ΑΠΟΨΕ
οι δρόμοι έχουν αδειάσει
τα σινεμά της Ομόνοιας
είναι κλειστά από νωρίς
και τα ταξί στις πιάτσες
περιμένουν καθηλωμένα
τους τελευταίους χαμένους
από τις παράνομες λέσχες.
Περπατώντας την
3ης Σεπτεμβρίου
όταν περάσεις νευρικά
από τα στέκια των ναρκομανών
και τα στενά των οίκων ανοχής
όταν πετάξεις το αποτσίγαρο
στην βρεγμένη άσφαλτο
όταν φύγεις στον παράδρομο
τίποτα δεν θα έχει αλλάξει.
Η πόλη εξαφανίζεται
πίσω τρέχουν μεθυσμένοι
το ατέλειωτο σκούρο
της παλαιάς Εθνικής
η άπλα των λωρίδων
κάποια μακρινά φώτα
σημαίνουν τον προορισμό.
Τα φρένα σκληρίζουν
και το μέταλλο καυτό
τα καθίσματα άδεια
ο συνοδηγός μακριά
μόνος απέναντι
στην αλήθεια.
Αυτό το βράδυ θα περάσει
νύχτα, νύχτα του καιρού
τα παράθυρα κλειστά
ο νιπτήρας στάζει
λεπτές σταγόνες
τα σφυριά χτυπούν
στις άκρες των κροτάφων
η σιωπή
όταν παύουν οι φωνές·
με θλίψη και αξιοπρέπεια
θα περάσει
κι αυτό το βράδυ.