Περιμετρικά μιας περιμέτρου – Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Γ. Στρούμπα (Περίμετρος, εκδ. Σμίλη, 2023)

Παρουσίαση Ελευθερία Θάνογλου

Η νέα ποιητική συλλογή του Γ. Στρούμπα είναι τόσο προσεκτικά δομημένη, μια άρτια δουλεμένη σύνθεση βιωματικής και συναισθηματικής εμπειρίας με εικονική γλώσσα και πλήθος γλωσσικὡν αναφορών και επηρεασμών, που ακόμη κι ένας ανυποψίαστος αναγνώστης ακολουθεί με ρυθμικό βάδισμα το έτοιμο σκαμμένο μονοπάτι που του δίνεται από τον ποιητή. Η φρέσκια και καινοτόμα πρωτοτυπία που διαθέτει η γραφή του, διανοίγει περιμετρικά —κάλλιστα θα μπορούσε κανείς να επεκταθεί περαιτέρω, το έδαφος πρόσφορο— της περιμέτρου του ποιητή ένα προσωπικό μονοπάτι για τον καθένα.
Άλλωστε η αναγνωστική πρόσληψη απ΄ τον καθένα μας άλλες φορές έχει κοινό παρονομαστή, άλλες παραπλήσιο κι άλλες ακόμη αποκλίνοντα. Εξ ου και οι διαφορετικές αισθητικές προσλήψεις ενίοτε που δημιουργούν δεκάδες νέα διανοίγματα στην αρχική οπτική του ποιητή.
Επιθυμώ να εστιάσω σε κάτι που με βρίσκει στην ίδια συνθήκη το τελευταίο διάστημα με τον άνθρωπο Γιάννη Στρούμπα. Τον άνθρωπο τον απομακρυσμένο από τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας του, άρα και με οξυγονωμένο πνεύμα μακριά από την λογική του παραλόγου των μεγάλων πόλεων. Έναν ευαίσθητο πραγματιστή που με ρεαλισμό, με κοινωνικό προβληματισμό, ειρωνικό και αυτοσαρκαστικό, τραμπαλιζόμενο και ελισσόμενο στην καθημερινότητα με ευρηματικό χιούμορ, που δεν ξεφεύγει παρόλα αυτά ως άνθρωπος πρώτα απ΄ όλα από μια συμπονετική και συνάμα σκληρή προσέγγιση με γλυκιά μελαγχολία και στοχαστική απογοήτευση. Όλα αυτά δεν μπορούν παρά να διαπεράσουν την γραφή του και μέσω αυτής της γραφής να διαπεράσουν και εμένα.

Να ΄μαι λοιπόν απ΄ το δικό μου μονοπάτι, κρατώντας παραμάσχαλα και δεκανίκια καλού κακού,  με το προσωπικό μου αισθητήριο στο ποιητικό σύμπαν του ποιητή Γιάννη Στρούμπα: προς αποβάθρες, μου λέει ο ποιητής. Κρατώ και ξετυλίγω το νήμα που μου δίνεται πότε ανεβοκατεβαίνοντας σε κυλιόμενες σκάλες, πότε με επιβίβαση και αποβίβαση σε υπόγειους συρμούς ή σε επίγεια βαγόνια αναμένοντας στις αποβάθρες τους, πότε να στροβιλίζομαι στα ύψη ή γιατί όχι και στα βάθη, αρκεί που παραμένει ηδονικός ο στροβιλισμός χάριν της γραφής.
Αφετηρία μου η πρώτη αυτονόητη απάντησή μου, μίας ώριμης ενήλικης, στην ερώτηση ενός μικρού παιδιού Τι κρύβει μέσα της μια μυρμηγκοφωλιά; Μα σαν ακολουθεί η δεύτερη ερώτηση Τι κρύβει μέσα του ένα πολυδαίδαλο σκοτάδι; υποψιάζομαι το δύσκολο της υπόθεσης και της πρόκλησης της καταβύθισης που ο ποιητής με καλεί να κάνω.
Η παιδική εκείνη χούφτα του ποιητή που το κλαδί κρατούσε και έμπηγε στ΄ αναχώματα ν΄ ανοίξει λεωφόρους φωτεινές, εναρκτήριο ποίημα ΜΥΡΜΗΓΚΟΦΩΛΙΑ, σήμερα μπήγει τις λέξεις μέσα του γνωρίζοντας πως πραγματοποιεί απλά μια μετάθεση του ήδη υπάρχοντος σκότους. Ο μικρός ανασκαφέας γίνεται ώριμος σκεπτόμενος ποιητής. Μήπως όμως κι αυτή δεν είναι εξέλιξη; Αφού και οι δύο ιδιότητες, αυτή του ανασκαφέα και η άλλη του ποιητή, προσεγγίζουν τη δημιουργία τους ως μια μορφή αυτοψίας, ανασκαφής των εσωτερικών τους σκέψεων, συναισθημάτων και εμπειριών. Τώρα γνωρίζει πως Υπάρχει κι άλλος τρόπος έστω και γι΄ αυτήν την απλή μετάθεση του σκότους.

Γιάννης Στρούμπας, “Περίμετρος”. εκδ. Σμίλη, 2023

Η προσεκτική σήμανση λοιπόν για την αναπαράσταση και τον έλεγχο διεξαγωγής μιας τέτοιας «θεατρικής παράστασης» κρίνεται απαραίτητη. Ευθεία σκάλες. / Δεξιά ανελκυστήρες. / Περιορισμός: / Η χρήσις προώρισται δι΄ άτομα με ειδικές ανάγκες.
Ο ποιητής καταφέρνει να με κάνει να υιοθετώ τον αυτοσαρκασμό του περί ανάπηρων αισθημάτων και χρήση του ανελκυστήρα ως άλλη αρτιμελής κι εγώ! Με στρέφει σε καθρέφτισμα και αυτοκριτική. Τα αισθήματα από ανάπηρα «προάγονται» σε κυλιόμενα, σε βάθη και σε ύψη ως άλλες σκάλες κυλιόμενες κι αυτά. Αναδεικνύουν αλήθειες ανιστόρητες ανατρέποντας καθιερωμένες αντιλήψεις. Κοινωνικές συμπεριφορές και επιδείξεις πλουτισμού εδώ στα υπόγεια και αντιφάσεις ακόμη και σ΄ αυτήν την ισότητα του σκότους. Κι αργότερα, να κοιτώ μαζί με τον ποιητή απ΄ το παράθυρο κάποιου υπόγειου συρμού, ακούνητη και στατική μαζί με άλλους επιβάτες. Μόνο τα σκυροδέματα τρέχουν από μπροστά μας. Το φως και το σκοτάδι εναλλάσσονται σαν ήχοι που παράγονται όταν πατιέται το κουμπί τρίβερσαλ της φωτογραφικής μηχανής και λαμβάνεται μια φωτογραφία.
Εκκίνηση, σταμάτημα, εκκίνηση, γκρίζο, χλομό, μαύρο, μπετόν, τσιμέντα, σκυροδέματα και καμία εποχή σε όλη αυτή την μουντή εναλλαγή. Και πώς άλλωστε; Μήτε δέντρο, μήτε πεσμένο φύλλο να λιπάνει την ψυχή στα υπόγεια τούτα, ή κάποιος χρωματισμός τελοσπάντων το γκρίζο ν΄ ανασάνει.
Μέσα στην σκληρότητα όμως μιας τέτοιας βαρύθυμης διαδρομής, ο ποιητής ξέρει ν΄ ανακουφίζει τον πόνο. Ισχυρό του εργαλείο τα ευρηματικά του λογοπαίγνια στις αντιφάσεις της πραγματικότητας και των συναισθημάτων, μου επιτρέπουν να αντιμετωπίσω τα πράγματα δημιουργώντας νέους τρόπους σκέψης. Οι εποχές μας βολεύονται στην σκοτεινιά κι ας ντύνονται τα φώτα της προόδου. Ένα αίσθημα ανασφάλειας και αγωνίας που είναι συνυφασμένο με την ανθρώπινη ύπαρξη και την αναζήτηση για νόημα στον κόσμο μάς διακατέχει. Αντιλαλεί ακόμη μέσα μου το Υπάρχει κι άλλος τρόπος, ακόμη και μπροστά στο μαύρο σκηνικό των χούλιγκαν που κρύβουνε τον ήλιο. Επιπλέεις μόνο αν βουλιάξεις, μου λέει. Για να επιπλεύσω βουλιάζω. Πλήρης ενσωμάτωση προς επιβίωση ακόμη και σ΄ αυτό που αντιτίθεμαι. Αναπόφευκτη λοιπόν η πτώση-επιβίβαση στη γραμμή μείον ένα.

Είναι ταπεινός και αυτοσαρκαστικός ο ποιητής. Δεν θρέφει μεγάλες προσδοκίες για την επίτευξη μιας κάποιας φανερής βελτίωσης σε τούτους τους θαλερούς καιρούς της πολιτισμένης απανθρωπιάς. Σαν εκείνον τον ακορντεονίστα του με τα πλαστικοποιημένα κυπελλάκια και ιατρικές διαγνώσεις που γυρεύει λίγα ψιλά να μην μας ξεβολέψει μια κι όξω και μείνουμε ταπί και α-ψύχραιμοι… Άλλωστε, λίγο ξεβόλεμα από δω, λίγο ξεβόλεμα από κει, και η στατικότητά μας εκτός βαγονιού ή εντός μιας κινούμενης άμμου δεν θα αναταράξει την εγγυημένη μας ρουτίνα. Το γνωρίζει αυτό ο ποιητής. Μένω στους στίχους, προσπερνώ στη ζωή. Δεν θα βαλτώσω εγώ στις σήραγγες / ούτε μισού ξεκουρντισμένου ακορντεόν, μας λέει. Τον ενστερνίζομαι κι εγώ και πίσω του προστρέχω. Ούτε μισή συμπόνια γλυκερή / δεν θα με καθηλώσει εκεί στα βάθη.
    Τι κι αν ένα φιλοσοφικού στοχασμού σερβίρισμα, σαν είδος επιδορπίου, έρχεται πριν από την πρώτη στροφή του μονοπατιού τις αποβάθρες χαιρετίσω. Δεν τελματώνει στον βυθό πάντα το βύθος. / Ούτε το ύψος πάντοτε στα ουράνια αιωρείται, γράφει. Μέσα από την διαδοχική ανάγνωση των ποιημάτων, άρα και την εξέλιξη του, ο ποιητής ζητά τώρα να δω το πρόσωπό του. Κοιτώ και βλέπω φύση ανθρώπινη, θνητή, φθαρτή. Βλέπω τον σκώληκα, την κάμπια, την πεταλούδα. Βλέπω ανασκαφή της ύπαρξης με έκφραση αισθητική όπως της πρέπει στην αναζήτηση βαθύτερων αληθειών. Βλέπω το χώμα πάλι όπως στην αρχή, που αντί για εκείνο το κλαδί  να δέχεται το σώμα, με σώματα χιλιάδες άλλα να αφομοιώνει. Εδώ οι συμβολισμοί υπερβαίνουν τη σαφή σημασιολογία των λέξεων.

Πλέον ο ποιητής ασφυκτιά. Ξανά στο φως λοιπόν. Στροφή, επίπεδο δεύτερο: προς καταβόθρες. Αφήνομαι κι εγώ ως άλλος φυσικός σχηματισμός, που ΄χει σχηματιστεί από τούτη την υπόγεια εσωτερική ροή, να παρασυρθώ απ΄ τον χρόνο μήπως και καταφέρω να απολέσω το σκότος που μόνο μετατίθεται. Συνέχιση της περιπλάνησης και προσπάθειας για την ορθή ή τελική αλήθεια. Βουρ! Για άλλο σύμπαν, επακριβώς παράλληλο κι ας είναι κι αυτό απόκοσμης ροής.
Από ηχεία ακούγεται η προειδοποίηση: Παρακαλούνται οι επιβάτες / Να προσέχουν / Τα προσωπικά τους συναισθήματα. Εμείς οι ήδη ανάπηροι αισθημάτων τι να προσέχουμε; Προσοχή στο κενό / Μεταξύ μυαλού και καρδιάς, συνεχίζει η προειδοποίηση. Ο ποιητής εστιάζει περιπαικτικά στο βασικό δίλημμα σε λήψεις αποφάσεων. Τι θα προτιμήσουμε εντέλει; Αποφάσεις βασισμένες σε λογικά επιχειρήματα και ανάλυση, ή το συναίσθημα; Η προειδοποίηση που προηγήθηκε δεν ήταν τυχαία.

Γιάννης Στρούμπας

Όπως δεν είναι καθόλου τυχαίο που σ΄ αυτήν την αφηγηματική ποιητική πορεία ο ποιητής νιώθει χαμένος, αναζητά έναν ποιμένα, έναν καθοδηγητή τελοσπάντων να δώσει λύση και κατεύθυνση σε όλα αυτά που τον ταλανίζουν.
Ίσως στο πιο σημαντικό ποίημα της συλλογής, κατά την προσωπική μου άποψη, λεπτοδουλεμένο και με έμμετρη τεχνική, Ο ΑΠΟΛΩΛΩΣ ΠΟΙΜΗΝ, μιλά για την απώλεια οδηγού, για την απώλεια της καθοδήγησης ή της κατεύθυνσης στη ζωή. Χωρίς οδηγό ποú οδηγούμαστε; Αναδεικνύεται η θλίψη που προκαλεί η απουσία ενός ικανού ποιμένα στο ανθρωποκοπάδι, καθώς και η αβεβαιότητα για τον χαμό που συνοδεύουν την απουσία καθοδήγησης. Έτσι, σαν άλλα αμνοερίφια στο μαντρί μας, αρπαζόμαστε από χειρολαβές κι αφηνόμαστε σε υπόγειες ροές. Τα κέντρα ελέγχου διευθετούν την κηδεία στον σίγουρο θάνατό μας. Κάποιοι μόνο φεγγίτες επιτρέπουν την όραση σε όσους το θέλουν, οι ερημίτες της σκέψης ή της ελάχιστης γκρίζας υποψίας κι αυτοί αδύναμοι μπροστά στους λυσσασμένους σκύλους που καιροφυλαχτούν απ΄ έξω. Το κέντρο ελέγχεται από κέντρα. Βαθιά νυχτωμένοι εφησυχάζουμε στην σκέψη του καλού μας ποιμένα. Με πετυχημένη ειρωνεία, ο ποιητής γνώστης της γλώσσας, προσδιορίζει τον ποιμένα ως εσθλό. Συνειρμικά μου έρχεται στο νου η έννοια της αρετής, της αριστείας ή της ευγένειας. Αναζητώ κι εγώ μαζί του την αλήθεια μέσω της αποκάλυψης που μου δίνεται της ανθρώπινης ατέλειας και της υποκρισίας. Ο κυνισμός του δημιουργεί εκ νέου ένα περιβάλλον που ανατροφοδοτεί τη σκέψη μου αμφισβητώντας πλέον τις συμβατικές αντιλήψεις.
Πώς να συνεχίσει κανείς εντέλει με τόσα βάρη πάνω του και μέσα του; Να σφίξει μήπως τα δόντια κι άλλο; Ο ποιητής πάντως σφίγγει τα σκέλια! Ξεχείλισε ο φόβος δίπλα του, φόβος εκατόν είκοσι κιλών. Υπάρχει κίνδυνος καταπλακώματος, με προειδοποιεί, εκτοπισμού απ΄ την ασφαλή του θέση, ίσως να τον βρει και κάποια έξυπνη ρουκέτα στο καταφύγιó του. Καταγγέλλει περιπαικτικά και σφίγγει τα σκέλια από εκατόν είκοσι ml ταξικής αγωνίας και εκατόν είκοσι κιλά ενοχών για τα δεινά του κόσμου! Η σύλληψη της επανάληψης του ίδιου ποιήματος αντικριστά στη συλλογή κάνει διακριτή την αναφορά με διαφορετικά μεγέθη ή μονάδες μέτρησης σ΄ αυτήν την αγωνία.

Κι ύστερα Βλέμματα απλανή / Τυφλός προορισμός […] Ασύντακτη περίοδος. Απλανής, τυφλή κι ασύντακτη στέκομαι κι εγώ καθώς διασχίζω το νέο μονοπάτι που ανοίχτηκε μπροστά στα τόσα εμφανή κι όμως μη αντιληπτά. Αμήχανη κι αμίλητη μπροστά στο άγνωστο γνωστό. Καθώς του Στρούμπα οι Αμήχανοι στρατιώτες / βουβοί εμπρός στον Άγνωστο. Όπως ανήσυχη για κείνους που αντέχουν μετέωροι στην ζωή και στον θάνατο μιας μνήμης θανατηφόρας. Ράγες ασήκωτου πόνου κατευθυνόμενου προς στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ράγες που σώζουν τελειώνοντας μια και καλή αυτό που ο ανηλεής συρμός / της καθημερινότητας εκτελεί καλύτερα και από έναν θάνατο μια κι έξω. Ποιο κράτος να νοιαστεί και ποιες αρμόδιες Αρχές; Ποιες ηθικές αξίες, ποια δικαιοσύνη κι αξιοπρέπεια; Ποιοι νόμοι και τάξεις συνταγματικές; Οι αρμόδιες Αρχές νίπτουν τας χείρας τους από αρχές, είναι σαν να μας λέει ο ποιητής.
Μπροστά στο παράλογο μιας ζοφερότητας και απαγόρευσης εισόδου από την Έξοδο κινδύνου, μοιάζουμε ανίκανοι. Ανακατεύτηκαν πολύ τα πράγματα. Ας περιοριστούμε μαζί με τον ποιητή λοιπόν, συμβιβασμένοι σ´ αυτό το λούκι με τα στενά και δύσκολα όρια του κόβοντας και κάθε πιθανή ροή μιας πιθανής εξόδου. Άλλωστε για έξοδο απ΄ την Έξοδο / καμία διευκρίνηση, προφασίζεται  ο ποιητής.

Φτάνω στο τέλος. Ο μικρός ανασκαφέας έχει ωριμάσει. Λογίζεται για τα καλά ενήλικας σε μπόι και σε σκέψη. Οι παιδικές ερωτήσεις σαν άλλα αινίγματα της Σφίγγας έχουν δώσει την θέση τους στα ερωτήματα της σφήκας:

Τι έξω της διαλαλεί / μία σφηκοφωλιά; Σε ποιο ύψος αίρεται και πώς / σε βάθη σκοτεινά συνωμοτώντας;

Το τελευταίο ποίημα της συλλογής συνομιλεί με το πρώτο. Η κατάδυση στα άδυτα μιας μυρμηγκοφωλιάς δίνει την θέση της στα ύψη που κι εδώ δεν απολείπει ο φόβος. Η άγνοια του τρόπου χειρισμού των πραγμάτων δίνει θέση σε συμβιβασμούς και πάλι. Αδρανής ο άνθρωπος-ποιητής σ΄ έναν κόσμο που ολοένα κινείται απορροφώντας τις καλύτερες προθέσεις του καθενός για κάποια λάμψη στο σκoτάδι.

Κι έπειτα / να ζωγραφίζω αστραφτερά / από της γης τα έγκατα / την πιο γλοιώδη λάσπη. […] Τώρα πια ξέρω / Υπάρχει κι άλλος τρόπος.

Με μια ματαίωση για κάθε καλό που δεν περιέχει το κακό, για κάθε φως που η άλλη πλευρά του νομίσματος δεν κρύβει το σκοτάδι, ο ποιητής στο τέλος αποδέχεται τούτη την  παράξενη ανθρώπινη φύση των αντιφάσεων.

Η οπτική του Στρούμπα είναι πολύπλευρη και πολυδιάστατη με αλληλουχία και κλιμάκωση των ποιημάτων. Η ποιητική συλλογή Περίμετρος μπορεί να αναδείξει τη συνδεσμολογία μεταξύ των προσωπικών του εμπειριών και των πιο γενικών ανθρώπινων αλλά και κοινωνικών συναισθημάτων και καταστάσεων. Ο ποιητής δίνει φωνή σε πιο ευρύτερες κοινωνικές, πολιτικές ή πολιτισμικές πραγματικότητες. Το προσωπικό συνδυάζεται με το δημόσιο, προσφέροντας έτσι ένα μοναδικό παράθυρο στην ανθρώπινη εμπειρία και κατανοώντας τη σύνδεσή της με το συλλογικό. Πολύ εύστοχα ο Στρούμπας επιλέγει τον τίτλο της συλλογής για να αναφερθεί σε κάτι που περιορίζει ή περικλείει ένα συναίσθημα, έναν χώρο, μια έννοια κλπ.
Εδώ, η περίμετρος, σαν άλλη περίφραξη ή νοητή γραμμή, αναφέρεται μεταφορικά στη μοναξιά που περικλείει τον ποιητή μέσα στον εσωτερικό κόσμο του. Είναι ένας τρόπος να εκφράσει το αίσθημα της απομόνωσης ή της αποκλειστικότητας. Το χιούμορ του λειτουργεί ως ένα είδος αμβλυντικού παράγοντα στο βαρύ κι υπόγειο τοπίο. Παίζει με τις έννοιες και τις λέξεις αντιστρέφοντας και επανανοηματοδοτώντας καταστάσεις, δίνοντας κοινωνικά μηνύματα κάτω από άλλο πρίσμα (μποτιλιάρισμα-μποτίλια, βυθός-βύθος, σχεδία-σχεδίαζαν χωρίς τον ξενοδόχο, λιγοστά στρωσίδια πάνω στη σχάρα, Περί μετρό και κάθε κακής έξεως Κολοκυθόπιτα, κ.ἁ.). Συλλογή εντέλει που αναδεικνύει αρκετές θεματικές της εποχής, ποίηση με αφετηρία και με ανοιχτό τέρμα…
Το έργο του Νίκου Οικονομίδη στο εξώφυλλο της συλλογής οπτικοποιεί άριστα την συνολική θεματική που εντέλει μόνο περιμετρικά δεν διαβάζεται.

Ελευθερία Θάνογλου

Bιογραφικό

Η Ελευθερία Θάνογλου (1978-) κατάγεται από την Ολυμπιάδα Χαλκιδικής και διαμένει στην Θεσσαλονίκη. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές. Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις διηγημάτων και σε συλλογικές ανθολογίες ποίησης από τις οποίες μεταφράστηκαν ποιήματά της στην αγγλική, την ιταλική, ισπανική, αλβανική και γερμανική γλώσσα. Ποιήματα και πεζά έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Έχει συγγράψει επίσης δύο θεατρικούς μονολόγους για την μουσική παράσταση «ΜΟΝΟ ΓΙΑΤΙ Μ’ ΑΓΑΠΗΣΕΣ» για τη Μαρία Πολυδούρη σε μουσική του συνθέτη Γιώργου Δίπλα και μελοποιημένη ποίηση για την παράσταση «13 Θάλασσες» σε μουσική επίσης του Γιώργου Δίπλα. Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ).