Χρύσα Φάντη. Οδός Ευτυχίδου. Μυθιστόρημα. Εκδ. Σμίλη, 2024. Σελ. 445  

                                                            Της Ζέττας Μπαρμπαρέσσου

 

                            Μνήμη, χρόνος, ιστορία

Για το βιβλίο της Χρύσας Φάντη έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά, πρόσφατα μάλιστα βραβεύτηκε με το βραβείο Πεζογραφίας Κλεψύδρα. Οπότε, θα ήθελα να μιλήσω ως  αναγνώστρια αφού είχα την τύχη να διαβάσω αποσπάσματά του πριν εκδοθεί κι ενώ βρισκόταν ακόμα σε στάδιο επεξεργασίας. Είχα, δηλαδή, την ευκαιρία να ρίξω μια ματιά στην «κουζίνα» της συγγραφέως, στη λεπτοδουλειά πίσω από κάθε πρόταση, στην επίμονη μελέτη ιστορικών στοιχείων, στην προσπάθεια να «δεθούν» αριστοτεχνικά το ντοκουμέντο και το βίωμα πάνω στον μυθοπλαστικό ιστό.

Τι είναι, όμως, η Οδός Ευτυχίδου που έχει δώσει τον τίτλο στο βιβλίο εκτός από ένα σημάδι στον χάρτη της πόλης της Αθήνας; Μήπως είναι ο τόπος που έχει ορίσει τον Πέτρο Χρήστου, τον αφηγητή του; Τον αφηγητή τον απασχολεί η έννοια του τόπου και η σύνδεση με τις ζωές των ανθρώπων. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου, αναρωτιέται:  Υπάρχει τόπος; Επειδή όμως αμέσως μετά μας λέει, Αν υπάρχει, θα είναι μέσα σε κάτι,  γιατί κάθε πράγμα είναι μέσα σε κάτι, άρα και ο τόπος θα είναι μέσα σε κάποιον άλλο τόπο, και τούτο επ’ άπειρον… θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Οδός Ευτυχίδου λειτουργεί όπως μια πέτρα, ένα βότσαλο που πέφτει στην ήρεμη επιφάνεια του νερού και αρχίζει να σχηματίζει ομόκεντρους κύκλους, κύκλους που απλώνονται σιγά σιγά καταλαμβάνοντας όλο και περισσότερο χώρο.

Το βιβλίο μάς πηγαίνει από το πατρικό σπίτι του Πέτρου (με τα δικά του λόγια: Οδός Ευτυχίδου, πέμπτος όροφος, δεύτερη πόρτα δεξιά όπως ανεβαίνεις την κοινόχρηστη σκάλα), από  τον οικογενειακό του μικρόκοσμο στο εξωτερικό περιβάλλον της γειτονιάς του Παγκρατίου και στο μεγάλο κάδρο της Αθήνας και της Ελλάδας καλύπτοντας μια περίοδο εκατό περίπου χρόνων. Μας μιλάει από το «σήμερα» αλλά μας περνάει μέσα από ιστορικά ταραγμένες εποχές με όχημα, στην αρχή, οικογενειακές και προσωπικές αναμνήσεις και, αργότερα, τα κληροδοτημένα στον αφηγητή γράμματα του πατέρα του, πολύτιμα αυθεντικά ντοκουμέντα εξορίας που έχουν ενσωματωθεί στο υλικό του μυθιστορήματος.

Δεν θα ήθελα να επεκταθώ σε σχολιασμό του εξαιρετικού λογοτεχνικού σύμπαντος της Χρύσας Φάντη αφού το έχουν ήδη κάνει άλλοι, πιο ειδικοί από μένα. Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του βιβλίου:

  • στην τόσο πετυχημένη χρήση της δευτεροπρόσωπης αφήγησης, διαλόγου του αφηγητή με τον «απέναντι» εαυτό
  • στις εύστοχες περιγραφές της αστικής καθημερινότητας περασμένων δεκαετιών
  • στη χωρίς εξωραϊσμούς και γλυκανάλατες περιγραφές νοσταλγία
  • στη χωρίς περιττολογίες και με πινελιές λεπτού χιούμορ αποτύπωση χαρακτήρων και ψυχικών καταστάσεων
  • στο ισορροπημένο «πηγαινέλα» μεταξύ ονείρου, φαντασίωσης και πραγματικότητας
  • στις ριπές διακειμενικότητας, εδάφια από βιβλία που η συγγραφέας έχει μελετήσει και αγαπήσει
  • στην κατασκευή μιας μυθιστορηματικής δομής με τη συνένωση ψηφίδων/θραυσμάτων, ενός παζλ από αναμνήσεις, στοχασμούς, παλινδρομήσεις και αναρωτήσεις.

 

Θα ήθελα να σταθώ σ’ αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό, στην τεμαχισμένη αφήγηση της ιστορίας. Το θραύσμα είναι συνδεδεμένο με τη λειτουργία της μνήμης κι εδώ έχουμε ένα βιβλίο όπου κυριαρχούν η μνήμη και, αναπόφευκτα, ο χρόνος. Τα δυο αυτά στοιχεία αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του. Όλες οι αναδρομές του αφηγητή στο παρελθόν, οι αμφιβολίες του για πρόσωπα και πράγματα, οι στοχασμοί του γύρω από σχέσεις και τραύματα προσωπικά ή συλλογικά, μοιάζουν σαν να καθορίζονται από τη δυσκολία να ακολουθήσει προς τα πίσω τα ίχνη του χρόνου, όπως ο ίδιος λέει, αλλά και από το ερώτημα: τι είναι αληθινό και τι είναι φαντασία; Προς το τέλος του βιβλίου ο Πέτρος εξομολογείται (στον εαυτό του αλλά και στον αναγνώστη): Δεν μπορείς να πεις αν το περιβάλλον που περιγράφεις είναι το ίδιο με εκείνο στο οποίο πράγματι έζησες και όχι αυτό μέσα στο οποίο μόνο κατά φαντασία υπήρξες.

Τι είναι, λοιπόν, η Οδός Ευτυχίδου; Ημερολόγιο; Ιστορικό μυθιστόρημα; Ντοκουμέντο-μαρτυρία; Προσωπική εξομολόγηση;  Νομίζω ότι η όποια κατάταξη σε λογοτεχνικό είδος, θα αδικήσει τη διήγηση, μια διήγηση πρωτότυπη, ρέουσα και πολυμορφική. Και γιατί να διαβάσουμε την Οδό Ευτυχίδου; Επειδή, πέρα από το ενδιαφέρον ιστορικό υπόβαθρο, πέρα από την λογοτεχνική δεινότητα της συγγραφέως, νομίζω ότι κάθε αναγνώστης θα συναντήσει κάτι δικό του μέσα στην εξιστόρηση της, στην αναβίωση της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, στις λεπτομέρειες του πανταχού παρόντος αστικού, και όχι μόνο, τοπίου αλλά, κυρίως, στην πινακοθήκη των προσώπων:

  • έναν πρόγονο ή έναν οικείο γεννημένο στην άλλη πλευρά του Αιγαίου και κατοπινό πρόσφυγα
  • μια αναμφισβήτητου κύρους μητρική φιγούρα
  • τον καλόβολο, αγαπησιάρη κι εξωστρεφή συγγενή

ή, στον αντίποδα,

  • κάποιον ανέκφραστο, αυστηρό ή μόνιμα πικραμένο δικό του άνθρωπο

Όλοι μας, λίγο πολύ, παραμένουμε δεμένοι με ανθρώπους που έχουν φύγει από κοντά μας, τους αισθανόμαστε δίπλα μας, τους συναντάμε στα όνειρα μας και στήνουμε φανταστικούς διαλόγους μαζί τους, όπως κάνει μέσα στις σελίδες του βιβλίου ο Πέτρος Χρήστου:

«Σε ποιον  μιλάς, γιε μου»

«Σε αυτόν που ακούει, παππού»

«Και σ’ ακούει;»

 

Ας ακούσουμε τη Χρύσα Φάντη. Το αξίζει.

 

Η Ζέττα Μπαρμπαρέσσου γεννήθηκε στην Αθήνα. Έχει κάνει σπουδές Μάρκετινγκ και Δημοσίων Σχέσεων καθώς και Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό (Ε.Α.Π.). Διηγήματα και ποιήματά  της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και στην ανθολογία 83 Ιστορίες μπονζάι για το Σημείο Μηδέν. Η συλλογή διηγημάτων  της Ρωμαϊκή Ώχρα και άλλες ιστορίες εκδόθηκε από τις εκδόσεις Θράκα (2018).Το έργο της, “Ουλτραμαρίν”  (Κάππα εκδοτική, 2024) , πρώτευσε στον 2ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Πρωτοεμφανιζόμενου Θεατρικού Συγγραφέα στο πλαίσιο του 7ου Πανελλήνιου Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Δήμου Δήμου Μονεμβασίας.