Αφιέρωμα στον τουρισμό: πέμπτο μέρος
Στο πέμπτο μέρος του αφιερώματος μας για τον τουρισμό παρουσιάζουμε τα έργα των Αριστέα Παπαλεξάνδρου, Νίκου Νόνα, Άννας Γκασνάκη, Πέτρου Γκολίτση, Μίνας Μοίρου, Τώνιας Τζιρίτα Ζαχαράτου, Μαρίας Λάτσαρη, Παναγιώτη Καλυβίτη και Σταύρου Καμπάδαη
Αριστέα Παπαλεξάνδρου
Χρονιές χωρίς χειμώνα
Η κύρια προϋπόθεση για να επιβιώσεις
σ’ αυτές τις άνυδρες χρονιές
χωρίς χειμώνα
είναι η τήρηση του απαράβατου
κανόνα πρώτου:
Ρητά απαγορεύεται
αν έχεις υπηκοότητα ελληνική
να ονειρευτείς τις θερινές Κυκλάδες.
Τά ’παμε αυτά τα συμφωνήσαμε
με ελληνική ταυτότητα
δεν έχεις δυνατότητα να τις επισκεφτείς
πριν το ορισθέν διάστημα
από τα τέλη Νοεμβρίου ως τις αρχές Μαρτίου
στα πλαίσια μιας συνθήκης απαράβατης
υπό την συννεφιά ενός μισοσβησμένου ήλιου.
Ακολουθούν και άλλοι όροι
που υπέγραψες ερήμην σου για την ασφάλειά σου
1ον: Μην προσδοκάς να συνεννοηθείς
Μην προσδοκάς να λείψεις.
2ον: Έχεις από καιρό ξεπουληθεί
για μια βουτιά στο όνειρο — Τί περιμένεις
να ρεφάρεις τώρα πια κάνοντας κράτηση
για ένα ταξίδι ακόμη στις πολυπληθείς ομπρέλες.
Και 3ον, επανάληψη όλων των προηγουμένων:
Βάλτο για τα καλά στο νου
κοστίζει να ονειρεύεσαι
κοστίζει ν’ ανασαίνεις.
Κι η θάλασσα ξεμάκρυνε πέρα γι’ άλλους χειμώνες
αφήνοντάς για σένα εδώ
δύσπνοιες διά βίου αβίωτες
να μάθεις να εξοικειωθείς
με την αρχαία σκόνη
να αντέξεις να σιγοψηθείς
στις νέες ξηρασίες.
Η Αριστέα Παπαλεξάνδρου (1970) έχει εκδώσει έξι ποιητικά βιβλία: Δύο όνειρα πριν (2000)· Άλλοτε αλλού (2004)· Ωδικά πτηνά (2008)· Υπογείως (2012)· Μας προσπερνά (2015· Βραβείο Πέτρου Χάρη Ακαδημίας Αθηνών 2017) και Νυχτερινή Βιβλιοθήκη (2020). Η συλλογή Μας προσπερνά κυκλοφόρησε στο Βερμόντ των ΗΠΑ, σε μετάφραση Philip Ramp: It’s Overtaking Us (δίγλωσση έκδοση, Fomite Press 2020). Το 2021 υποστήριξε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, την διδακτορική της διατριβή, με Άριστα: Η πρόσληψη του ποιητικού λόγου των Ελληνίδων δημιουργών στο τελευταίο τέταρτο του 20ού αι. Μέρος αυτής της εργασίας, περαιτέρω επεξεργασμένο, κυκλοφορεί σε δύο τόμους: Δρέποντας τα όστρακα των διθυράμβων τους ⸺ 1974-2000: Μνείες, κρίσεις κι επικρίσεις για την ποίηση των Ελληνίδων (Επόμενα και παραλειπόμενα μίας ερευνητικής εργασίας). Από τις Εκδόσεις του Ιδρύματος Τάκης Σινόπουλος εκδόθηκε επίσης, η ανθολόγησή της τής Πολυδούρη: «Χαίρε, Ρυθμέ και Ρίμα. Σας χαιρετίζω» Μαρία Πολυδούρη: μία μοντέρνα της έμμετρης φόρμας Ή πιο τολμηρός μεσοπόλεμος ουδέποτε πεθαίνεις.
***
Νίκος Νόνας
Διακοπές στην Ψυττάλεια
Όταν φτάνει κάθε χρόνο/
Καλοκαίρι, περνάν απ’ το μυαλό μου κάτι/
εικόνες ειδυλλιακές. Κλείνουν πονηρά το μάτι,
γνωρίζοντας πως είναι όναρ μόνο./
Τα πενιχρά οικονομικά μου/
λογαριάζω με οξύ πόνο,/
τη θλίψη που με κατακλύζει και βαλτώνω,/
τις ατυχίες που μαστίζουν την καρδιά μου./
Αντί για Μύκονο, για Πάρο, Σαντορίνη,/
για κρουαζιέρα τρυφηλή ως την Ιτάλια,/
να μην ξεμείνω θέλω σ’ αττικά παράλια,/
στου ήλιου, στης Αθήνας το βαθύ καμίνι./
Αφού μου έλαχε να ζω μες στων σκατών τη δίνη,/
την πλεύση μου εκκινώ για την Ψυττάλεια.
Ο Νίκος Νόνας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1994. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Νεοελληνική Φιλολογία. Υπήρξε μέλος του Νεανικού εργαστηρίου ποίησης του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος». Σήμερα παραμένει στην Αθήνα και εργάζεται ως καθηγητής.
***
Άννα Γκασνάκη
Αυθαίρετο καλοκαίρι
Ο ήλιος ανέτειλε. Περίμενε τη μέρα αυτή με μια ανυπομονησία, σαν παιδί λαίμαργο για ανεμελιά. Οι υποχρεώσεις δε του επέτρεπαν να λείψει για πολύ. Οι υποχρεώσεις βέβαια θα μπορούσαν να περιμένουν, ωστόσο οι οικονομικές απολαβές δε γνωρίζουν την έννοια της ραστώνης. Το ραδιόφωνο έπαιζε «Summertime» και οι ρόδες κυλούσαν στην καυτή άσφαλτο. Το ελληνικό τοπίο εναλλασσόταν σαν ταινία στο σινεμά. Μύριζε ελιά πυρακτωμένη, λάδι, βενζίνη, αλμύρα.
Λίγο πριν φτάσει στον προορισμό του, ένα φανάρι, φρουρός αμετακίνητος. Το λίγο, κάπως έτσι, έγινε πολύ. Δε βιαζόταν. Δεν τον περίμενε κανείς. Ωστόσο, θαρρούσε πως ο παράδεισος δεν έχει συνωστισμό. Φούσκωνε, ξεφούσκωνε. Σαν την πολιτεία που ζει και κοιμάται με ένα όνειρο. Τη νύχτα το θρέφει με άστρα και πριν το σούρουπο το έχει μαραζώσει η ζωή.
Κάποτε έφτασε στο μικρό δωμάτιο με θεά τη θάλασσα. Τη θάλασσα, το μπετόν και κάτι ξέχειλους κάδους. Άφησε το σάκο του, έβγαλε τα ρούχα του και επιζήτησε την αναζωογονητική δροσιά ενός γρήγορου ντους. Το νερό διέτρεχε το κορμί του, αλμυρό σαν τη θάλασσα, σίγουρα όχι διαυγές. Έβαλε το μαγιό, πήρε την πετσέτα στον ώμο, ένα μικρό φορητό ψυγειάκι και έβαλε πλώρη για το απέραντο γαλάζιο.
Χρόνια τώρα ο κόσμος κυνηγά την επίπλαστη ευτυχία. Φτιάχνει έτοιμα κάστρα στην άμμο. Θέλει το έτοιμο, το σικάτο, εκείνο που φιγουράρει στις φωτογραφίες των social media διαβρώνοντας την αυθεντική έννοια της ομορφιάς. Προσπέρασε το πρώτο beach bar. Ξαπλώστρες παρατεταγμένες η μια δίπλα στην άλλη. Διαγωνισμός ομορφιάς με φόντο την απλόχερη ωραιότητα μιας λίμνης γαλάζιας. Λίγο πιο πέρα μια παρέα εφήβων. Ακούν μουσική. Ρουφούν τον καπνό λαίμαργα και αραδιάζουν τις γόπες στα απομεινάρια ενός κάστρου που έχτισαν χεράκια παιδικά. Έπειτα, μια παρέα ενηλίκων. Όλοι με τα κινητά στο χέρι, χαμένοι σε έναν κόσμο ψηφιακό, την ώρα που γύρω τους η ζωή συμβαίνει. Τα τενεκεδάκια από τα αναψυκτικά και τις μπύρες λιάζονται κι αυτά.
Κάθεται. Ονειροπολεί. Ένα άγριο, νησιώτικο τοπίο. Φρέσκο ψάρι, φωνές παιδικές, μια φέτα καρπούζι. Το ρολόι σταματά. Οι μέρες διαδέχονται η μια την άλλη δίχως τον τρόμο του βιαστικού αύριο. Στρέφει το βλέμμα γύρω του. Αναζητά τη χαρά. Αναζητά την αγνότητα του τοπίου. Εκείνη που πηγάζει από την απλότητα της ύπαρξής του. Βουτά στο νερό. Ξαπλώνει το κορμί του στην υγρή θαλασσινή κουβέρτα και κοιτά τον ήλιο κατάματα. Παραδίνεται στο περιβάλλον που ανήκει. Απλώνει τα χέρια, δρασκελίζει τα λιλιπούτεια κύματα. Άλλη μια απλωτή με μάτια κλειστά. Κάτι μπλέκεται στα ακροδάχτυλα. Ξαφνιάζεται από την υφή. Το θαλασσινό παραλήρημα αναβάλλεται. Μια σακούλα. Μια πλαστική σακούλα. Υδρόβιο δηλητήριο. Χρόνος απορρόφησης; Δε θυμάται… Θυμάται μόνο τις φέτες με το καρπούζι. Θυμάται τα δέντρα που πρόσφεραν ανιδιοτελώς τον ίσκιο τους.
Κρατά καλά τη σακούλα. Βγαίνει από το νερό. Στρέφεται γύρω του. Γόπες, τενεκεδάκια, πλαστικές συσκευασίες. Ακόμα πιο πέρα στο πάρκινγκ συνωστισμένα αμάξια και γύρω ένας κύκλος, ένα γαϊτανάκι υλικών παράταιρων, πεισματικά αναλλοίωτων στου χρόνου τη φθορά. Σακούλες με σκουπίδια πεταμένες, πάνες παιδικές, κουτιά προφυλακτικών, μπουκάλια κάθε λογής. Ασχήμια και θάνατος.
Τοποθετεί προσεκτικά τη σακούλα που μάζεψε σε μια άλλη που έχει πάντα μαζί του για να απορρίπτει τα σκουπίδια. Θυμάται κάτι ταμπέλες που συναντούσε στο παρελθόν, ίσως περισσότερο στα σχολικά βιβλία «Μη ρίχνετε σκουπίδια σε θάλασσες κι ακτές».
Έπειτα, στρέφεται στη θάλασσα. Ελλάδα. Η χώρα του καλοκαιριού. Του φωτός. Της φιλοξενίας. Η χώρα που παράγει υπηρεσίες. Χώρα τουριστική. Τρένο εξερχόμενων επιβατών. Ένας καφές πέντε ευρώ. Μια φρουτοσαλάτα δέκα. Μια γωνιά στην παραλία πενήντα. Ανάλογα με τις ανάγκες.
Στο γυρισμό μετρά τους πράσινους κάδους. Μετρά τα αυτοκίνητα και τους ανθρώπους. Ξέχειλοι οι κάδοι. Συνωστισμός στο δρόμο. Μηχανικά μουγκρητά και φωνές. Σκουπίδια και χάος.
Το καλοκαίρι έφυγε.
Ήρθε το φθινόπωρο.
Στην ίδια παραλία.
Ο κόσμος λίγος. Μια χαμογελαστή οικογένεια. Κάστρα στην άμμο με κοχύλια και πετραδάκια στολισμένα. Η θάλασσα γαλήνια. Τελειώνει η σεζόν. Καιρός να ανασαίνω. Της κλείνει το μάτι. Μήτε η οργή της τρικυμίας ξεπλένει τη βρωμιά. Το τοπίο μεταλλάσσεται. Στο βωμό του κέρδους καταστρατηγείται το όνειρο. Με ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό, λέει το άσμα. Ανοιγοκλείνει τα βλέφαρα. Μέχρι την επόμενη φορά, σκέφτεται. Φεύγοντας το μάτι του πέφτει φευγαλέα σε μια εφημερίδα ξαπλωμένη στην άμμο «Το καλοκαίρι της αυθαιρεσίας».
Με ένα όνειρο απατηλό συνεχίζει σκυθρωπός το δρόμο του.
Ονομάζομαι Γκασνάκη Άννα. Γεννήθηκα στη Βέροια, όπου και κατοικώ. Σπούδασα Νομική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και κατέχω Μεταπτυχιακό δίπλωμα Διεθνών Σπουδών του ιδίου τμήματος. Το διάβασμα, η συγγραφή, οι δημιουργικές δραστηριότητες, η φροντίδα της οικογένειας μου συνθέτουν την καθημερινότητά μου.
***
Πέτρος Γκολίτσης
Μπάσταρδη ώρα του μεσημεριού
Έχεις και εσύ τη μουσική σου
μπάσταρδη ώρα του μεσημεριού
με τα τζιτζίκια μες στα δάχτυλα
και με τα πτώματα του Αιγαίου
να ανθίζουν σαν πιράνχας
να σκίζουν τα μαύρα της Ευρώπης σας
και παιδικά κουρέλια να φλογίζουνε
ως μάτια-κόκκινα
που πνίγουν μες στο μπλε
τα κίτρινα άστρα
μιας χειροτεχνίας περιττής,
τώρα που ανάβουνε φωτιές και σιγοκαίνε
φουντώνοντας, παίρνουνε πίσω
ό,τι τους ανήκει, ναι
αφήστε μας τους εμπρηστές
να βρούμε φρέσκο αέρα
αφήστε μας τα πτώματα
στις κεντρικές πλατείες
τις κεντρικές πλατείες
μες στα άστρα
Στην παραλία
Είναι παράξενο πώς πλατσουρίζουν στα νερά
με τόσα πτώματα συσσωρευμένα από κάτω
Κάποτε μια σκιά
ενός κολυμβητή αρκεί,
να πυροδοτηθεί
ένα τράβηγμα αιώνων
προς τα κάτω
νεκροί και ζωντανοί βουλιάζουμε μαζί
σε έναν νερένιο κόσμο δίχως πάτο
από τη συλλογή Σκάζοντας Κρέας, εκδ.Θράκα, 2017.
Ο Πέτρος Γκολίτσης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1978. Ποιήματα και δοκίμιά του έχουν μεταφραστεί σε έντεκα γλώσσες. Έχει βραβευτεί με το διεθνές βραβείο ποίησης Tudor Arghezi (2018) της Ένωσης Συγγραφέων της Ρουμανίας και με το διεθνές βραβείο ποίησης Povelja Morave (2019) της Ένωσης Συγγραφέων της Σερβίας. Έχει ανθολογήσει με τον Βασίλη Βασιλικό (1933-2023) σε τέσσερις τόμους την ποίησή μας από το 1796 έως το 2021 (εκδ. Ρώμη, 2021, σσ. 1-1750). Τα πλέον πρόσφατα βιβλία του είναι το La carne de lo provisional/Η σάρκα των προσωρινών (ισπανικά, εκδ. Padilla Libros, Seville, 2022), το Nagrizanje/Διάβρωση (σερβικά, εκδ. Presing, Βελιγράδι, 2023), και Ο εκδορέας του σκότους, εκδ. Θράκα, Λάρισα. To 2023 τιμήθηκε από την Άνοιξη των ποιητών, Λαζαρέτ, στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας.
***
Μίνα Μοίρου
Fuga Apartments
Παράξενη αφύπνιση η σημερινή. Το δωμάτιο μεταβάλλεται, αόριστα διάφορο. Μέχρι να καταλάβω πως ήμουν ανάποδα στο κρεβάτι. Σαν να γύρισε ο κόσμος τούμπαλιν. Στρέφονται οι βολβοί, ασυνήθιστοι σε τόση απογύμνωση, σε αντικείμενα με καθημερινή φθορά- σε μια τσατσάρα λείπει ένα δόντι, τσακισμένο οπισθόφυλλο, τρύπα από καύτρα μεταμεσονύχτιου τσιγάρου στο κουλουριασμένο πάπλωμα. Αναπαύονται οι ατέλειες σε χάρτινα κουτιά, ξύλινα τελάρα ανυπάκουα ξεχειλισμένα, πλαστικές σακούλες, περιορίζουν τον χώρο. Δεν αναπνέει, παύει σταδιακά ν’ αναδίδει γνώριμο χνώτο.
Φωνές πολλαπλές φτάνουν στο δωμάτιο. Κάποιοι εισβάλλουν μες το σπίτι, πλήρης η κατάληψη; Απόπειρα κλοπής του γνώριμου; Απώλεια οικειότητας ατιμωρητί. Η σειρήνα του καραβιού χαράζει τον κοχλία, μεμβράνη που πάλλεται ασυντόνιστα. Εκκινά τυμπανοκρουσία ιλίγγου, ξανά η σειρήνα. Δεύτερη κρούση, η τρίτη προμηνύει αναγκαστική εκκένωση. Προσοχή! Κατευθυνθείτε προς τα εσωτερικά πεδινά. Βουνό και θάλασσα κρίνονται ακατάλληλα προς διαμονή, μόνο ο κάμπος παραμένει ακίνδυνος μέχρι νεωτέρας. Κρυφτείτε εκεί ως το πέρας του θέρους, έπειτα ενδέχεται διαπραγμάτευση επιστροφής.
Τα βήματα σέρνονται ως το μπαλκόνι. Το πλοίο ξερνά δίκυκλους και τετράτροχους περαστικούς. Ανέμελοι λουόμενοι ανεβαίνουν την σκάλα γελώντας. Λέξεις καλωσορίσματος ανακατώνονται με νεύματα αποχωρισμού. Το φορτηγό έχει ήδη παρκάρει στην είσοδο. Είμαστε όλοι πανέτοιμοι, φόρτωμα και αναχώρηση. Τα σπίτια μας απόκτησαν πλέον ονόματα επίσημα και δεν καταδέχονται την ανώνυμη παρουσία μας. Λέγονται Fuga Apartments και αναπτύσσονται εν τη απουσία μας.
Η Μίνα Μοίρου μεγάλωσε στην Αγία Άννα της Εύβοιας και μετά από μικρές περιπλανήσεις, ζει με την οικογένειά της στην Ικαρία. Είναι ψυχολόγος και Εκφραστική Θεραπεύτρια Μέσω Τεχνών, ενώ φοιτά στο ΠΜΣ Δημιουργική Γραφή του Ε.Α.Π. Εργάζεται στον χώρο της εκπαίδευσης και ειδικής αγωγής. Έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και το θεατρικό παιχνίδι. Η δημιουργική γραφή, όπως και άλλες μορφές τέχνης, αποτελεί για εκείνη μια ανάγκη και ένα εσωτερικό θεραπευτικό ταξίδι. Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.
***
Τώνια Τζιρίτα Ζαχαράτου
Η χαμένη ψαρομούρα
της μικρής και της μεγάλης αδελφής
Μια φυσαλίδα φούσκωνε στην άκρη των χειλιών.
Όταν βούτηξα στα ρηχά, τα ψάρια
με τσίμπησαν ανάλαφρα. Μάντευαν
απ’ τις κινήσεις των χεριών μου
μες στα φύκια πως το κολύμπι χωρίς βράγχια
φέρει αναμνήσεις σχεδόν πνιγμών.
Η παραλία ως άθροισμα
αποτελεί τα μπάνια μιας οικογένειας.
Οι αδελφές μου κι εγώ
μ’ αλατισμένα καλαμπόκια στα χέρια
αργοναύτριες με βατραχοπέδιλα
ανάμεσα σε βράχια υψωμένα
προς τον ουρανό σαν άκαμπτα δάχτυλα.
πότε θα βγάλουμε επιτέλους τα σωσίβια
ο χρόνος λαμπυρίζει στον αφρό
μικρό σημάδι χαραμένο στον πυθμένα
πότε θα πιούμε θαλασσινό νερό
τσουγκρίζοντας τα πλαστικά μας κύπελλα
Στις αναμνήσεις μου διαρκούν λίγο
τα μπάνια στην αγία πελαγία,
μια ρωμαία αγία που πόθησε τον θείο έρωτα
ώσπου την καταβρόχθισε ένα φλεγόμενο βόδι
–ένα μελόδραμα κατάλληλο για ιταλική όπερα.
Όμως εδώ γνωρίζουμε καλά τους κινδύνους
να κυλιέσαι με τον ταύρο
σε χωράφια σπαρμένα με γαλάζιους κρίνους.
Στην αγία πελαγία δεν υπήρξα ποτέ ερωτευμένη
εκτός κι αν είναι έρωτας η ακόρεστη πείνα που προκαλεί η αλμύρα,
το ζάρωμα των άκρων και λίγο πριν το τέλος η κραυγή ήπια νερό.
Γιατί όταν ψήλωσα αρκετά, σας είδα
να πιάνετε το ψάρι και να του βγάζετε τα λέπια ένα ένα,
μ’ ακονισμένα ξυλάκια να του βγάζετε τα μάτια ένα ένα.
Στην αρχαία απολλωνία άκουσα
τον τελευταίο ύμνο του ελληνικού καλοκαιριού
προς τιμή των επιχειρηματιών του νησιού.
Η παραλία ως άθροισμα
αποτελεί ένα σετ σεζ λονγκ στα δεκαπέντε ευρώ
μια μορφή κατάλληλη
για εννοιολογική τέχνη ή σκανδιναβικό ντιζάιν.
Το ψάρι τηγανίστηκε
και φαγώθηκε στο μπιτς μπαρ,
μα δείτε πώς σπαρταράει
στις υδάτινες οδούς του σώματός μου.
Μ’ ένα χτύπημα της ουράς χάνεται
πίσω από τους βρόγχους
για ν’ αστράψει στη θέση της καρδιάς.
Η Τώνια Τζιρίτα Ζαχαράτου σπούδασε νομικά και συγκριτική λογοτεχνία. Είναι υποψήφια διδακτόρισσα συγκριτικής λογοτεχνίας και ασχολείται με την εμψύχωση καλλιτεχνικών δράσεων και εργαστηρίων. Η πρώτη της ποιητική συλλογή, Δεύτερη νεότητα (Βραβείο Θράκα 2020), απέσπασε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης στην ποίηση του περιοδικού Αναγνώστης και το αντίστοιχο βραβείο “Jean Moréas” (εξ ημισείας). Έχει ασχοληθεί με τη μετάφραση κατά τη συνεργασία της με το περιοδικό Τεφλόν, ενώ το 2023 μετέφρασε το ποιητικό βιβλίο Αδριανός της Πορτογαλίδας ποιήτριας Tatiana Faia (Εκδόσεις Θράκα). Αυτό το διάστημα συμμετέχει στην επιμελητική ομάδα του εκδοτικού εγχειρήματος kykláda.press και προετοιμάζει την πρώτη της περφόρμανς σε συνεργασία με τους Μιχάλη και Παντελή Καλογεράκη. Έχει προσκληθεί σε διάφορα φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ συμμετέχει στην οργάνωση του διαθεματικού φεστιβάλ για το φύλο και τη λογοτεχνία «Μωβ Μέδουσες» και την ομάδα συγγραφέων «γραφούλες». Δοκίμια και ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και διαδικτυακά περιοδικά. Ζει και γράφει στην Αθήνα.
***
Μαρία Λάτσαρη
Ολυμπιακοί κύκλοι
Θάλασσα καίγεται
και φυσά δαχτυλίδια καπνού
τους πέντε ολυμπιακούς κύκλους
Καβάλα σε γλάρο από μέσα περνώ
Ξυπνώ στο υπόγειο
με όνειρα φινιστρίνια
Ένα μπρος δύο πίσω
τα βήματα πονούν
Θα φύγω
Χέρια πόδια στην αυλή
της ταβέρνας αφήνω
Ήλιο μόνο σαν ήρθα
και τώρα που φεύγω
με το ίδιο βαπόρι βλέπω
Ήλιε μου ηλιάτορα
βασιλιά μου
Το νησί ασχημαίνει;
Νοσεί το νησί;
Κι άλλοι πολλοί στο λιμάνι
όλοι παιδιά της μάνας μου.
Η Μαρία Λάτσαρη γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Βιολογία και έκανε διδακτορικό στις Νευροεπιστήμες ως υπότροφος του ΙΚΥ. Σήμερα εργάζεται ως μέλος ΕΔΙΠ στο Τμήμα Κτηνιατρικής του ΑΠΘ. Συμμετείχε στη μετάφραση των βιβλίων «Φαντάσματα στον εγκέφαλο» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2004) και «Όραση και Τέχνη» (Εκδ. Παρισιάνου, 2010). Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: «Εν δυνάμει πραγματικότητα» (Eκδ. Μανδραγόρας, 2016), η οποία περιλαμβανόταν στη μικρή λίστα για το βραβείο Πολυδούρη 2017 και «Εμείς η Αντιγόνη» (Εκδ. Νεφέλη, 2023).
***
Παναγιώτης Καλυβίτης
Ωράριο
Χτυπάει το ξυπνητήρι Έφτασε Είναι εδώ Είναι η ώρα των διακοπών Οι διακοπές έχουν τρύπες
Όμως εδώ είναι Ο τόπος των διακοπών Διαλέγουμε τρύπες
Κάποιοι κερδίζουν κουπόνια Υπάρχει και το ενδιάμεσο μήκος Η γιαγιά κι ο παππούς
Τα απογεύματα ο κήπος μας μεγαλώνει Από ανθρώπους που γεμίζουν Μπροστά μας ή Γίνονται μικρά παιδιά Αλαλαγμός
Είναι χαρούμενοι περιμένουν τόσο καιρό Το ξυπνητήρι Τους καταργεί το ενδιάμεσα
Συνωστισμός Υπόστεγα συνωστισμού Χρειάζεται οργάνωση
Κάποιοι χορεύουν κάποιοι γελάνε, μεθάνε χτυπάνε
Πραξικόπημα Χρειάζεται οργάνωση
Οι χώροι βγάζουνε λέπια Χρειάζεται ωράριο Πότε αυτοί πότε εμείς Ποτέ
Ο παππούς κι η γιαγιά Η μικρή μας η αυλή Τα σοκάκια Τα κουκιά η αυταπάρνηση Χρειάζεται οργάνωση Έναρξη
Έναρξη ωραρίου Σκύβουν.
Συλλέγουν στιγμές Οι μύες χαλαρώνουν Τα λέπια μυρίζουν Δεν είναι ντροπή Έναρξη ωραρίου
Μας δείχνουν τον κώλο Δεν είναι ντροπή Μας λένε φιλήστε Φιλάμε Δεν είναι ντροπή Αχ το άνοιγμα προς τον άλλο Χαραυγή Δεν είναι ντροπή
Τα οικονομικά τους είναι θαυμάσια Συνιστούν αναγέννηση Ξεσκεπάζουν τον ήλιο Η αυλή μας Είναι τόσο μικρή
Έχουμε κήπο Είναι χαρούμενοι μας λένε Φιλήστε
Τα απογεύματα Η γιαγιά κι ο παππούς
Το ξυπνητήρι Κάθε χρόνο το ξυπνητήρι Χρειάζεται οργάνωση Έναρξη Έναρξη ωραρίου
Να στολίσουμε την αυλή Με κατανόηση Τρυφερότητα Κάτι εύκαιρο Εθνικό Φιλόξενο Αμυχές Προσφορά
Ο παππούς κι η γιαγιά
Δεν χωράμε Προστριβές στα στενά Συγκρούσεις Είναι Σαββατοκύριακο Αδιάφορο Μέσα Ιούλη Γεννάμε Απορροφάμε Κάποιους ειδήμονες Όχι όχι Η ποιότητα Η ποιότητα Η ποιότητα δεν είναι ρευστή Δεν είναι συναλλαγές Όχι Συναναστροφές είναι Λόγια και αποδοχή Εδώ μας αγαπούν Σκέφτονται
Η γιαγιά κι ο παππούς
Μαθαίνουν ξένες γλώσσες όχι Του χρήματος Όχι του κέρδους όχι του συμφέροντος Της επαφής Χωρίς ψεκάσματα Η κληματαριά Η κληματαριά Αστειεύομαι Χωρίς ψεκάσματα Μόνο με ουρανό Αστειεύομαι
Σημεία πωλήσεων Δεν έχουν τιμή Να τους Βρούμε αίσθημα Αποδοχής αίσθημα αγοράς Κρέατα συντριβή Τι κιμάς
Ο παππούς κι η γιαγιά Ωράριο Ωράριο αποδοχής Φτάνουν ταμείο Επόμενος σταθμός Η γιαγιά κι ο παππούς Υπό περιορισμό.
Στο ημερολόγιο γράφουν Εκτός Νομίζουν ότι αστειεύονται Εκτός
Κανείς δεν τους δίνει σημασία Εκτός ιλίγγου Αστειεύονται ωστόσο Δεν αντέχουν Το χρήμα Δεν αστειεύεται
Η γιαγιά κι ο παππούς Ψάχνουν τα στήθη τους Ζητάνε τα ρέστα Η αυλή τους Ποιος κήπος Μετράνε Τους καρπούς Ζητάνε τα ρέστα Παλιά ήταν παιδιά Αλλάζουνε ρούχα Κρυφακούγοντας Μετράνε τα παιδιά τους Αναρωτιούνται Ποιος αποφάσισε
Φιλοξενούμε νεκρούς Δεν είναι Έθιμο Από τις πλατείες Τα στενά Αλλάζουν θώρακα αλλάζουνε Μάτια Σε ώρες αιχμής Απαγορεύεται η κυκλοφορία Σε σοκάκια και βράχους
Ο παππούς κι η γιαγιά Κόβουν τα στήθη Ξανά Μετράνε το ύψος
Είναι η ώρα Κάποιοι κερδίζουν κουπόνια Η κυκλοφορία στενεύει Σε σοκάκια και βράχους Κάντε χώρο
Δεν έχουμε Που να μείνουν
Να βάλουμε μια φωτιά Το ξυπνητήρι Η εποχή της φωτιάς
Φεγγοβολάνε Χαλάλι Μια σωστή πυρκαγιά Πιο χαλάλι
Βάζουν τα δυνατά τους Τη μέρα του θανάτου τους Να θυμηθούν
Memento mori
Πλέον μας παρηγορεί Το χάδι στα χείλη τους
Θεωρείται αλάτι
Με μια έκφραση αηδίας Δεν παύουν Να σβήνουν τσιγάρα Με θόρυβο Μαυροντυμένες Ξαπλώνουν σε καρέκλες Κατάστικτες Δεν παύουν
να μην λιποτακτούν.
Ο Παναγιώτης Καλυβίτης είναι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπούδασε θέατρο στην Ελλάδα και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη. Γράφει θεατρικά έργα και σκηνοθετεί παραστάσεις. Το έργο του «Οι βελόνες της νεραντζιάς» πήρε το Κρατικό Βραβείο Συγγραφής Θεατρικού Έργου 2020. Ασχολείται με την Ψυχανάλυση (Λακανικός προσανατολισμός).
***
Σταύρος Καμπάδαης
Νίκος Καβ.
Μέσα από λεωφορεία
πλοία
τρένα
φτάνω στον προορισμό
Με κρατήσεις
αναχωρήσεις,
καθυστερήσεις
φτιάχνω τον κόσμο μου
Από τότε που θυμάμαι
γυροφέρνω βόλτες μπας
+
πλησιάσω
στο κέντρο
της ζωής μου
Ξεπερασμένο
το ξέρω
Μια συνεχής διαδρομή
με λεωφόρους
λιμάνια
+
αεροδρόμια οι μέρες μου
Σίγουρα έχουμε
συναντηθεί κάπου
Να δεις που έχουμε κάτσει
+
στις ίδιες θέσεις
Συμπρωτεύουσα ΝοII
Είχα πάρει αμάξι
αυτή τη φορά
Ήμουν κέντρο
+
ξαφνικά χάθηκα
Έστριψα από κεντρικό
+
βγήκα σε στενό
που ήταν αδιέξοδο
Είδα το δρόμο
λεγόταν Αγάπης
+
τότε κατάλαβα
ότι ο δρόμος της αγάπης
είναι μονόδρομος
Δες που τα καλύτερα ποιήματα
γράφονται στους δρόμους
Σήμερα κατάλαβα
οτι είμαι σκιά
Χωθήκαμε
σε ένα στενό
στο κέντρο
του Άμστερνταμ
+
μπήκαμε στο bar
Ο ιδιοκτήτης
μπάρμαν
ήταν σωσίας
αυτού στο νησί
που στο μαγαζί του
πηγαίναμε
για μακαρονάδες
μετά το πιόμα
Όταν γυρίσαμε
από το ταξίδι
μάθαμε
ότι ο εστιάτορας
πέθανε
Ήξερα
με σιγουριά
αν πήγαινα
πίσω στο Άμστερνταμ
θα είχε πεθάνει
+
ο σωσίας-μπάρμαν
Οι άνθρωποι
γεννιούνται
με σκιές
+
με
σωσίες
Ο Σταύρος Καμπάδαης γεννήθηκε το 1975 στο Αννόβερο και ζει στην Αθήνα. Εξασφαλίζει τον άρτο τον επιούσιο ως μηχανολόγος μηχανικός. Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές. Η τελευταία ποιητική συλλογή έχει τίτλο “Κρεμάλα, η λέξη είναι ποιητής” και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ενύπνιο (Απρίλιος 2023).