Η ζωή των Ελλήνων στο εξωτερικό, Μέρος Τέταρτο
Στο τέταρτο μέρος του αφιερώματος μας για τη ζωή των Ελλήνων στο εξωτερικό επιλέξαμε ποιήματα και πεζά των: Πέτρο Ισαακίδη, Βικτώριας Τσιόκου, Παύλου Ανδρέου, Νίκου Ι. Τζώρτζη, Αλέξανδρου Αθανασίου, Θωμά Διάφα και Ιωάννας Λεκκάκου.
Πέτρος Ισαακίδης
πως να είσαι χρήσιμο μέλος της διασποράς
ποτέ μην αγαπήσεις τη νέα σου
πατρίδα–μην τη λες πατρίδα–
ζήσε σαν να έχεις χέρια
από χαλκό και καρδιά από μάρμαρο
κοιμήσου με όλους τους αυτόχθονες
που θα σε ποθήσουν, χωρίς εξαίρεση
άσε να σου ρουφήξουν τους βολβούς
να σου μασήσουν τη γλώσσα, μόνο
μην ξεγελαστείς και σου κλέψουν
το ρητορικό χαλίκι από το στόμα
γέμισε τις τσέπες της νέας σου
πόλης με αγκωνάρια, πέτα την
στον κοντινότερο ωκεανό ή λίμνη
βάψε κόκκινα αυγά κάθε πέμπτη
μικρή μεγάλη, στόλισε το κρεβάτι
σου με λουλούδια πλαστικά
κάθε μεσάνυχτα σαββάτου
προς κυριακή βγες έξω με κερί
αναμμένο ουρλιάζοντας «ποτέ
δεν ανέστη», περίμενε να δεις
αν κανείς σε διαψεύσει
υπάρχουν τρόποι πολλοί
να θάψεις τους νεκρούς σου
γι’ αυτούς που ήσουν μακριά
κι έχασες την κηδεία, πάρε
μια φωτογραφία τους, πασπάλισέ
τη με ζάχαρη άχνη, πολύ, μέχρι
να κρυφτεί σαν το σώμα του πολυνείκη
ονομαστικές εορτές πάψε να θυμάσαι,
άγιοι κι οι αγίες εκτός
δεν έχουν δικαιοδοσία
βρες μια ζωγραφιά
με τον όλυμπο καλυμμένο
με το πρώτο χιόνι της χρονιάς
βάλτη στην κατάψυξη`
ενώ στο φούρνο κάψε
τη λίστα με όλα τα ονόματα
των ηφαιστείων ενεργών τε
κι ανενεργών και ποτέ
μην αγαπήσεις τη νέα σου
πατρίδα–μην τη λες πατρίδα–
ούτε την πρώτη σου αγάπησες
για να την αφήσεις έτσι
ασύστολα κι οριστικά
και όσοι πατρίδες αγαπούν
ας μείνουν σπίτι κι άλλη γλώσσα
ας μην μιλήσουν–εσύ μάθε
των ντόπιων πουλιών
τα καλέσματα και αν δεν μπορείς
σώπα–η σιωπή σου καλό θα κάνει
στη νέα σου πατρίδα
ενώ η παλιά σου έχει ήδη
ωφεληθεί
Ο Πέτρος Ισαακίδης γεννήθηκε στη Λάρισα. Σπούδασε ιατρική και εργάστηκε ως επιδημιολόγος και ερευνητής σε χώρες όπως η Κένυα, η Καμπότζη, η Ινδία και η Νότια Αφρική. Ολοκλήρωσε με διάκριση το Master of Arts στη Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν. Έχει δημοσιεύσει εκτενώς σε επιστημονικά περιοδικά, ενώ ποιήματα και πεζά του, στα αγγλικά και στα ελληνικά, έχουν εμφανιστεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, μεταξύ των οποίων τα: Anti-Heroin Chic, Ariel Chart, Στάχτες, Χάρτης, Θράκα, Πλανόδιον – Ιστορίες Μπονζάι, The New Contrast, Eunoia Review, και Stanzas. Η πρώτη του ποιητική συλλογή volcanoed/ηφαιστειωθείς εκδόθηκε από τη Θράκα το 2025. Ζει στο Κέιπ Τάουν.
***
Βικτώρια Τσιόκου
η νοσταλγική ελευθερία της μετανάστριας
τα φτερά μου
όλο και
μεγαλώνουν
αλλά, καμιά φορά,
αρχίζουν και πονάνε,
μαμά
Η Βικτώρια Τσιόκου γεννήθηκε το 1995 στη Γερμανία, μεγάλωσε στην Πρέβεζα και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Έκτοτε έχει ζήσει στη Φινλανδία, την Ισπανία, την Αυστραλία και τον Καναδά. Έκανε το μεταπτυχιακό της στην Επεξεργασία Φυσικής Γλώσσας στο Σαν Σεμπαστιάν, και πλέον ζει και εργάζεται στην Ισπανία. Η πρώτη της ποιητική συλλογή “91 ημέρες” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Θράκα.
***
Παύλος Ανδρέου
KOYIZ
Μένει σ’ ένα δυάρι μ’ άλλους έξι
σάπια χωρίσματα από γυψοσανίδα
και το ταβάνι μελανί να στάζει μέλλον.
Στα χέρια του μια πλαστική σακούλα
σούπερ μάρκετ
και μια βαριά βαλίτσα βαθιά μέσα του.
Καλημερίζει με δική του προφορά
που δεν κατάγεται από ευγενή γονίδια.
Ξέρει απ’ έξω αριθμούς λεωφορείων
συνδυασμούς θυρών πολυτελείας
που κλείνουν όπως πάντοτε στα μούτρα του.
Στις πλάτες του πέντε ζωές
επτά επαναπατρισμοί
τρεις απορρίψεις με σφραγίδα κρατική
κι ένα μπουκάλι υπομονής μισοτελειωμένο.
Μιλάει γλώσσες κάμποσες, αλλά
ξέρει καλύτερα να μη μιλάει.
Καπνίζει γόπες, πίνει πίκρες
κι ονειρεύεται
τα ίδια του τα όνειρα που χάθηκαν στον δρόμο.
Ποιος να ’ναι;
Ένας ακόμα μετανάστης
φυγάς απ’ την πατρίδα της ταυτότητας
σε μια φλοκάτη που κοιμάται ολομόναχος
ζητώντας άσυλο από την ανθρωπότητα.
Ο Παύλος Ανδρέου γεννήθηκε το 2000 στη Λάρνακα. Σπούδασε Νομική στο University of Reading και στο University of Law. Εργάζεται ως δικηγόρος. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: “Παγωτό Δακρυγόνο” (Θράκα, 2022; Κρατικό Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2022, Βραβείο Ομίλου Λογοτεχνίας και Κριτικής, Βραχεία λίστα Περιοδικού “Ο Αναγνώστης”) κα “Κουνούπι Τίγρης” (Θράκα, 2024). Είναι μέλος της πανευρωπαϊκής πλατφόρμας ποίησης Versopolis και έχει συμμετάσχει σε ανθολογίες.
***
Νίκος Ι. Τζώρτζης
Αναγραμματισμός αισθημάτων
Εύκολα στις λέξεις
ο σ τ ό ν ο ς
γίνεται
ν ό σ τ ο ς·
εύκολα στις λέξεις,
δύσκολα στις πατρίδες.
Νίκος Ι. Τζώρτζης: Αναψηλάφηση, Β΄ (Κέδρος 2021)
Ο Νίκος Ι. Τζώρτζης κατάγεται από την Κριτσά. Γεννήθηκε στον παρακείμενο Άγιο
Νικόλαο Λασιθίου Κρήτης, όπου κατοικεί και εργάζεται. H έκτη, υπό έκδοση,
ποιητική του συλλογή τιτλοφορείται: Αστοχία υλικού – Αναψηλάφηση, Γ΄ (Κέδρος).
***
Αλέξανδρος Αθανασίου
MACARONIC[1]
Identity is dynamic.
It changes according to the coordinates.
A slave to its point of reference.
The rich kid at the tweaker pad is a poor kid at the yacht club-party.
What seemed radical to the liberal father, sighed compromised for the commie-mom.
Lily said you’re a patriarchal piece of trash, right before she slapped your stupid face.
But during the last Sunday-league game, the guy in the no10 jersey specified you’re
just a faggot.
He repeated the damn word half-a-dozen times during the first,
before you calmly decided to rearrange his face during halftime.
No second half for number 10.
No second half for number 0.
No better half for you and Lily.
It is funny, your identity.
Lil’ two-faced chameleon. A traitor.
Changing colours depending on turf and social conventions.
You know, a bus driver in Brighton called me Paki-scum.
A squatter girl in Lisbon asked me if I was neo-Nazi.
Both times I was just Mediterranean;
with my peanut-shaved head,
frowning in disgust,
begging the unspecified ethereal to snatch me from the neck and
teleport me back to bed.
[1]Characterized by a mixture of two languages.
O Αλ. Αθανασίου BA Journalism, MA Writing γεννήθηκε το ‘92 στην Αθήνα. Σπούδασε γραφή στο Brighton. Εργάζεται ως κειμενογράφος.
***
Θωμάς Διάφας
Πώς μπορεί ο έλληνας να πειστεί ότι αξίζει κάτι καλύτερο;
Ταξιδεύοντας με το τρένο από Λωζάνη για Βερολίνο, κοιτάζοντας απ’το παράθυρο τις πόλεις και τις λίμνες, αναρωτιέμαι πώς μπορεί ο έλληνας να πειστεί ότι αξίζει κάτι καλύτερο.
Τους βλέπω όλους με τα φρεσκοπλυμένα ρούχα τους, με την αυτοπεποίθηση που τους επιτρέπει η ιδιότητα τους ως πολίτες των χωρών που διασχίζουμε, θυμάμαι τα πεσμένα πρόσωπα που συνάντησα στο πρόσφατο ταξίδι μου στην Θεσσαλονίκη.
Οι φίλοι μου πια μοιράζονται μια στεναχώρια, παλιά πάνω στα τραπέζια υπήρχαν τσίπουρα και μεζέδες, τώρα μόνο σκορπισμένα μουδιάσματα.
Τα τελευταία χρόνια, αναλόγως του πού βρίσκομαι στο εξωτερικό ακούω και διαφορετικές απόψεις για την Πατρίδα. Αν η χώρα είναι φιλικά προσκείμενη στο κυβερνόν κόμμα, τα τοπικά μέσα παρουσιάζουν και μια αντίστοιχη πραγματικότητα. Θυμάμαι στην Ολλανδία χαρακτηριστικά μου είχαν πει δυο νέα από την Ελλάδα: ότι α) η οικονομία πάει γαμιώντας και «συγχαρητήρια» και β) ότι ο πρόεδρος μιας ποδοσφαιρικής ομάδας μπήκε με πιστόλι μέσα στο γήπεδο.
Τους επιβεβαίωνα πως μονάχα το πρώτο είναι αλήθεια καθώς η οικονομία έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα που επειδή παραείχαμε λεφτά, τα ιδιωτικοποιήσαμε όλα, ώστε να ακριβύνουν και να μπορούμε να έχουμε κάπου να ξοδέψουμε.
Μια κοπέλα χθες με προσέγγισε και μου είπε ότι είναι σοκαρισμένη με το γεγονός του ότι οι τουρίστες που την επισκέπτονται, δεν ενδιαφέρονται για την παρακμή της Χώρας μου.
Από το παράθυρο βλέπω τις αγελάδες να μασάνε ευλαβικά το χορτάρι, καθώς ένα αγροτικό διασχίζει κάθετα το ομιχλώδες τοπίο.
Ύστερα συζητήσαμε για το παράδοξο του ότι ενώ ο εθνικός σκηνοθέτης της Ισπανίας είναι ο Αλμοδόβαρ, εμείς έχουμε τον Αγγελόπουλο. Μαρτυρά αυτό άραγε το ήθος, την αισθητική και την σχέση μας με το παρελθόν μας; Της είπα πως αν κάποιος έκανε σήμερα μια ταινία όπου ελληνίδες καλόγριες βαράνε ηρωίνη, ή κρύβουν φυλλάδες πορνογραφικού υλικού μέσα στην Αγία Γραφή, πιθανότατα να γινόταν πραξικόπημα.
Να ξεκαθαρίσω πως δεν με ενδιαφέρει η σχέση του Έλληνα με τα ήθη. Επιμένω πως το ζήτημα των ημερών, «ο άγνωστος στρατιώτης», αφορά τόπους όπου το παρόν είναι όσο ένδοξο είναι και το παρελθόν. Οι ηθικές αξίες διακυβεύονται σε καταστάσεις απόλυτης φτώχειας κι ας είναι αυτό κάτι που οι «ειδικοί» αμφισβητούν. Ο λαός επιθυμεί μια αξιοπρεπή ζωή. Κάποια στιγμή ίσως πω περισσότερα για αυτό το θέμα. Προς το παρόν σιωπώ.
Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο στον Έλληνα, είναι το πώς η συνολική ταυτότητα του επηρεάζεται από την ιδιότητα του ως πολίτης. Πώς αντιλαμβάνεται δηλαδή τα δικαιώματα του και το πώς αυτό διαμορφώνει τα όσα απαιτεί και τα όσα θεωρεί ότι του αξίζουν.
Τα σπίτια δίπλα από τις γραμμές του τρένου έχουν έναν φράκτη να τους προστατεύει από την ηχορύπανση. Ποτέ δεν θα έμενα δίπλα από τις γραμμές του τρένου. Θυμάμαι, Χριστούγεννα, πριν κάνα δυο χρόνια, πήρα αναγκαστικά το τρένο από τη Λιβαδειά για να πάω Θεσσαλονίκη. Έτρεμα ολόκληρος – σκεφτόμουν τον πιθανό θάνατο μου και μετάνιωνα που είχα μείνει μέχρι τόσο αργά προκειμένου να φάω λίγα ακόμα λιβαδειώτικα σουβλάκια.
Τα συλλογικά τραύματα άραγε πότε και πώς θεραπεύονται; Πρέπει πρώτα να συνειδητοποιηθούν απαντάω, και οι Έλληνες είναι σε χειμερία νάρκη.
Η Λάλα Κωλοπή αναφέρει πως υπάρχει μια προ-δολοφονίας-Ζακ Κωστόπουλου-εποχή και μια μετά, και ότι αυτό έχει στιγματίσει την ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα ανεξίτηλα. Μου άρεσε -παράδοξα- πολύ αυτή η δήλωση καθώς και εγώ τις στιγμές που φιλοσοφώ στο μπουντουάρ μου, έχω σκεφτεί το ίδιο. Ωστόσο, σκέφτομαι, λόγω του χρόνιου μουδιάσματος, λόγω αυτής της χειμερίας νάρκης, σε συνδυασμό με την φτώχεια, δεν επιτρέπεται το τραύμα να βιωθεί «σωστά».
(εννοώντας ως «σωστό» μια πιθανή άνευ όρων επανάσταση μέχρι να επανέλθει το πράγμα στις εργοστασιακές ρυθμίσεις. Και ως εργοστασιακές ρυθμίσεις θεωρώ την απαίτηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Έλληνα.)
Πώς μπορεί λοιπόν ο Έλληνας να πειστεί ότι αξίζει να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα του;
Ο σύγχρονος ιδιωτικού συμφέροντος πολιτισμός δρα ύπουλα καθώς ξέρει πως δημιουργώντας την ψευδαίσθηση μιας -βλαχομπαρόκ- μεγαλοπρέπειας μπορείς να κρατήσεις σε καταστολή την ανάγκη για αξιοπρέπεια.
Αυτά απασχολούν το μυαλό μου αυτές τις μέρες, αυτά γράφω καθώς το τρένο φτάνει -μετά από 12 ώρες- στον σταθμό του Βερολίνου.
Από τότε που μετακόμισα στο εξωτερικό βλέπω τα πράγματα από μιαν απόσταση. Απέκτησα μια εμμονή: από το πρωί ώσπου να κοιμηθώ ακούω ειδήσεις από την Ελλάδα. Έτσι, ο,τι κι αν κάνω όπου κι αν σταθώ να γράψω, το χέρι μου παραπλανεί το ελληνικό αλφάβητο
Κάποια βράδια, που στέκομαι στην γωνία του μπαρ της γειτονιάς μου, βρέξει χιονίσει, εγώ κάθομαι εκεί και αναλύω τα όσα βλέπω μπροστά μου σκεπτόμενος τα όσα συμβαίνουν στην πατρίδα μου. Παρατηρώ την φθορά της γλώσσας στον εγκέφαλο μου. Οι λέξεις μπλέκονται και κάποιες φορές συνειδητοποιώ πως αυτά που θέλω να πω ίσως βγάζουν νόημα σε μια άλλη γλώσσα. Για παράδειγμα, το τελευταίο μου βιβλίο το έγραψα στα αγγλικά κι ας αφορά μονάχα τα όσα έζησα πριν ξενιτευτώ.
Έχει κι αυτό την γλύκα του, το να παρατηρείς την κατάρρευση από απόσταση. Κάποιοι θα το πουν προνόμιο. Εγώ το λέω μαρασμό.
Δεν είναι λίγες οι φορές που σκέφτηκα να πολιτευτώ. Να κάνω ένα πολιτικό κόμμα αλλά φοβάμαι πως θα με δολοφονήσουν. Τόσο κότα είμαι.
Στο μπαρ έβαλαν καινούρια ηχεία και η μουσική πια είναι εκκωφαντική. Μου λείπει ο καμένος ήχος. Από την καινούργια χρονιά θέλω να «επιστρέψω» για λίγους μήνες και να ανεβάσω μια θεατρική παράσταση. Πάντα αγαπούσα το θέατρο κι ας είναι μια τέχνη που απαιτεί χρήματα. Λέω στους φίλους μου που πως αυτή θα είναι η χρονιά μου και απορούν μαζί μου.
Ίσως τελικά το να ελπίζω να είναι κι αυτός ένας μηχανισμός επιβίωσης. Φτάσαμε, κατεβαίνω.

Ο Θωμάς Διάφας (Θεσσαλονίκη, 1987) είναι Ελληνο-Δομηνικανός διεπιστημονικός καλλιτέχνης και εκπαιδευτικός. Από το 2008 δραστηριοποιείται στον χώρο της τέχνης, με έμφαση στη σκηνοθεσία, την performance και τη σωματική έκφραση. Το έργο του εστιάζει στην ευαλωτότητα, την ανθρώπινη σύνδεση και την καλλιτεχνική φροντίδα μέσα από μια Queer Crip οπτική. Ιδρυτής του Thessaloniki Queer Arts Festival, ζει και εργάζεται μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας.
***************************************************************************
Thomas Diafas (Thessaloniki, 1987) is a Greek-Dominican interdisciplinary artist and educator. Since 2008, he has been active in the arts with a focus on directing, performance, and embodied expression. His work explores vulnerability, human connection, and artistic care through a Queer Crip perspective. Founder of the Thessaloniki Queer Arts Festival, he lives and works between Greece and Germany.
***
Ιωάννα Λεκκάκου
Αλχημική Αντίδραση
Μας χώρισε ο ωκεανός,
και κάθε φορά που η τύχη τ’ αποφάσιζε
κι άκουγα ήχους βαθείς κλαρίνου,
φτερά ανοίγονταν τα χέρια μου
κι εντός μου χόρευα τσάμικους χορούς αρσενικούς
με πόδια να φυτρώνουν ρίζες.
Πατρίδα.
Με κάθε μου στροφή γύρω απ’ τον ήλιο
τα μίλια αυγάτιζαν
οι ωκεανοί βάθαιναν
τα κλαρίνα έγιναν πιάνα και κιθάρες,
έγιναν ο Σεβάχ
που μου ‘γνεφε θλιμμένα καληνύχτα
κι έφερνε μνήμες πατρίδας,
που δεν άλλαζε
που δεν πλήθαινε
που δεν πλάταινε μαζί μου.
Πλήθος περιστροφές γύρω απ’ τον ήλιο ανάμεσα σε κείνη και σε μένα πια.
Μετακινήθηκα πολλάκις.
Τόσο που έγινα εγώ η πατρίδα μου
Κι εκείνη εξαφανίστηκε εντός μου
Και σύντομα εγώ εντός της
Δεν υπάρχει πια
Δεν υπάρχω πια
Οι μόνες μουσικές που μ’ επιστρέφουνε σε κείνη και σε μένα
είναι της σιωπής
(Από το βιβλίο, Ξελευθεριά. Σε δύο πράξεις, Μανδραγόρας, 2024)
========
ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ
Ήταν μια μέρα ανάλαφρη
νομίζω φωτεινή
τίποτε πολύ για να θυμάμαι
μια μέρα κοινή του ημερολογίου
η μέρα που αποφάσισανα φύγω.
Θυμάμαι μόνο τα φτερά
που βγήκανε στους ώμους.
Και μέρα με τη μέρα
τη μια συνηθισμένη μετά την άλλη
άρχισα να λείπω.
Να λείπω από βαφτίσια
Να λείπω από ταβέρνες κι από μπαρ
Να λείπω από ψιλοκουβέντες
χαζοξενύχτια και βιβλία
Να λείπω από αγκαλιές
Να λείπω από κηδείες
Αποφάσισα να φύγω
Όχι όμως να λείπω-
Να παραλείπω-
Να υπολείπομαι-
Το τίμημα είχε άριστα κρυφτεί
πίσω απ’ το ημίφως
της ανάλαφρης εκείνης μέρας-
(Από το βιβλίο, Ξελευθεριά. Σε δύο πράξεις, Μανδραγόρας, 2024)
Η Ιωάννα Λεκκάκου γεννήθηκε στην Αθήνα, ζει στην Αμερική αλλά ισορροπεί μεταξύ
των δύο χωρών. Διδάκτωρ του Παν/μίου Αθηνών με ειδίκευση στο Θέατρο στη
Εκπαίδευση, ερευνήτρια και επαγγελματίας μεταφράστρια λογοτεχνίας, έχει εξασκηθεί
να παρατηρεί και να καταγράφει. Άλλοτε αυτό μεταφράζεται σε εισηγήσεις σε διεθνή
συνέδρια και άλλοτε σε ποιητικά κείμεα. Κάποτε-κάποτε και σε σιωπή. Ή και χαμόγελο.














