Λίγο πριν ολοκληρωθεί το 2023, ένα ιδιαίτερα δημιουργικό και επιδραστικό έτος, σας παρουσιάζουμε με χαρά το πανόραμα των φετινών μας εκδόσεων.

 

 1. Πατρίτσια Αϊβαλή, Η ορατότητα του Π1

Η αφήγηση χωρίζεται σε τρία κεφάλαια:
1. το Προοίμιο, η γνωριμία με τον ήρωα, τον Π1,
2. το Υποκειμενικό, χωρισμένο με τη σειρά του σε ημερολογιακές καταχωρήσεις, όπου οι ειδικές λεπτομέρειες για τη ζωή του ήρωα εναλλάσσονται με ποιητικές στιγμές, ακολουθώντας μια εν προόδω διαδικασία, καθώς ο ήρωας συγκρούεται με το κοινωνικό περιβάλλον, αντιλαμβάνεται τον κόσμο όπου ανοίγεται η ενηλικίωσή του, ωριμάζει μέσα απ’ τις αντιστάσεις και τις απελπισίες του. Η επιδείνωση των συνθηκών αυτής της ωρίμανσης κλιμακώνεται ολοένα, χωρίς να προσδιορίζονται τα ακριβή αίτια, μ’ εκείνη την αόριστη ορμή της νεότητας να επιτεθεί απέναντι σε όσα την κυκλώνουν ασφυκτικά, τις επιβολές, τα άγχη, τους φραγμούς, με όλη την αγωνία που νιώθει κανείς όταν δεν μπορεί να συλλάβει τον εχθρό του και συγχρόνως οραματίζεται τον εαυτό που θα νικήσει έναν τέτοιο εχθρό, τον ίδιο τον ενήλικο κόσμο. Αυτό το κοινωνικό κουκούλι αποτυπώνεται αργότερα με αλληγορικό τρόπο, στο τρίτο μέρος του αφηγήματος:
3. το Αντικειμενικό, όπου ο εναλλακτικός εαυτός του ήρωα εμφανίζεται ξαφνικά σε ένα άλλο περιβάλλον, γεμάτο καινοφανείς λειτουργίες, ερμητικό και καταπιεστικό. Σ’ αυτό τον δυστοπικό κόσμο, όπου οι άνθρωποι ζουν ως εργαλειοποιημένα και μηχανικά υποκείμενα, καθρεφτίζεται η προηγούμενη ζωή του ήρωα. Με τη διαφορά όμως ότι η ακρότητα μιας τέτοιας ανθρώπινης συνθήκης εξωθεί τον ήρωα στην αναζήτηση κάποιας διαφυγής, έστω και νοητικής, την οποία βρίσκει στο πρόσωπο ενός από τους άλλους εργασιακούς σκλάβους, ενός τυφλού άντρα που θα καταλήξει να του διδάξει μια άλλη λειτουργία της ανθρώπινης όρασης.

Υποκειμενικό και Αντικειμενικό επικοινωνούν μέσα από την κρυφή σημειολογία των εναλλακτικών ζωών, οι οποίες κινούνται παράλληλα στο μυαλό μας.
Τα εφηβικά μας ημερολόγια ως αναπόληση μιας θλιμμένης εξέγερσης απέναντι στον κόσμο αλλά και ως κρυπτογραφημένα έγγραφα ενός άλλου κόσμου, εκεί όπου όλοι είμαστε ένας Π1 – ένα ον που αγωνίζεται να βρει την όρασή του.

 

2. Νόα Τίνσελ [Βάγια Κάλφα], Μακάρι να το είχα κάνει νωρίτερα

Η συλλογή “Μακάρι να το είχα κάνει νωρίτερα” είναι ένα ποιητικό βιβλίο που μιλά για το πέρασμα ενός λυρικού υποκειμένου στην ελευθερία, από τη ζωή ως “Η μόνη αλλοίθωρη σε όλο το σχολείο”, δια μέσου της απόρριψης της ανάγκης για κοινωνική αποδοχή (“Το να αρέσεις/ Συχνά είναι προσβολή”), στο αγκάλιασμα της ατομικότητας ως κάτι που ελευθερώνει, αντί να στέκεται εμπόδιο στην ελευθερία. Ελευθερία από το δίπολο των φύλων και τους καταπιεστικούς έμφυλους ρόλους, ελευθερία από τις υποκριτικές κοινωνικές συμβάσεις και τις νόρμες που μετατρέπουν την αγάπη σε έλεγχο και τις σχέσεις σε αγώνες δύναμης. Είναι ένα ειλικρινές, αστείο, στενόχωρο και ενδυναμωτικό βιβλίο, ένας μοναδικός συνδυασμός δύναμης και ευαλωτότητας, σαρκασμού και ειλικρίνειας, σκληρής γλώσσας και τέλεια εκλεπτυσμένου ύφους. Το να γελάς μέχρι δακρύων για το σύστημα που σε κακοποιεί είναι μερικές φορές το μόνο όπλο που σου μένει. Συχνά, συνειδητοποιούμε ότι είναι και το πιο δυνατό. Και το να λέει την αλήθεια για τον εαυτό και την κοινωνία στην οποία ζει είναι η γενναιότερη πράξη που μπορεί να κάνει ένας συγγραφέας. Η γενναιότητα αυτού του βιβλίου βρίσκεται, εν μέρει, στο ότι κρατά τον καθρέφτη απέναντι, δείχνοντας την ασχήμια της κοινωνικά επιβεβλημένης, ψεύτικης κανονικότητας που πηγάζει από τον κομφορμισμό και από τη συλλογική απόρριψη της αυθεντικότητας προκειμένου να μην περιθωριοποιηθούμε. Αλλά, πάνω από όλα, η γενναιότητα του “Μακάρι να το είχα κάνει νωρίτερα” βρίσκεται στο ότι στρέφει τον καθρέφτη προς τα μέσα, σαν μικροσκόπιο, ξεγυμνώνοντας το λυρικό υποκείμενο απέναντι στον εαυτό του και τον αναγνώστη, στο ότι ειναι αναπολογητικά ευάλωτο, παρόν, ανοιχτό και, το πιο σπουδαίο, αληθινό απέναντι στο εαυτό. Δεν είναι ένα βιβλίο γραμμένο για όλους – ένα βιβλίο που χαϊδεύει ευγενικά την επιφάνεια, αποφεύγοντας πληγές και μπερδεμένα κομμάτια – αλλά είναι, ακριβώς γι αυτό, ένα βιβλίο που ολοι πρέπει να διαβάσουν.

 

3. Αντώνης Μπαλασόπουλος, Το βιβλίο των χεριών

Το χέρι μιλά, ακόμα και χωρίς στόμα. Μιλά διαρκώς. Και λέει ιστορίες. Λέει όλη την ιστορία του ανθρώπου. Γιατί η ιστορία του ανθρώπου είναι ιστορία των χεριών του και του τι έμαθαν να κάνουν. Οι κινήσεις τους είναι μνήμες του είδους, αποθηκευμένες στους τένοντες, στα νεύρα, στις φάλαγγες. Γι’ αυτό, τα χέρια γεννιούνται ήδη γερασμένα, με τρεις βασικές ρυτίδες χαραγμένες στις παλάμες τους. Είναι πιο αρχαία απ’ αυτόν ή αυτή που τα φέρει: θυμούνται ήδη την καταγωγή του είδους σε μια πλαστική ικανότητα που απαντάται μόνο στους άμεσους προγόνους και συγγενείς του, στα Πρωτεύοντα θηλαστικά.

Και το χέρι γράφει, όχι μόνο γιατί συσσωρεύει μια μνήμη πέρα απ’ τον εαυτό, αλλά και γιατί είναι το ίδιο γραμμένο, με γραμμές της ζωής, με όρη, με γεωγραφίες ατομικές και μ’ άγνωστα πεπρωμένα, με τη σφραγίδα του μοναδικού στο δακτυλικό αποτύπωμα.

Το χέρι οριοθετεί το ανθρώπινο. Με επισφάλεια, γιατί το χέρι οριοθετεί επίσης και το μη ανθρώπινο, και το απάνθρωπο, που είναι βέβαια μια δυνατότητα του ανθρώπου.

Το Βιβλίο των χεριών είναι το βιβλίο του ανθρώπου, του ανθρώπου που τον φτιάχνουν τα χέρια του, του ανθρώπου που γλιστρά μέσα απ’ τα χέρια του τα ίδια. Μπορεί αυτά που έγραψαν εδώ ανθρώπινα χέρια να ψηλαφίζουν την κλειστή πύλη του ανθρώπου, ψάχνοντας ένα πέρασμα. Μπορεί και να τον αποχαιρετούν, οικεία και αδέκαστα, όπως του πρέπει.

 

4. Βασίλης Μόσχος, Γιουνικ

Το Γιούνικ του Βασίλη Μόσχου είναι μια ωμά τρυφερή ποιητική συλλογή, τέτοια που μια/ένας Millennial μπορεί να νιώσει βαθιά στο πετσί του. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί την ψυχή της ποιητικής του Μόσχου και είναι ο τόπος και ο χώρος να ξεδιπλώσει το ποιητικό υποκείμενο την πηγαία τρυφερότητα του για τις γυναίκες/θηλυκότητες, την οργή και την αγωνία του για το αδιέξοδο της γενιάς του, την ταξική του συνείδηση και την αφόρητη ανάγκη για όνειρο. Νιώθοντας την περιρρέουσα ατμόσφαιρα βίας τολμά να προτάσσει μια ανθρωπιά πηγαία. Παρότι ο εαυτός υφίσταται το αδιάκοπο πάτημα των νεκρών ζώών στην εθνική οδό από τα διερχόμενα αμάξια μέσα στο άστυ, επιμένει με αγάπη και φροντίδα να κρατά στα χέρια την ίδια τη Θεσσαλονίκη σαν ανυπεράσπιστο γατάκι και προσμένει, απαιτεί να ζήσει λίγο ακόμα. Με την άμεσα ρεαλιστική του στιχουργική, επικοινωνεί με την μπητ ποίηση τόσο στην ελληνική της εκδοχή (Θωμάς Γκόρπας, Κατερίνα Γώγου), όσο και στην αμερικανική (Γκρέγκορι Κόρσο, Άλεν Γκίνσμπεργκ) για να φτάσει στον βρώμικο ρεαλισμό του Μπουκόφσκι. Εκεί, προσπαθώντας, στο εξαίσιο ποίημα «Όχι άλλη ερωτική ποίηση», να χτυπήσει την συνθήκη των vanilla ερωτικών ποιημάτων, δίνει με ανυποχώρητη, θαρραλέα ειλικρίνεια το σχεδόν κανιβαλικό της ετεροφυλόφιλης σεξουαλικής ένωσης, με τα χτυπήματα, τη βιαιότητα της διείσδυσης, τα σωματικά υγρά και την απλυσιά. Το ποιητικό υποκείμενο γνωρίζει και συντάσσεται με το σύγχρονο πρόταγμα του φεμινισμού, αναγνωρίζει την έλλειψη ορίων και τον ενδεχόμενο κίνδυνο των γυναικοκτονιών σε άλλες περιπτώσεις, την ώρα που αποδίδει σοφά ευθύνες στην παθητική, ηδονοβλεπτική κοινωνία που ακούει και αναπαριστά φαντασιακά τις σεξουαλικές κραυγές. Και όλα αυτά με την στεντόρια αρρενωπή του φωνή. Ομοίως συντάσσεται ανυποχώρητα και με την εργατική τάξη, την τιμά, της αποδίδει την αλήθεια της, αυτή των σερβιτόρων με την αφραγκιά, τα ταχυφαγεία, την καταπόνηση του σώματος και τα προβλήματα υγείας, την δουλειά ήλιο με ήλιο και το μίσος για τα αφεντικά. Και υποκλίνεται σε αυτά τα παιδιά. Τελικά, στην εξαιρετική και σημαντική αυτή συλλογή, το ποιητικό υποκείμενο τολμά να μιλήσει με όλο το ανθρώπινο του κύρος για τον κόσμο λέγοντας στην καθεμιά και τον καθένα μας πως ο κόσμος “περιμένει να σε πιει σε διψασμένο όνειρο”. Ένα σπουδαίο βιβλίο.

 

5. Marija Dejanović, Η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα

Μετάφραση: Irena Gavranović Lukšić
Επιμέλεια: Κατερίνα Ηλιοπούλου

Στο βιβλίο της Η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα η Marija Dejanović “παρατηρεί τον εαυτό της από απόσταση μέχρι να τον αναγνωρίσει”. Αυτή η συλλογή συντίθεται από θαυμάσιους λυρικούς στίχους οι οποίοι εξερευνούν την ιδέα του αιώνιου ξένου: του εαυτού. Όπως μία έντονα διορατική μάρτυρας με πάθος για αναστοχασμό, οι ιδέες της Dejanović ξεδιπλώνονται και ανθίζουν απ’ άκρη σ’ άκρη ως μνήμη και ιστορία, αναδύονται στο παρόν και το μεταπλάθουν, προκειμένου να ξυπνήσουν τους αναγνώστες από τον βαθύ ύπνο της αυταπόδεικτης ευτυχίας και φέρνοντας στο φως, μέσω της κρυστάλλινης εικονοποιίας της, τις ευεργετικές αλήθειες που ενέχουν οι σκληρές πραγματικότητες.

[…]

Τα ποιήματα της Marija Dejanović είναι κεφάλαια μιας νουβέλας που δεν έχει γραφεί. Ή κεφάλαια της ζωής. Γραμμένα από ένα μεγάλο ταλέντο, αλλά παράλληλα και από μια μεγάλη διεκδίκηση απέναντι στη ζωή, αυτά τα ποιήματα στέλνουν ένα σημαντικό μήνυμα και δίδαγμα στο μακρινό σύμπαν: δεν υπάρχουν μεγαλύτερες διαφορές από τις μικρές διαφορές, διαφέρουμε στα αλήθεια μόνο από αυτούς που είναι πολύ κοντά μας. Ευγενής, ανήσυχη και οικουμενική ποίηση.

 

6. Ανθολογία Ελληνικής Κουηρ Ποίησης

βασικός επιμελητής: Νικόλας Κουτσοδόντης

Οι Εκδόσεις Θράκα και το Ίδρυμα Ρόζα Λούξενμπουργκ παράρτημα Αθηνών έχουν εκδώσει την πρώτη ελληνική queer ανθολογία ποίησης! Οι επιμελητές του βιβλίου είναι: ο Νικόλας Κουτσοδόντης (βασικός επιμελητής) –Ποιητής και συνεργάτης των εκδόσεων της Θράκας, Βάγια Κάλφα – Ποιήτρια, Βασιλεία Οικονόμου – Ποιήτρια, Βαρβάρα Ρούσσου – Μέλος ΕΔΙΠ του Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ, καθώς και ο Χάρης Οταμπάσης – Διδάκτορας της Νεοελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.

Λίγα χρόνια πριν η ιδέα και μόνο της έκδοσης και της κυκλοφορίας μιας σύγχρονης ποιητικής ανθολογίας με ΛΟΑΤΚΙΑ+ περιεχόμενο θα φάνταζε αδύνατη. Μιας ανθολογίας κειμένων όπου ΛΟΑΤΚΙΑ+ ποιητ@ θα έβρισκαν χώρο ελεύθερο να εκφραστούν και να υποστηρίξουν την αλήθεια τους. Μια πράξη βαθιά πολιτική, με ιδιαίτερες δυσκολίες, απαιτήσεις και προσκόμματα είτε προσωπικά είτε κοινωνικά.

Μετά από εκτενή δουλειά μηνών συγγράψαμε από κοινού και αναρτήσαμε στο ηλεκτρονικό περιοδικό της Θράκας την πρόσκληση για τη συγκρότηση της πρώτης εγχώριας Ανθολογίας κουήρ ποίησης ως εξής: Διαφεύγοντας συνεχώς από οριοθετήσεις, το κουήρ νοηματοδοτείται ως το λοξό, παράξενο, αλλόκοτο, ανοίκειο, ανώμαλο, διεστραμμένο· ως προσβολή, η οποία φέρει και αντιστρέφει τραυματικές ύβρεις· ως ρήμα, με την αρχική σημασία του σκορπάω, καταστρέφω και, στις μέρες μας, λοξεύω, ανοικειώνω, αποδομώ ένα παραδεδομένο αντικείμενο έρευνας.

Η κουήρ ποίηση, εξίσου ρευστή και πολυδιάστατη, συμπυκνώνει τα παραπάνω νοήματα, όχι ως ταυτοτική κατηγορία, αλλά ως πολιτική στάση και ποιητική πράξη. Έτσι, το κουήρ μπορεί να αναδειχθεί ως γλώσσα, όπου το αισθητικό είναι ταυτόχρονα πολιτικό, μια εν εξελίξει διαδικασία και όχι παγιωμένη ποιητική ή πολιτική ταυτότητα. Παρά την ύπαρξη ανάλογων εγχειρημάτων ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα στον αγγλοσαξονικό κυρίως χώρο, η συγκρότηση μιας ανθολογίας κουήρ ελληνόφωνης ποίησης αποτελεί ζητούμενο ενός αχαρτογράφητου ακόμη πεδίου. Ένα τέτοιο εγχείρημα, αφορώντας το νεοελληνικό πλαίσιο, δεν προτίθεται να ορίσει ή να χαρτογραφήσει «τι είναι η κουήρ ποίηση», αλλά θέτει ως κεντρικό άξονα τη ρηματική διάσταση της λέξης, ρωτώντας «τι κάνει, αλλά και τι μπορεί να κάνει, το κουήρ» σε πείσμα των ορισμών. Το κουήρ ως γίγνεσθαι, ως μεταμόρφωση και ως μεταίχμιο, αλλά κυρίως ως λοξή και έκκεντρη ποιητική / πολιτική μεθοδολογία. Με αυτό το σκεπτικό, καλούμε όλα τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα να συμμετάσχουν στη συγκρότηση της πρώτης ανθολογίας σύγχρονης ελληνόφωνης κουήρ ποίησης. Οι θεματικοί άξονες των κειμένων, αφορώντας στη μη ετεροκανονική εμπειρία, μπορούν ενδεικτικά να είναι οι παρακάτω:

> Συντροφικότητα και εννοιολογήσεις της συγγένειας
> Γάμος, τεκνοθεσία, ομογονεϊκότητα
> Εργασιακή και ταξική εμπειρία
> Ορατότητα
> Μορφές βίας και ασφάλεια
> Ακτιβισμός
> Εθνότητα και μη ετεροκανονική εμπειρία
> Αστικό κέντρο / επαρχία και μη ετεροκανονική εμπειρία
> Θρησκεία και μη ετεροκανονική σεξουαλικότητα
> Νευροδιαφορετικότητα, ψυχική υγεία, αναπηρία και μη ετεροκανονική εμπειρία
> Τρανς εμπειρία
> Εναλλακτικές αρρενωπότητες και θηλυκότητες, μη δυϊστική αντίληψη του φύλου
> Ασεξουαλικότητα
> Σεξουαλικές πρακτικές και ταυτότητες

Ποιήματα από τα παρακάτω ποιητ@ έχουν συμπεριληφθεί στην ανθολογία:

Κασσάνδρα Αλογοσκούφι, Γιούρι Ασκαλίδης, Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, Αντώνης Γουλιάνος, Γιάννης Δάφλος, Σταμάτης Δεμερτζής, Γεωργία Διάκου, Θωμάς Διάφας, Φοίβος Δούσος, Βασίλης Ευριπιώτης, Καλλίδα Ζαχοπούλου, Έφη Ζωγράφου, Φιλία Κανελλοπούλου, Βαγγέλης Καραμπίνης, Πάνος Κεραμεύς, Ανδρέας Κιτσικίδης, Αντώνης Κίτσιος, Κατερίνα Κοζή, Πατρίτσια Κολαΐτη, Σελίν Κουγιουμτζού, Κωνσταντίνος Κουράσης, Νικόλας Κουτσοδόντης, Δημήτρης Κυριακόπουλος, Κώστας Κωνσταντόπουλος, Ηλέκτρα Λαζάρ, Βάσω Μ. , Μαρία Μάζη, Γιώργος Μακρίδης, Αρτέμης Μαυρομμάτης, Χάρης Μελιτάς, Μπίλη Μητσικάκος, Φώτης Ορέστης Μικελάκης, Μάκης Μούλος, Μάνος Μπαζάνης, Στυλιανός Μπενέτος ακα οητο Άρογνος, Άγγελος Μπέρτος, Ανδριάνα Μπιρμπίλη, Χριστόφορος Μπότσης, Κωνσταντίνος Μπούρας, Βασιλεία Οικονόμου, Θεοχάρης Παπαδόπουλος, Αμαντέους Σακερπούλους, Ταυ Ζήτα, Ευγενία Τζιρτζιλάκη, Κόστια Τσολάκης, Κωνσταντίνος Τσουμπός, Φωτιά στο Χέρενχοφ, Χρυσάνθη Φωτοπούλου, Σπύρος Χαιρέτης, Μάριος Χατζηπροκοπίου.

 

7. Tatiana Faia, Αδριανός
Μετάφραση: Τώνια Τζιρίτα Ζαχαράτου

Αναλαμβάνοντας να συστήσω τον Αδριανό της Πορτογαλέζας ποιήτριας Tatiana Faia στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, αναγνώριζα πως τα πάθη και τα διακυβεύματα του βιβλίου είναι ουσιώδη· αν κι είναι πιθανό αυτή μου η εντύπωση να συνδέεται με το γεγονός πως τα συμμεριζόμουν. Στον πυρήνα του βιβλίου βρίσκεται η ιστορία έρωτα και πένθους του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού και του όμορφου εφήβου Αντίνοου, την οποία κράτησε ζωντανή από την ύστερη αρχαιότητα ως σήμερα η μυθοπλαστική φαντασία των μεταγενέστερων. Πριν από τον Αδριανό της Τατιάνα Φάια είχα κι εγώ βυθιστεί στη στοχαστική σοφία του Αδριανού απομνημονεύματα της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Είχα ονειροπολήσει μπροστά στην ανάμειξη του βίαιου πένθους και της ωμής επιθυμίας για ένα νεκρό σώμα που συγκλονίζει τον Αδριανό στον Αντίνοο του Φερνάντο Πεσσόα. Στα ποιήματα του Αδριανού με γοήτευσε εξαρχής η σχεδόν μπενγιαμική αίσθηση του παρελθόντος, που εισβάλλει ως έκλαμψη στον ορίζοντα του παρόντος, κι ο τρόπος με τον οποίο η ποιήτρια ήξερε να παραδίνεται στα φαντάσματα της ιστορίας. Από τη θέση της μεταφράστριας την ακολούθησα στην περιήγησή της στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα και το αρχαιολογικό παλίμψηστο των Αθηνών και βρήκα ένα έκκεντρο κατώφλι προς μια κληρονομιά που συχνά μου προκαλούσε δυσφορία. Υποψιάστηκα πως αυτή η ποίηση είχε τη δύναμη να μας εξοικειώσει με μια αγάπη για το κλασικό παρελθόν που ήδη υπάρχει, αλλά συχνά οπισθοχωρεί κάτω από την πίεση άκαμπτων κυριαρχικών αναπαραστάσεων. Στην ποίηση της Τατιάνα η ευτυχία προβάλλει πάντοτε ως μια επιλογή αξεδιάλυτη από την απώλεια· πρόσωπα ανασύρονται, συναντιούνται, αγαπιούνται κι αποχωρίζονται σ’ έναν χρόνο που διαρκώς σαλεύει, όπως τα πρόσωπα του Αντίνοου γίνονται μια ατελεύτητη σειρά αγαλμάτων που φτάνουν ως εμάς μεσ’ από την αναγκαία φθορά.

 

8. Σπύρος Χαιρέτης, Ο γοργόνος και άλλα πλάσματα

Η ποιητική συλλογή Ο γοργόνος και άλλα πλάσματα είναι ένα ειλικρινές και αυθάδικο σώμα κειμένων που εξετάζει τη βιωμένη εμπειρία του παρελθόντος από την προνομιακή θέση του σήμερα. Το ψυχαναλυτικό ανάκλιντρο, ως βαθιά ταξικός και παράλληλα αναστοχαστικός «χώρος», γίνεται η αφορμή προκειμένου το ποιητικό υποκείμενο να γράψει την ιστορία του. Αναβιώνονται μέσα από το ενήλικο βλέμμα στιγμές από τη γέννηση και την παιδική ηλικία, εξερευνώνται οι σχέσεις με την οικογένεια, ζητήματα ταυτότητας φύλου, σεξουαλικότητας, εθνοτικής καταγωγής και χοντρότητας. Μέσα από μια απλή και καθημερινή γλώσσα, συχνά διανθισμένη με greeklish και κρητικούς ιδιωματισμούς, αναπτύσσεται μια συστηματική κριτική γύρω από το πλέγμα των θεσμών και των ιδεολογιών που συν-διαμορφώνουν το υποκείμενο και του ασκούν πιέσεις. Η συλλογή υπογραμμίζει τις επιταγές της ετεροκανονικότητας και πόσο απαιτητικό μπορεί να είναι τελικά να ξεφύγεις από κοινωνικά φορεμένες προσδοκίες, όση δουλειά κι αν πιστεύεις πως έχεις κάνει με την εαυτή σου και τον ψυχολόγο σου. Ωστόσο το βιβλίο πέρα από μια έκθεση όλων των παραπάνω, αποτελεί και ένα αντίβαρο, μια απόδειξη πως δεν είναι όλα σκοτεινά: η ειλικρίνεια, το μοίρασμα, και το χιούμορ είναι σημαντικά εργαλεία για τη διεκδίκηση και την κατασκευή ενός φροντιστικού πλαισίου, από τα οποία μπορούμε να πάρουμε δύναμη και να ανατρέψουμε την υποτιθέμενη σοβαρότητα του κυρίαρχου λόγου. Ο Γοργόνος συνεπώς, αποτελεί ένα έντεχνο μοίρασμα του Σπύρου Χαιρέτη, ή μάλλον καλύτερα, μια προσπάθεια εφαρμογής του μότο που προτάσσεται στη συλλογή: “πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά μέσα από μικρές σκέψεις τις οποίες μοιραζόμαστε ευρέως”.

9. Εύη Λιακέα, Απόδειπνο

Στο βιβλίο της Απόδειπνο, η Εύη Λιακέα με μια οξυδερκή ματιά καταγράφει εικόνες από το κοντινό της περιβάλλον, ξαφνιάζοντας τις αισθήσεις. Τα καθημερινά φαινόμενα που απεικονίζονται, συχνά σχεδόν ανάγονται σε ένα επίπεδο προϊστορικών, παγανιστικών συμβόλων, ενώ ταυτόχρονα συνδυάζονται με μοτίβα από χριστιανικές τελετουργίες, δημιουργώντας ένα σουρρεαλιστικό μεσογειακό τοπίο μέσα στο οποίο ο αναγνώστης προσκαλείται να περιπλανηθεί ελεύθερα, με τη λυρική πρωταγωνίστρια να τον παίρνει από το χέρι, θυμίζοντας μια παντοδύναμη, αλλά ευγενική μάγισσα που ξεναγεί τους επισκέπτες στον κόσμο της.

Εγγενώς σκοτεινότερα, τα ονειρικά μοτίβα όπως τα μαλλιά, το φεγγάρι, οι καθρέφτες, οι σκιές και τα ψαλίδια συνυπάρχουν με τα τοπία των δέντρων, των φυτών, των σπιτιών, του ήλιου και του ανέμου, καθώς και με φευγαλέες εικόνες της οικογενειακής ζωής και αφηγήσεις από τη γενιά της μητέρας, ξεδιπλώνοντας έναν κόσμο εντός του οποίου οι γραμμές του κινδύνου και της ασφάλειας, της πληγής και της επούλωσης είναι θολές, ή, ακόμα και, ανύπαρκτες.

Το Απόδειπνο είναι ένα βιβλίο για την αποδοχή των φυσικών ενορμήσεων στους ανθρώπους, αλλά ταυτόχρονα ένα βιβλίο που εξανθρωπίζει τη φύση σε τέτοιο βαθμό που το φυσικό τοπίο καταλήγει να είναι ο αληθινός πρωταγωνιστής του, δίνοντάς μας την εντύπωση ενός λυρικού υποκείμενου το οποίο βρίσκεται εκεί με μόνο σκοπό να μας πει την ιστορία του. Το τοπίο συντίθεται από πολλαπλές επιστρώσεις διαφορετικών πνευματικών παραδόσεων -παγανισμός, αρχαίος κόσμος, και χριστιανισμός- τα οποία μαζί χτίζουν ένα σπίτι για το σκοτάδι και το φως, δείχνοντας σεβασμό εξίσου απέναντι στους ανθρώπους, στα ζώα και στα φυτά, με το να είναι στον ίδιο βαθμό επικίνδυνα και ασφαλή για όλους.

Η λυρική πρωταγωνίστρια, αν και μικρότερη από τον κόσμο μέσα στον οποίο μας ξεναγεί, ακόμα φαντάζει παντογνώστρια και πανταχού παρούσα. Μιλά με μια δυνατή οικοφεμινιστική φωνή, σχεδόν θυμίζει μάγισσα, δείχνοντάς μας πως η δύναμη της φύσης, ή της γυναίκας, δεν είναι απαραίτητα ούτε καλή ούτε κακή, και πως θα έπρεπε να την αποδεχτούμε πλήρως, καθώς και να τη χρησιμοποιούμε με προσοχή. Το ποιητικό κέντρο αυτού του βιβλίου μπορεί να συνοψιστεί στους παρακάτω στίχους: “Ξαπλωμένη στη φλούδα της γης/ βλέπω τον ουρανό να ανοίγει,/ η βροχή πλημμυρίζει στις ρίζες/ δέντρα και τριανταφυλλιές./ Η βροχή μυρίζει, Μπέντζυ,/ μπορώ και μυρίζω τον ουρανό./ Αν και κλείνω τα μάτια,/ η αστραπή προλαβαίνει/ φωτίζει δρόμους και δωμάτια,/ στ’ όνειρό μου απίθανα μέρη,/ όπου κάποιοι ζουν κανονικές ζωές.

 

10. Περιοδικό Θράκα τ.10 –  «Στα κάρβουνα: Η ποίηση της κλιματικής αλλαγής»

Το 10ο τεύχος του Περιοδικού Θράκα είναι αφιερωμένο στο περιβάλλον.

Το περιβάλλον αποτελεί για εμάς το σπουδαιότερο από όλα τα θέματα – η Γη, άλλωστε, είναι ο πλανήτης στον οποίο ζούμε όλοι μας. Χωρίς τον πλανήτη μας δεν υπάρχει ποίηση και δεν υπάρχει ζωή. Μπορούμε να τον φανταστούμε σαν ένα σπίτι που λίγο λίγο αποδομείται από τους ενοίκους του ή σαν ένα πλοίο σταδιακά βυθιζόμενο, εξαιτίας των οπών που ανοίγει το πλήρωμά του στον πυθμένα του. Αυτές οι μεταφορές αδυνατούν να αποτρέψουν την καταστροφική διαδικασία που έχει ξεκινήσει εδώ και πάρα πολύ καιρό η ανθρωπότητα. Μπορούν μονάχα να εμπνεύσουν μεμονωμένα άτομα να αλλάξουμε την οπτική που έχουμε πάνω στη σχέση μας με τον κόσμο που μας περιβάλλει.

Όσο η εκάστοτε μεταφορά είναι άκρως επικοινωνιακή –με την έννοια ότι το νόημα της είναι εγκιβωτισμένο στην κατασκευή της, αλλά απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του αναγνώστη για να συνκατασκευάσει το νόημα– το να γράψεις μια μεταφορά με νόημα γεμάτο από ανησυχίες κοινωνικές δεν προσφέρει πολλά, εάν ο σπόρος της στόχευσής του δεν βρει ευήκοα ώτα. Η γραφή και η ανάγνωση μιας ποίησης με κοινωνική στόχευση είναι, ακριβώς λόγω αυτής της συσχέτισης, εξαιρετικά οικολογική από μόνη της: ο ποιητής, υπολογίζοντας στον αναγνώστη, θεωρεί πως οι δυο τους, κατά τη διαδικασία παραγωγής του μηνύματος που φέρει το ποίημα, από κοινού συνιστούν ένα αμοιβαία αξιόπιστο σύστημα παραγωγής. Ο ποιητής χρειάζεται έναν αναγνώστη για να παράγει κάποιο νόημα από το ποίημα. Ο αναγνώστης χρειάζεται έναν ποιητή για να του δώσει ένα ποίημα πάνω στο οποίο μπορεί να παράγει νόημα.

Αυτή η δυναμική βασίζεται πάνω στην ενσυναίσθηση. Δηλαδή πάνω στην προθυμία από τη μία πλευρά να μοιραστείς και από την άλλη να κατανοήσεις. Δεν υπάρχει λογοτεχνία χωρίς κάποιας μορφής έκφραση ενσυναίσθησης και καθώς εμείς, σαν είδος, έχουμε διατηρήσει τη λογοτεχνία για χιλιάδες χρόνια, αυτό σημαίνει πως συλλογικά είμαστε ικανοί να λειτουργούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Θα μπορούσε κανείς να πει πως πρόκειται για ένα φυσικό μας χαρακτηριστικό. Επομένως, οφείλουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το χαρακτηριστικό που μας χάρισε η φύση και να το ενεργοποιήσουμε στην προσπάθεια να μπει ένα τέλος στο βλάψιμο της φύσης.

Οι δυναμικές στις οποίες εμπλεκόμαστε καθώς γράφουμε και διαβάζουμε είναι ίδιες με εκείνες της καθημερινής μας ζωής. Η γλώσσα της εγκατάστασης μας στους χώρους που ζούμε είναι η γλώσσα της αμοιβαίας παραγωγικής εξάρτησης ανάμεσα στην φυσικοποιημένη ανθρωπότητα και την τιθασευμένη φύση. Η φύση
είναι ο μεγαλύτερος δημιουργός που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Έχει παράξει ποικιλία μορφών τέχνης, από τοπία, είδη έμβιας ύπαρξης, ως και είδη φρούτων. Έχει συγγράψει τον πιο μεγαλοπρεπή ύμνο –εκείνον που παρέχει τη δυνατότητα
σε κάθε τι ζωντανό να εξακολουθήσει να υπάρχει, καθώς και τη ζοφερότερη υπαρκτή ιστορία τρόμου– εκείνη της θνητότητας των πάντων. Ως αναγνώστες αυτών των ιστοριών είναι απαραίτητο να διατηρήσουμε τον σεβασμό μας στο αυθεντικό κείμενο.

Καθώς η φύση μας δίδαξε πως να είμαστε άνθρωποι, κι έτσι δημιουργήσαμε την ποίηση, η ποίηση μπορεί να μας διδάξει πώς να είμαστε υπεύθυνοι και ενσυναισθητικοί δημιουργοί και αποδέκτες των πραγμάτων που υφίστανται στη φύση.

Τα ποιήματα που παρουσιάζονται εδώ μιλάνε για την κλιματική αλλαγή. Όσα ποιήματα έχουν συμπεριληφθεί σε αυτό το τεύχος έχουν δημιουργηθεί από ποιητές όλων των γενιών, προερχόμενους από διάφορα μέρη της ελληνικής επικράτειας. Είμαστε χαρούμενοι που βλέπουμε φωνές, με ποικιλία σε ηλικίες και τόπους καταγωγής, να ενώνονται με αφορμή την ανάγκη διατήρησης του πλανήτη μας.

Οι ποιητές που περιλαμβάνονται σε αυτό το τεύχος επιλέχθηκαν από τις συμμετοχές στο ανοιχτό κάλεσμα του Περιοδικού Θράκα, το οποίο έγινε σε συνεργασία με την Πρωτοβουλία για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) του Πανεπιστημίου Columbia.

Πρόκειται για τους: Δημήτρης Αγγελής, Ελισάβετ Αρσενίου, Πόπη Αρωνιάδα, Σοφία Γουργουλιάνη, Άννα Γρίβα, Νίκος Δασκαλόπουλος, Τώνια Τζιρίτα Ζαχαράτου, Δώρα Κασκάλη, Ηλίας Κεφάλας, Έλσα Κορνέτη, Νικόλας Κουτσοδόντης, Ιωάννα Λιούτσια, Αντώνης Μακρυδημήτρης, Ειρήνη Μαργαρίτη, Αρτέμης Μαυρομμάτης, Χάρης Μελιτάς, Αντώνης Μπαλασόπουλος, Κωνσταντίνος Μπούρας, Βαγγέλης Μπριάνας, Χίβα Παναχί, Γιάννης Πατίλης, Ειρήνη Ρηνιώτη, Μαρία Σουρλά, Γιάννης Στεφανάκης, Στέφανος Τσιμπουρλάς Κρητικίδης, Λίνα Στεφάνου και Β3, 1ο Δημοτικό Σχολείο Ωραιοκάστρου.

Ιδιαίτερη είναι η χαρά μας για την παραλαβή ενός συγκινητικού, γεμάτου ειλικρίνεια και καλογραμμένου ποιήματος από τους μαθητές του 1ου Δημοτικού Σχολείου Ωραιοκάστρου. Αυτό μας γεμίζει με την ελπίδα πως τόσο η ποίηση όσο και η φύση έχουν μέλλον στις επόμενες γενιές.

 

11. Κωνσταντίνος Παπαργύρης, Κυφήνας ή «ο ένοικος στο κατώφλι»

Συνδιάζοντας τις λεπτομερείς παρατηρήσεις των αφηρημένων ειδών με ζωντανή εικονοποιία και απροσδόκητο παιχνίδι πάνω στο πεδίο των σημαινόμενων, στην ποιητική του συλλογή Κηφήνας, ο Κωνσταντίνος Παπαργύρης εξελίσσει την εμπειρία της καθημερινής ζωής και όλων αυτών που μας περιβάλλουν σε σύγχρονες μοντερνιστικές ποιητικές μινιατούρες, εντός των οποίων δεν μπορούμε πια να διακρίνουμε αν η τέχνη μιμείται τη ζωή, ή η ζωή την τέχνη. Ο συγγραφέας καταφέρνει να βρει χαρά στον κυνισμό, και κυνισμό στη χαρά. Ενώ απεκδύεται το ανθρώπινο περίβλημα, τα επίπεδα του πολιτισμού και της κουλτούρας – αρθρωμένα ως αντιστάθμισμα, εξαπάτηση εαυτού, ασήμαντα τελετουργικά και ψευδείς υποσχέσεις – ο ποιητής μας δείχνει την ανθρωπιά του μέσα από την ομαδοποίηση κωμικοτραγικών και ταυτόχρονα ευάλωτων, διασκεδαστικών και παράλληλα αξιαγάπητων πλασμάτων. Το πρόταγμα του βιβλίου μπορεί να συνοψιστεί στις παρακάτω γραμμές: “Ας γδύσουμε τον άνθρωπο / να πιούμε τον καρπό. / Ας ξεμπροστιάσουμε ζήλειες / πλαστογραφώντας τον καιρό. / Ξενυχτισμένο είδος! / Γιατί πένεσθε(αι); / Για ποιο λόγο φείδεσθε(αι); / Προς τι λιποψυχείς;”.

 

12. Κωνσταντίνος Παπαργύρης, Τα δεικνύμενα

Το βιβλίο Τα δεικνύμενα είναι συμπληρωματικό στον Κηφήνα, υπό την έννοια ότι και αυτό με τη σειρά του έρχεται αντιμέτωπο με τη διαδικασία κατανόησης της ανθρωπότητας, παλεύοντας να κατανοήσει τις βασικές αρχές και τους νόμους της τέχνης. Αλλά στα Δεικνύμενα, η οντολογική διαδικασία παρουσιάζεται αντίστροφα. Εδώ, το μονοπάτι προς τη νόηση είναι μια ποιητική λειτουργία, ανάλογη των εθνογραφικών μεθόδων της συμμετοχικής παρατήρησης. Τα ποιήματα είναι πιο εκτεταμένα και στα επίπεδά τους εγκιβωτίζονται πολύπλοκες κοινωνικές και θεωρητικές διαδικασίες. Αντίθετα με το λυρικό υποκείμενο στον Κηφήνα, το οποίο αποδομεί την ανθρωπότητα, το λυρικό υποκείμενο των Δεικνύμενων προσπαθεί να ενσωματώσει τον εαυτό του στην κοινωνία, να την αναλύσει, και να εξάγει συμπεράσματα με βάση αυτό που αναγνωρίζει ως βάση και πυρήνα της πιθανότητας ο άνθρωπος να κατανοήσει τον εαυτό του και το περιβάλλον του, και διά μέσου αυτών την τέχνη του. Όπως ο ποιητής γράφει στον Πρόλογο – “Το θαύμα της ζωής δεν είναι λιγότερο ή περισσότερο εκθαμβωτικό από οποιοδήποτε άλλο θαύμα. / “Τα Δεικνύμενα” γράφτηκαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες, έχοντας ως βασικό στόχο να κατανοήσω: Τι είναι αυτό που γνωρίζουμε (οντολογία), πώς γνωρίζουμε όσα γνωρίζουμε (επιστημολογία) και ποια η φύσηθέση της σημερινής ποιητικής σκέψης, χωρίς ασφαλώς να ξεχνώ ότι κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει την αναπνοή παραπάνω από το επιτρεπτό ανθρώπινο όριο (οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα). / Εξάλλου, η κορυφαία των τεχνών ήταν, είναι και θα είναι του καρπωτή η Tέχνη. Τα υπόλοιπα; Συνομωσία.

 

13. Γιώργος Σαμοΐλης, Τα φύλ(λ)α

υστέρα κατάλαβα/πως/όλα είναι θέμα προοπτικής//κλισέ ίσως/όμως,//κάπως έτσι μια προσωπική κοσμογονία/είναι δυνατόν να δημιουργηθεί

Την προσωπική του κοσμογονία προσπαθεί να δομήσει ο Γιώργος Σαμοΐλης ξεκινώντας ήδη από τον τίτλο, ο οποίος παραπέμπει στη στιγμή της εκδίωξης από την παραδείσια κατάσταση, όπου οι πρωτόπλαστοι αισθανόμενοι την ντροπή έσπευσαν με ένα φύλλο να καλύψουν το φύλο τους. Ο συγγραφέας στέκεται με μια διάθεση σκωπτική πάνω από τα πράματα. Διατρέχει διάφορες φάσεις του πολιτισμού, σε μια ακολουθία η οποία στην αρχή φαντάζει πιο χαλαρή, ωστόσο όσο προχωράει κανείς στις σελίδες αντιλαμβάνεται πόσο σφιχτή είναι η μεταξύ τους πλέξη. Μέσα στις σελίδες παρελαύνουν στιγμές και γεγονότα καθοριστικής σημασίας για την ανθρώπινη κατάσταση και τον πολιτισμό, χωρίς όμως η ιστορία να αντιμετωπίζεται μουσειακά. Αντίθετα, όλα τα παραπάνω εκτίθενται με ένα οικείο ύφος, συναποτελώντας μια αφήγηση φρέσκια, με τις λέξεις που βγαίνουν απευθείας από τον χρονότοπο του διαδικτύου να κάνουν ισχυρή την παρουσία τους, ενδεχομένως μια απόπειρα του γράφοντα να προσεγγίσει όσο πιο πιστά γίνεται το ύφος με το οποίο κομβικής σημασίας γεγονότα, όπως το προσφυγικό, παρουσιάζονται μέσα από τον παραμορφωτικό φακό των σόσιαλ μίντια.

Εμπνευσμένος από μια αλληγορική και σατιρική παράδοση, δίνει σε μια ενότητα ποιημάτων τη δική του εκδοχή της Φάρμας των Ζώων, η οποία έρχεται να αποτελέσει ένα κλειδί για τον αναγνώστη στο πώς να έρθει απέναντι στα καθαρά μεν εκφραστικά, πυκνά δε από άποψη πληροφορίας και εποχών τις οποίες συνοψίζουν, ποιήματα της συλλογής. Κριτικός απέναντι στην ανθρώπινη κατάσταση, με το επιστημονικό του υπόβαθρο στον τομέα της ψυχολογίας να αναδύεται μέσα από τις θεματικές και τις ορολογίες που αγγίζονται, ο Σαμοΐλης προσπαθεί να απλώσει στις σελίδες των Φύλ(λ)ων τόσο τις αναμνήσεις ενός προσωπικού παρελθόντος, όσο και το αποτύπωμα της πρόσφατης κοινωνικής ιστορίας της χώρας μας. Η κριτική και -ανά τόπους μελαγχολική- αυτή στάση δεν αγγίζει τον μηδενισμό. Συστήνεται υπόρρητα μία διέξοδος μέσω της έκφρασης και της προσπάθειας αναγνώρισης και επαναδιαπραγμάτευσης των απώτερών μας κινήτρων και ενστίκτων από καταβολής κόσμου: «Σιμά είναι η εποχή/ που θα απαγορεύεται να κόψεις ένα λουλούδι/ένα κλαδί//σαν σε πιάσουν στην πράξη/θα πουν/δείχνοντάς σε με το δάχτυλο//αυτός είναι!//Πιάστε τον!//Κλείστε τον μέσα!//Αυτός το έκανε/Κλείστε τον μέσα στην ξηρασία//Όμως κανείς δεν θα αναρωτηθεί/Πώς φτάσαμε ως εδώ//Σιμά είναι η εποχή/Που θα σπάσεις σαν κλαρί».

 

14. Κώστας Λάνταβος, Το μέγιστο Θαύμα

Μετά από δεκαετίες βαθειάς και εμβριθούς ποιητικής δημιουργίας και μιας ζωής ολόκληρης αφιερωμένης στη απόκτηση της σοφίας, ο ποιητής Κώστας Λάνταβος μας προσφέρει την καινούρια του συλλογή Το μέγιστο θαύμα. Η παρουσία του στον λογοτεχνικό κόσμο της Θεσσαλίας αποτελεί ευλογία και έμπνευση. Η ποιητική ιδιότητα του Κώστα Λάνταβου δεν διαχωρίζεται καθόλου από την προσωπικότητα του, αφενός επειδή έχει αφιερώσει τη ζωή του στην διάδοση της ποιητικής τέχνης και αφετέρου επειδή τα ίδια του τα ποιήματα διαθέτουν μια βαθιά ζωντάνια και ανθρωπιά. Η παρούσα ποιητική συλλογή αποτελεί την φυσική συνέχεια μιας ανάλογης αντιμετώπισης της ζωής και της τέχνης. Διαθέτει σοφία χωρίς να στέκεται στο βάθρο της κοιτώντας αφ υψηλού τον αναγνώστη, ενώ εμφανώς διαχωρίζει το καλό από το κακό δίχως να γίνεται αυστηρή ή επικριτική. Στο Μέγιστο θαύμα ο συγγραφέας του παραθέτει μια φιλοσοφία ζωής – το λυρικό υποκείμενο συνιστά ομολογουμένως ένα ατελές ανθρώπινο πλάσμα που ζει σε έναν ομοίως ατελή κόσμο. Μολαταύτα, πασχίζει να δικαιώσει την καλοσύνη και να ζήσει ως ένα πλάσμα σε αρμονία με τον ίδιο του τον σκοπό. Σε έναν κόσμο που μαστίζεται από κοινοτοπία, βιαστικές ικανοποιήσεις και αποξένωση, μια τέτοια ποιητική δουλειά μας γεμίζει έμπνευση να ενσκήψουμε στους εαυτούς μας και να μας βάλουμε στους εαυτούς μας τα σκληρά μα χρήσιμα ερωτήματα, του «ποιός είμαι», «ποιες είναι οι αξίες μου», «πως πρέπει να ζήσω», «ποιος είναι ο σκοπός μου». Αυτά είναι τα ερωτήματα που δεν προσφέρονται για γρήγορες ικανοποιητικές απαντήσεις και η αναζήτηση των απαντήσεων τους αυτών αποτελεί ταξίδι ζωής. Ωστόσο, αυτή ακριβώς η αναζήτηση συνιστά και έναν τρόπο ζωής που χαρακτηρίζεται από συνειδητότητα και στοχοπροσήλωση. Πρόκειται για το ατέρμονο ταξίδι του ανθρώπου μέσα στον εαυτό του και Το μέγιστο Θαύμα αποτελεί μια οξυδερκέστατη ποιητική απεικόνιση ενός τέτοιου ταξιδιού.