Καλή μου (The Death of Queen Jane)
Κάθε άνθρωπος σε κάθε όροφο
ψάχνει τον σωστό ρυθμό
να γυρίσει τους δυο δείκτες του
όπως όπως με αυτόν.
Καλή μου, θα τον βρω.
Κάθε δείκτης σε κάθε άνθρωπο
βρίσκει τον σωστό ρυθμό
όμως πάντα ο ένας δείχνει ορίζοντα
και ο άλλος στον βυθό.
Καλή μου, θα τον βρω.
Νέα θαύματα νέα οράματα
περιμένουν να εμφανιστούν
στον ουρανό τη νύχτα
στα μάτια των παιδιών.
Καλή μου, κλείσ’ το φως.
Νέοι ουρανοί για νέα παιδιά
στα δωμάτια θα χτιστούν,
μα όλο κάπως θα διαλύονται
προτού καν να διαλυθούν.
Καλή μου, πώς θα ζουν;
Καλή νίκη καλό θάνατο
σε κάθε το κανονικό
“θα μου φέρεις αύριο φαγητό;
θα μου φέρεις ένα μωρό;”
Καλή μου, καλό θάνατο.
Καλή τύχη καλό θρίαμβο
σε κάθε το κανονικό
“θα μου φέρεις αύριο ένα μωρό;
θα του φέρεις παγωτό;”
Καλή μου, καλό θρίαμβο.
Θα ‘σαι δρόμος θα ‘σαι αποσκευή,
θα ‘μαι θάλασσα από θυμό
που σαν πέτρα φεύγει στο θεό
– πέφτει θρύμματα στη γη.
Σε όλη αυτή τη γη.
Καλή νίκη καλό θάνατο
σε κάθε το κανονικό
που κρατά ψαλίδι και σκοινί
του θέλει να ‘μαι εγώ.
Καλή μου, θα ‘μαι αυτό.
Καλή τύχη καλό θρίαμβο
σε κάθε το κανονικό
που σαν αγκαλιά δαγκώνει και
μέσα θέλει να ‘μαι εγώ.
Καλή μου, θα ‘σαι αυτό.
Καλό αγώνα και μαθήματα
στην ανακυκλωτική,
σπαν στο ξύλο την σπουδαστική
καλή μου κι είναι αργά.
Και απόψε. Είναι μακριά.
Έξι μήνες τσούλησαν
κι άλλοι έξι που τσουλάν:
με ανθρωποείδη εξοπλισμού
για νύχτες που περνάν.
Πες καλή μου, πού χαλάν;
Τρία χρόνια τσούλησαν
κι άλλα τρία που τσουλάν:
τα καθήκοντά σου τρέχουν
όλη μέρα και σε παν.
Πες καλή μου, πού σε παν;
Έξι χρόνια τσούλησαν
κι άλλα έξι που τσουλάν:
πόσοι ακόμα θα μεγάλωσαν
και πια δεν θα μιλάν.
Πες καλή μου, πώς τα παν;
Θα ‘μαι δρόμος θα ‘μαι αποσκευή,
θα ‘σαι θάλασσα από μπετό
που σαν πέτρα πέφτει στο θεό
– τον ρίχνει θρύψαλα στη γη.
Σε όλη αυτή την γη.
η τζαζ που πέθανε
Η τζαζ που πέθανε είναι η τέχνη που κοιμάται
σ’ ένα ραδιόφωνο ανοιχτό απ’ την εφαρμογή
που φέρνει τον αέρα
άλλης πόλης
άλλης εποχής. Κορίτσια άλλα που
ούτε εσύ δεν θα ‘θελες να ξέρεις, γιατί ολόκληρη
η θάλασσα δεν έφτανε να τα γλιτώσει
απ’ το μυαλό τους. Σαν νερό το βάζανε στις χούφτες
δείχναν μέσα ένα καραβάκι δες
αυτή είμαι εγώ δες αυτή είμαι εγώ
κολυμπάω χορεύω κολυμπώ
βουλιάζω χαχα
αυτή είμαι εγώ.
Η απάντηση είναι έτσι. Η απάντηση είναι έτσι.
Και πώς είναι δυνατόν αλλιώτικη να είναι.
Κι είν’ οι μέρες της ευημερίας της άγριας πολιτείας
αυτές οι μέρες που έρχονται μετά από
τα φανάρια. Εκεί που δείχνει ο αέρας
πως πρέπει πια
να πάμε εκεί. Εκεί που έχουν
δυνατότερα ποτά
γέφυρες και ποταμούς και δρόμους
να τρέχουνε για σκότωμα όλα
τα σπασμένα νεύρα. Το ταξίδι
που σ’ αρέσει είναι αυτό. Είναι εκεί έξω
οργανωμένο για τουρίστες, σαν
το μυαλό σου είναι. Ολόκληρη η θάλασσα
δεν φτάνει για να σε γλιτώσει, σαν κορίτσια
άλλα που ούτε εσύ δεν θα ‘θελες
να ξέρεις.
Η απάντηση είναι τέλος. Η απάντηση είναι τέλος.
Και πώς είναι δυνατόν αλλιώτικη να είναι.
Σύντομο βιογραφικό:
Ο Πέτρος Σκυθιώτης γεννήθηκε το 1992 στη Λάρισα. Σπούδασε παιδαγωγικά. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Συνθήκη ισορροπίας (Θράκα, 2014) και Οι ακαδημαϊκές σημειώσεις του Ίαν Μάρκεζιτς (Θράκα, 2018). Το 2015 συμμετείχε στο 2ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών, στο πλαίσιο της 12ης ΔΕΒΘ και στην ανθολογία “New Voices of Greece” που εκδόθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού και παρουσιάστηκε στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης.