σουλτς είναι το τρίτο της βιβλίο.