Our Hollywood
«Πάμε ξανά στο Χόλυγουντ, μωρό μου.»
Σε τραβάω από το χέρι. Μού τραβάς το σεντόνι.
«Καμία φωτογραφία δεν έχουμε τραβήξει μαζί», αναλογίζομαι λυπημένη όσο τραβάω πλέον τα μαλλιά μου στην άκρη του κρεβατιού για ό,τι δε γίναμε εκ παραδρομής.
«Θα σε περιμένω στο Παρίσι», είχες πει. Και που ήρθα; Τραβήξαμε τις ζωές μας χωριστά και καμιά μαλακία για να ελαφρυνθεί η ώρα. Εάν ερχόμουν λίγους μήνες νωρίτερα, ίσως να τραβούσαμε τώρα και κουπί και φωτογραφίες μαζί. Και στα εύκολα και στα δύσκολα. Έτσι είναι οι σχέσεις.
Όσο μεγαλώνει κανείς, η ωριμότητα δε φαίνεται σε ρυτίδες και γκρίζους κροτάφους, αλλά στο πώς δέχεσαι αυτό που η ζωή σού σερβίρει όταν πάει εντελώς κόντρα με κάθε προσδοκία και επιθυμία σου. Κάποιοι κάνουν τα στραβά μάτια σε ό,τι στραβό πάει στη ζωή τους εμμένοντας στα καλά, ενώ κάποιοι άλλοι στραβώνουν κι άλλο στο στραβό παρασύροντας στην οδύνη και καθετί όμορφο.
Κοντεύω τριαντατέσσερα κι ας δείχνω εικοσιτρία.
Κοντεύω να σε θυμηθώ ξανά στην επόμενή μου ενσάρκωση κι ας δείχνω πως σε ξεχνώ.
Κοντεύω να ξεχάσω καθετί όμορφο δίπλα στο στραβό κι ας διανύω ακόμα την ίδια ημέρα.
Κοντεύω τριαντατέσσερα κι ας νιώθω ενενήντα.
Ένας λόγος παραπάνω να δίνω σημασία στο τι μου δόθηκε κι ας ήταν κάτι άλλο από αυτό που περίμενα, παρά στο τι στερήθηκα.
Την ευτυχία, λένε, την επιλέγεις. Δεν σε επιλέγει.
Από το αεροπλάνο που μακριά σου με πάει, επιλέγω να δω το σκυλί μέσα σου που σβούρες έκανε στην αναμονή μου, τα περίσσια θαυμαστικά της «Τ9» έξαψής σου στον ερχομό μου, την αποκαθήλωση των θαυμάτων στην αναχώρησή μου και την ανάληψή τους στο «θα ξαναβρεθούμε σύντομα», -σ’αυτό το «σύντομα» ο κατηργημένος λόγω της καθημερινότητας Θεός επιστρέφει- και μαθαίνεις εκ νέου σε προσευχές ώσπου να ‘ρθει το σύντομα συντομότερα και όσο το λαχταράς άλλο τόσο το αποστρέφεσαι, γιατί η ζωή προχωράει κι εσύ τσινάς που περιμένεις, επειδή κάποιος σκαρφίστηκε το «σύντομα» για το σουλούπωμα της τελείας. Και είναι πιο εύηχο ως υπόσχεση και πιο μαρτυρικό ως κατάρα. Κι αν ήμουν μάγισσα θα είχα ξόρκια κι αν ήμουν θάλασσα θα είχα περισσότερους φίλους κι αν ήμουν ακόμα στο κρεβάτι σου θα είχα παιδιά και ο πατέρας πρέπει να αγαπάει εκ βαθέων τη μητέρα για να ευδοκιμήσει το οικοσύστημα και η αγάπη σου όλη διαιρέθηκε στα οχτώ, -«όλοι θα πάρετε», λες, «η αγάπη μου είναι άπειρη»- και το ανοιχτό καστανό των ματιών σου προσμίχθηκε στο πιο σκούρο δικό μου και η νέα απόχρωση διαπέρασε τη στολή σου και τα πρόχειρα ρούχα του ταξιδιού μου. Έτσι, για να σε εντυπωσιάσω μετά. Μα η αγάπη δεν εντυπωσιάζεται με τέτοιου είδους τερτίπια και γι’ αυτό ήρθε δια χειρός. Και η σοκολάτα βιενουά έγινε ταινία νουάρ με κρασί και σιωπές ένοπλες για να μετασχηματιστούν σε λέξεις τετμημένες και σπίτια ανοικοδόμητα. Και ύστερα, η αγάπη ήρθε δια στόματος και οι δέκα μήνες απουσίας κατατάχθηκαν στο στρατό, γιατί πολύ λούφαραν και ήρθε η ώρα να υπηρετήσουν το λαιμό μου, τα στήθη μου, την κοιλιά μου, ώσπου τα φιλιά να γίνουν τάγματα.
Και όσο τα χείλη σου ήταν νεοσύλλεκτα σε τούτο τον πειρασμό, τόσο περισσότερο άνοιγαν οι προσαγωγείς και οι χειμώνες απήχθησαν κι ένιωσα την άνοιξη ξένη, -είναι που έχασα απότομα το οικείο. Και για να βρεις το απολεσθέν πρέπει να σκύψεις και κάτω στη γη βρήκα φθινόπωρα κι ένα βάρος στο κεφάλι κι έχω τελειώσει χρόνια το σχολείο, μα οι εργασίες δεν παύουν να μοιράζονται και να βαθμολογούνται. Και τα φιλιά έγιναν λόχος, ο λόχος διμοιρία και το σάλιο ιστορίες για αγάπες απολυμένες. Και στον καμβά της γυμνής σου πλάτης χρώματα πέταξα και ζηλόφθονα λιοντάρια να κατασπαράξουν κάθε ανάμνηση που άλλες γυναίκες φέρνει στην κλίνη μας, μα ύστερα από λίγο γέλασα, γιατί με τη μηδαμινή ανταλλαγή σάρκας γεννήσαμε το εξτραβαγκάν, -μπορεί κανείς να πει πως για την εποχή μας είναι καινοτομία-, κι αν ζήσαμε στη σάρκα τον έρωτα συντηρητικά, τον αποθεώσαμε αλλιώς, όπως τα ξωτικά που αιώνιους δεσμούς υφαίνουν. Και οι πρώτες νύχτες ενός ζευγαριού είναι οι ιέρειες του ναού τους κι εάν δε γίναμε η αγάπη, με τη γαλήνη στο κοίμισμά μας εμπνεύσαμε την αγάπη.
Και ίσως να μη μου φτάνουν όσα βρήκα μαζί σου στον ξύπνιο, ούτε να μου λείπουν όσα έχασα μακριά σου όταν πλάτη σού γύρισα για να ψηλώσω και να θεραπευτώ κρυφά, ώστε πίσω σ’ εσένα να γυρίσω έτοιμη, -τα μόνα πράγματα που είναι έτοιμα σ’ αυτόν τον κόσμο είναι τα πυρηνικά όπλα και ο πυρήνας της γυναίκας που τη θεότητα στεγάζει,- και πόσο ακόμα να αντέξει κανείς στον πόλεμο και πόσο ακόμα να αντέξει κανείς στη βατότητα. Και τώρα που ήρθα πίσω σ’ εσένα πιο έτοιμη από ποτέ, μα το ίδιο ανέτοιμη όπως πάντα, δε βρεθήκαμε ποτέ στο αλόγιστο της αρχής μας, -δεν πέφτουν οι φράχτες τόσο εύκολα τελικά δίχως συντονισμό- και κάποια πράγματα είναι προορισμένα να μένουν πάντοτε στο χείλος του γκρεμού και κάποια πράγματα είναι προορισμένα να μένουν πάντοτε στο χείλος του προσώπου. Κι εγώ λάτρεψα και το γκρεμό και το πρόσωπο. Όλα εξ αποστάσεως. Κι αυτό το υπερατλαντικό κάλεσμα ήταν δικό σου δημιούργημα. Εσύ εφηύρες τις χορδές και επιδόθηκες με ευλάβεια και ξεδιαντροπιά στο άρπισμα του αιθέρα μου. Και σαν έπεσες δόνηση, λάτρεψες το γκρεμό, το πρόσωπο και κάθε σπιθαμή της ύπαρξής μου στη σφαίρα των υλοποιήσεων. Όλα εξ αποστάσεως. Όλα εξ επαφής. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μου φτάνει.
Όσο κι αν πεθαίνουν οι εραστές, το Χόλυγουντ παραμένει όρθιο. Όπως το ένστικτο της διαιώνισης.
«Στο Χόλυγουντ είμαστε, μωρό μου, ακόμα. Δεν πεθαίνει ποτέ αυτό.»
Μού τραβάς το χέρι. Σού τραβώ το άλλο. Ισχύς εν τη ενώσει.
«Έτοιμος για φωτογραφία;»
Βασιλική Πατέλη
Βιογραφικό
H Βασιλική Πατέλη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Χορεύτρια κλασικού και μοντέρνου μπαλέτου. Διηγήματά της έχουν κυκλοφορήσει σε έντυπη μορφή αφότου διακρίθηκαν στον Διεθνή λογοτεχνικό διαγωνισμό της ιστοσελίδας “Eyelands” το 2013 και 2014 καθώς και στο διαγωνισμό για την επέτειο των δέκα χρόνων του εκδοτικού «Παράξενες Μέρες» το 2023. Επίσης, κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Fractal, Χάρτης, Βακχικόν, Φρέαρ, Μονόκλ.