Tο φετινό Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης φιλοξένησε τον Κροάτη ποιητή Marko Pogačar.

Μετάφραση: Νικόλας Κουτσοδόντης

 

Άνδρας δειπνεί με τις παντόφλες του πατέρα του

Αυτό που ήταν τα σύνορα, τώρα είσαι εσύ.
ήτανε Μάης βαθύς και επίπεδος
η οδός ξεκοιλιασμένη απ’ τα έργα, χιόνι
άξαφνο και στεγνό.
θα το πω ευθέως:
σε κανέναν δεν χρωστούσα τίποτα.
στεκόμουν δίπλα στους δοκούς της πόρτας, το νερό
παγωμένο απ’ τον φόβο μούσκεψε την πλάτη μου.
κι όταν σφάλισα τα μάτια μου είδα
ποπκορν να ορμά στο αλάτι του και το ’ξερα πως μαυρίζει κάποια
βράδια, σαν τις βερβελιές.
μπήκα ν’ αντιμετωπίσω το άρρωστο σκηνικό:
όχι αγάπη, βλακεία, βλακεία είν’ η καρδιά του κόσμου –
και τώρα σε αυτές τις παντόφλες μέσα τρώω και κλαίω,
μόνο τρώω και κλαίω μες στο σπίτι.

 

Ο συλλέκτης των Κυριακών

Είχε η καρδιά μου μιαν ατέλειωτη Κυριακή,
σαν πνιχτή μουρμούρα.
με τον κάθε χτύπο ο χρόνος σ’ ένα τραγούδι μέσα μέστωνε:
τυλιγόταν το φθινόπωρο σε όλες τις γωνίες, χέρια στοιβάζoνταν μες στις τσέπες,
κάστανα μέσα σε κώνους από εφημερίδες. των φύλλων η εξαπάτηση νικούσε.
κάστανα, ζεστά ακόμα, σπρώχνονταν προς τον πεινασμένο λαιμό,
οι εφημερίδες περιμένανε μια δύναμη πιο δυνατή από τον άνεμο, απ’ τη φωτιά.
περίμεναν το χέρι να τις σηκώσει, σαν όλη του κόσμου η λαχτάρα
να είχε μαζευτεί σε τρία μονάχα απ’ όλα τα μεγάλα πράγματα
που σχετίζονταν με τις παλιές εφημερίδες:
να τσαλακώνεις τις εφημερίδες να τις στοιβάζεις στα άδεια από πόδι παπούτσια,
να διπλώνεις τις εφημερίδες σε καπέλα και να τις αποστέλλεις
σε τυχαίους μπογιατζήδες.
ένα απ’ τα καπέλα, ίσως το πιο μεγάλο, φτιάξ’ το βαρκάκι
ώστε κάποιο ανύπαρκτο παιδί να το στείλει με το ρεύμα σε ένα τόπο
εκεί που ο θεός δεν είναι ατελεύτητος αλλά μουγκός και δεν υπάρχει τίποτε.
δεν υπάρχει τίποτε, πέρα από Κυριακές.

 

Άγριες παλάμες

Να αγαπάς, αυτό είναι ευκολότερο, όλα τα υπόλοιπα είναι τόσο δύσκολα.
έχει περάσει μπόλικος καιρός: άρχισε να σφίγγει ο κλοιός.
οι πωλητές με τις ρόμπες, οι παπάδες στα ψέματα,
μια αγέλη νύχτα ξεχαρβαλώνει το μοναδικό ζωντανό λαμπάκι, κάτω
στη νότια γειτονιά της πόλης. τι άλλο παρατηρώ;
τα ποιήματα γίνονται μικρότερα.
και τα μάτια σου μπαίνουν μέσα τους σαν σε στάδια
κρατώντας φωτοβολίδες. μέσα σε τσέπες
ενεδρεύουν άγριες παλάμες. περιμένοντας τη σειρά τους, κουρνιάζουν
καθώς οι Σλάβοι με φόρμες μπρος σε σουπερμάρκετς
ενόσω ο βορράς στήνει την εκδίκησή του, μέχρι να κλικάρουν
τα ασημένια ταμεία. η άηχη ζωή ενός χώρου. η αρτηριακή πίεση.
εν τέλει, τι με τα υπόλοιπα; το πρωινό στη γάτα, ο αόριστος στο ρήμα
οι θεοί στους φτωχούς: μια πατρίδα κρύα.

 

Λεωφόρος Η.C. Andersen, αρ. 50, κλασικά

Όλη μέρα σκεφτόμουν το αχλάδι.

ξύπνησα νιώθοντάς το, ώριμο,
να απλώνεται και να μαζεύει ως μέσα στο μεδούλι και τα κουκούτσια του
σαν μια απέραντη καρδιά του κόσμου.

το μεσημέρι, όταν ο ήλιος είναι αληθινά στη θέση του,
αντί για κίτρινο φαντάστηκα καφέ και πράσινο να ρίχνουν
αγάπη στον αυχένα μου, μέσα σε αυτή την τρύπα
που εκεί άνοιγε ο θεός.

και την ίδια στιγμή σκεφτόμουν το αχλάδι μες στο στόμα σου
και δεν γνωρίζω τι με χαροποιούσε πιο πολύ:
η γραμμή του σάλιου που, ακτινοβόλα, έτρεχε κάτω απ’ τη γλώσσα σου,
ή πως αυτό ήταν εξαιτίας του αχλαδιού.
επίσης με χτύπησε μια θλίψη, μια λαχτάρα για κάτι δικό σου,
μα η σκέψη για το αχλάδι την έσπρωξε μακριά
σώζοντας την αξιοπρέπειά μου.

τα απογεύματα, είμαι καμιά φορά επιρρεπής σε νέα πράγματα,
ώστε προσπάθησα με διαλογισμό να βγάλω από τις σκέψεις μου το αχλάδι.
ωστόσο δεν κατάφερα να καθαρίσω το μυαλό:
η ολομέλεια του κροατικού κοινοβουλίου ήταν εκεί κοντά
άρα μόνο αηδίες έρχονταν στο μυαλό μου,
επικίνδυνες αηδίες με τις οποίες δεν ήξερα τι να κάνω.

το βράδυ ήμουν ήδη κουρασμένος απ’ τις σκέψεις
μα ακόμα, κλείνοντας τα μάτια, έβλεπα το αχλάδι, φρέσκο
πως λικνιζότανε στην τρύπα του παράθυρου.
φρίκαρα και πετάχτηκα, αφού τα αιωρούμενα πράγματα σκιάζουν,
έκλεισα το παράθυρο και τράβηξα τις κουρτίνες, ξάπλωσα χάμω
κι ακόμα το αχλάδι δεν εξαφανίστηκε.

ύστερα απ’ όλα αυτά, στην άγρια νύχτα, με το χέρι μου στο μέτωπο
μου φάνηκε σαν όλες οι εικόνες του σύμπαντος να ταίριαζαν σε μια:
ένα αχλάδι, ένα μεγάλο πεντανόστιμο αχλάδι να εκδικείται και τα βουνά,
τα γεμάτα όγκους κίτρινα βουνά: τα δόντια μου ο ορίζοντάς του.

 

Όμορφα εμπόδια

Ένα οίκισμα είναι κουτί.
υπάρχουν διάφορα οικίσματα και διάφορα κουτιά, λένε.
ανάλογα τις ανάγκες, το κλίμα
το πνεύμα και τα άλλα λάθη. υπάρχουν τόσα
που καμιά φορά είναι παλούκι να τα αναγνωρίσεις.

κι ωστόσο, ένα οίκισμα είναι κουτί, λέω.
όπως ο αναμμένος φούρνος είναι ήλιος,
τα πλευρά κλουβί για την άυπνη κουκουβάγια της καρδιάς,
το μέτωπο ποτήρι και κάθε κόκαλο φλάουτο. όχι.
δεν με νοιάζει με ποια σειρά έφτασαν.

αυτό είναι ήδη η αρχαιολογία του οικίσματος
και η φιλοσοφία του κουτιού και τανάπαλιν.
αυτό που έχει σημασία είναι τα όρια, ή αν θέλετε οι τοίχοι
και για αυτά τα όμορφα εμπόδια να βρίσκονται παντού.
κάθε οίκισμα και κάθε κουτί θα πρέπει να μπορεί να είναι κλειστό.

οπότε το κλειδί της επιτυχίας είναι τα καπάκια, στο οίκισμα, τα παράθυρα.
πιο σκληρά από πόρτες, πιο πανούργα· πάντοτε πιο επιρρεπή στα μυστικά.
η καμινάδα είναι μια τρύπα στον αυχένα. ένα άνοιγμα για αέρα
ανοιγμένο από ένα σουβλί αν ένας λαγός είναι μέσα, καλύτερα:

μια εξάτμιση, η έξοδος των ζωντανών απ’ τη ζωή.
όχι. ο καπνός δεν είναι μια ψυχή. δεν υπάρχει πιο ηλίθιο ή πιο βαρετό πράγμα
από μια ψυχή. ο καπνός είναι αυτό που κάνει το σπίτι-κουτί υπαρκτό:
η προδοσία των τοίχων. μια πρόσκληση για το άνοιγμα των ουρανών.

 

Ο Marko Pogačar γεννήθηκε το 1984 στο Σπλιτ της Γιουγκοσλαβίας. Ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, κριτικός και επιμελητής. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη θεωρία της λογοτεχνίας και στη γενική ιστορία. Έχει εκδώσει δεκαέξι βιβλία, για τα οποία έχει λάβει κροατικά και διεθνή βραβεία. Το 2014 επιμελήθηκε την ανθολογία Νέοι Κροάτες Λυρικοί, ενώ ακολούθησε το βιβλίο Η άκρη της σελίδας: Νέα Ποίηση στη Κροατία (2019). Έχει λάβει πολλές υποτροφίες και έχει συμμετάσχει σε πολλά προγράμματα λογοτεχνικών διαμονών, μεταξύ των οποίων τα: Civitella Ranieri, Literarisches Colloquium Berlin (LCB), Récollets-Paris, Landis&Gyr Stifung, Lyrik Kabinett και DAAD Berliner Künslerprogramm. Είναι πρόεδρος του Goranovo proljeće, της σημαντικότερης εκδήλωσης κροατικής ποίησης. Τα κείμενά του μεταφράστηκαν σε περίπου 35 γλώσσες και περισσότερα από τριάντα βιβλία του έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό, σε δώδεκα γλώσσες.