εκδ. Μελάνι
1. ΕΑΝ ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ΝΑ ΓΙΝΩ ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΟΥ
«Ο εχθρός του ποιητή»
Εάν επρόκειτο να γίνω εχθρός του εαυτού μου
Θα έφτιαχνα έναν μύθο
Με εντάσεις και ανατροπές.
Κι όχι ανίκανος να παρατηρώ τη φύση μου
Να τρέχει να σωθεί.
Κι όχι ανήμπορος,
να μην μπορώ,
να με βλάψω όπως θέλω.
Η λογική
Έχει μια δόση φαντασίας.
Κι η φαντασία
Μια δόση ιδιοπάθειας.
Δε θά’ χει αξία
Μιαν ανολοκλήρωτη εκδίκηση.
Δε θα’ ναι τίποτα
Χωρίς τουλάχιστον για έπαθλο
Το κεφάλι μου το ίδιο.
Χειρότερο κι από τον θύτη είναι το θύμα.
Εάν επρόκειτο να μην είμαι τίποτε από τα δύο τελικά
Θα διάλεγα το τίποτα με παραπάνω σημασία.
Συζεύγοντας τα πιο ηλίθια μέρη
Θα προσπαθούσα να αποδείξω
Μια μικρή σημασία.
Με μέθοδο θα με σκότωνα.
Και θα το έκανα να φανεί
Έγκλημα πάθους.
2.ΔΙΑΘΛΑΣΕΙΣ
Εκείνη την ώρα είχε μιαν επικίνδυνη ομορφιά σα μολυσμένη
«Ο αδελφός»
Η κοπέλα καθότανε γυμνή
Μπροστά στο στρογγυλό καθρέφτη
Μετακινούνταν με τη φορά του φωτός
Υπολογίζοντας με το ανάστημα το ύψος των διαθλάσεων
Τότε ακουμπούσε πάνω του τα χέρια της
Κι ευθυγραμμιζόταν
Με τη μία βρεγμένη της παλάμη
Η ομορφιά της θα παρέμενε στέρεη
ωσότου
να αποδειχθεί ψευδές το είδωλο
«Είδες τελικά που τα άκρα μας συγγενεύουν κάπως;»
Της είπε ο καθρέφτης
Και θρυμματίστηκε
Μπροστά στα μάτια της
3. ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
«Ο εχθρός του ποιητή»
‘δε με ενδιαφέρουν τα ολοκληρωμένα ποιήματα΄΄
‘’δεν καταλαβαίνω τα ποιήματα’’
Ο ποιητής
Προτιμούσε νά’ ναι κακός από το να μην είναι καθόλου
Ο ποιητής
διάλεγε
Να είναι θύμα των συμπτώσεων
Της βαριάς του μοίρας
Αχθοφόρος
Μιας σπάνιας τιμωρίας.
Ο ποιητής
Ο ποιητής
Δεν έβρισκε χρόνο τώρα.
Έψαχνε πώς να βρει να πει
Εκείνο
το ακριβές
το ασίγαστο
Μάρτυρες όλες οι συγγενείς
Οι μεγαλύτεροι εχθροί
Οι λέξεις Οι λέξεις του
Λάκκοι πατημένοι στη σειρά
Έπαιζε κουτσό
Κάποτε πηδούσε ψηλά περισσότερο από το μπόι του
Τις ποδοπατούσε
Μετά έτρωγε το χώμα
Τον τρόμαζε που ήξερε τη λέξη που θα διάλεγε
Τέρας μου πληγωμένο κεφάλι Μέδουσας
Κρατάς στα χέρια σου τώρα
Το πιο ένοχό μου μυστικό
Την ερμαφρόδιτη θλίψη μου
Γράφε, γράφε, γράφε κι εσύ
Μέχρι να βρεις
Την τέλεια ιδέα
Την κυριολεξία που έρχεται μετά το τέλος της πραγματικότητας
Έτσι κι αλλιώς
Το ποίημα
Θά ’ρθει
Πεσμένο στα τέσσερα
Γράφε ξανά [άνω τελεία]
Έχει τον πόνο της γέννας
Τη λύση του θανάτου
4. ΕΓΡΑΦΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΟΝΕΙΡΟ
«Τα όνειρα της αϋπνίας:
Το ιερατείο του ύπνου και η διά των ονείρων καύσις των αιρετικών της νύχτας»
Έγραφα μέσα σε όνειρο
Και διαστέλλονταν οι εικόνες
Λόγια αινιγματικά τοπία ανοίκεια
Πρόσωπα φαγωμένα από τη φθορά της μνήμης
Δε με ακουμπούσε και δε με γνώριζε κανείς
Δε με αγαπούσε κανείς
Μιλούσαν μεταξύ τους
Τα κεφάλια των ανθρώπων
Κάνοντας σινιάλα
‘’Μόνο μια γλώσσα μιλάμε,
Τη γλώσσα των ανθρώπων’’
Φώναξε με λύσσα η Μόρα
Στους απρόσκλητους επισκέπτες της νύχτας.
Η καρέκλα αφημένη μπροστά στο παράθυρο.
Η νύχτα συνέχιζε.
5. 0.Α.
Ο κόσμος να γίνει εικόνα. Αυτή θα είναι η τελευταία ζωή των ανθρώπων. Να τους σκεπάσει μια εικόνα
«Οι κτίστες»
Until only infinity remained of beauty
John Ashbery, Some trees
Το τέλος θα έρθει
Με την απόλυτη βία της ομορφιάς.
Εικόνα βουβή
Θα ρουφήξει μέσα της
Το αίμα της πληγής των ανθρώπων
αφού πρώτα
Χαράξει πάνω τους
Τα αρχικά:
«Ο.Α.»
Ομορφιά Ασχήμια
Ομορφιά Ασχημονούσα
Ομορφιά Άσχημη