ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΔΥΟ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΕΝΑ ΦΙΛΙ
έχουμε εμείς
ρούχα καλά και καθημερινά
δωμάτια το ίδιο
έχουμε μια σειρά, δεν είναι όλα ίσιωμα
Αυτή η σκηνή θα γίνει στο σαλόνι, που ανοίγει μόνο στις γιορτές. Τον άλλο χρόνο παραμονεύει σκοτεινό και κρύο. Εκεί όταν μπούμε είμαστε ευγενικοί, πάρτε και κάτι ακόμα, λίγο ουίσκι; πάρτε τουλάχιστον ένα τσιγάρο Όσκαρ
Στο σαλόνι, καθημερινή
τα παντζούρια κλειστά
ξάπλωσα πάνω στο τραπεζάκι από μάρμαρο
γύρω τριγύρω μπορντούρα από ξύλο
βαμμένο σκούρο καφέ σχεδόν μαύρο
Κράτησα την ανάσα
για να μη βγω από το περιθώριο
Μπήκε η μητέρα σου διακριτικά και στάθηκε στο πλάι. Με δάχτυλα επιδέξια εξέτασε ποια η καλή και ποια η ανάποδη, μην κάνει λάθος, κι έστρωσε πάνω μου το σεμεδάκι το κολλαριστό, το άσπρο
Ύστερα το διόρθωσε για να ναι όλο ίσιο,
να υπάρχει τάξη
Κράτησα την ανάσα να ταιριάζω στο ντεκόρ
Μπορώ κι άλλο
Το πρωί τρέχω
και δίνω ένα φιλί στον Γιριγιάν
τρεις μέρες πριν είχαμε ανταλλάξει δυο κουβέντες
ΙΟΥΔΗΘ
Για να στέκεται όρθια
γέρνει πάνω στις λέξεις
τις ξεσκονίζει, τις χαϊδεύει
βάζει το δάχτυλο στα χάσματα
τις τσαλακώνει
«είναι όλες κράματα»
θα πει
«δε βρίσκω τίποτα ατόφιο»
μετά
πιάνει τα γράμματα
τα κοιτάζει στο φως
«αν τους αλλάξεις θέση, αλλάζουν στάση»
παρατηρεί
«ας φανταστούμε το ρευστό του πράγματος»
χώνει τα χέρια της στην ύλη τους
ζυμώνει, πλάθει και ξανά
και απορεί
που αυτός ο κόσμος
παραμένει ίδιος.