Το γίγνεσθαι ως ενδιάμεσα.
Σκέψεις για το βιβλίο «Ενδιάμεσες στιγμές» Παναγιώτης Δήμου, εκδόσεις Μανδραγόρας 2023.

Για τον Χέγκελ, η έννοια του Γίγνεσθαι είναι η σκέψη ενός απροσδιόριστου περιεχομένου, το οποίο λαμβάνεται ως παρουσία (Είναι) και στη συνέχεια λαμβάνεται ως απουσία (Τίποτα), ή λαμβάνεται ως απουσία (Τίποτα) και στη συνέχεια λαμβάνεται ως παρουσία (Είναι). Το Γίγνεσθαι είναι το πέρασμα από το Είναι στο Τίποτα ή από το Τίποτα στο Είναι, ή με τα λόγια του Χέγκελ, είναι, «η άμεση εξαφάνιση του ενός στο άλλο» (SL-M 83- cf. SL-dG 60). Η αντίφαση μεταξύ του Είναι και του Τίποτα δεν είναι λοιπόν μια εις άτοπο απαγωγή (reductio ad absurdum), ή δεν οδηγεί στην απόρριψη και των δύο εννοιών και συνεπώς στο τίποτα – όπως κάνει η διαλεκτική του Πλάτωνα (SL-M 55-6- SL-dG 34-5) κατά τον Χέγκελ – αλλά οδηγεί σε ένα θετικό αποτέλεσμα, δηλαδή στην εισαγωγή μιας νέας έννοιας – της σύνθεσης – που ενοποιεί τις δύο, προηγούμενες, αντίθετες έννοιες (βλ. και Maybee 2020). Αυτό το γίγνεσθαι από το είναι στο τίποτα και από το τίποτα στο είναι, αυτή η διαλεκτική αντίθεση που οδηγεί σε συνθέσεις και θετικά αποτελέσματα, υπερβαίνοντας τα διάφορα τίποτα, είναι το «ενδιάμεσα» που διατρέχει όλη την ποιητική συλλογή του Παναγιώτη Δήμου «Ενδιάμεσες Στιγμές». Γράφει ο Δήμου, «Ο ουρανός τελειώνει / … / όξινη βροχή / επάνω στις γέφυρες / διαβρώνεται το πέρασμα, / η συνάντηση χέρι με χέρι (Ποίημα 6), και τέλος «πηγαινέλα η επιστροφή» (Ποίημα 7) και οι πολύ όμορφοι στίχοι του ποιήματος 10 «στην πρώτη μισή λέξη / που δεν μιλήθηκε / η νέα διάλεκτος». Στο ίδιο μοτίβο και οι στίχοι από το ποίημα 11, «με μιαν ηχώ στην καρδιά σου / βότσαλο που σπάζει / ώσπου να γίνει λέξη στο στόμα / δίχως αλφάβητο». Άλλες φορές πάλι ο Δήμου, αίρει αυτή την διαλεκτική αντίθεση με τρόπο αρνητικό, με τον τρόπο της απώλειας, «δίχως βήματα στον παράδεισο / δίχως άναρθρη πλεύση / ασάλευτα / ανέγγιχτα από αστέρια / γερμένα στην πλευρά / που δεν υπάρχει όραση / δεν υπάρχει θαύμα / δεν υπάρχει ο χάρτης της ιστορίας» (ποίημα 1). Ή αλλού «κάτω από τον ίσκιο του θανάτου / …. / που θολώνει την αντηλιά της αντάμωσης, / τον ορίζοντα» (Ποίημα 3), ή πάλι «για να βρούμε την πατρίδα, / λάσπη» (Ποίημα 4) και «Τυλιγμένοι από την ανασκαφή / μέσα σε λευκό σεντόνι / να μη φανεί το επείγον / της επιβίωσης» (Ποίημα 5).
Tο παράδειγμα του Είναι-Τίποτα-Γίγνεσθαι απεικονίζει την έννοια του Χέγκελ aufheben, η οποία, σημαίνει να ακυρώνω (ή να αναιρώ) και να διατηρώ ταυτόχρονα. Το Γίγνεσθαι ακυρώνει ή αναιρεί το Είναι και το Τίποτα επειδή είναι μια νέα έννοια που αντικαθιστά τις προηγούμενες έννοιες- αλλά διατηρεί επίσης το Είναι και το Τίποτα επειδή στηρίζεται σε αυτές τις προηγούμενες έννοιες για τον δικό της ορισμό. Με τον ίδιο τρόπο το «ενδιάμεσα» διατηρεί το πριν και το μετά, όταν είναι χρονικό ή τροπικό, το αριστερά και το δεξιά ή το μέσα και το έξω, όταν είναι τοπικό με τρόπο που ταυτόχρονα τα αναιρεί. Γράφει ο Δήμου «Ρούχα σηκώνονται / από την κάψα του κορμιού / στα στάχυα δίπλα / περιμένει ποδηλάτης καιρός / αχτίδας τραγούδισμα / ν’ανεβάσει την ανάσα του / πάνω από τη στάθμη του θανάτου, ορθοπεταλιά» (Ποίημα 19). Η ορθοπεταλιά ως ενδιάμεσα, ως στιγμή ισορροπίας στα διάφορα πριν και τα διάφορα μετά. Ακόμα, στο ποίημα 22, γράφει, «Εξόριστοι / μέσα στις νύχτες / σπάνε τζάμια ρολογιών / διασχίζουν τη σιωπή των μουσείων / δίχως χαμόγελα Τζοκόντας / κρέμονται σε γλάστρες μπαλκονιών / καμένες από τον ήλιο / σβήνουν φανοστάτες οδών – / κανείς ερωτευμένος να ξεροσταλιάζει / κάτω από τη φλόγα τους. / Εξόριστοι / μέσα στα μαύρα δίχτυα του πολιτισμού / σαν τον ήχο των δελφινιών / σαν τα χνώτα των ανθρώπων / εκπέμπουν σήμα στις πόλεις / πως ο πόνος εκτοπίζεται / από την αρχική του θέση / στο χώμα. Άλλοτε το ενδιάμεσα γίνεται τοπικό όπως στο ποίημα 2, «ο ιδρώτας των εραστών / έξω από τις πόλεις / ο επιτάφιος / έξω από τις πόλεις / η Αντιγόνη νεκρή / μέσα στις πόλεις». Και ακόμα, στο ποίημα 20, γράφει «οι ακίνητοι στο ξημέρωμα / μπανταρισμένοι στο ριζικό», όταν οι άνθρωποι βρίσκονται στα μέσα και στα έξω της μοίρας και στο ποίημα 15 «στις πρόκες της ιστορίας / που κρατούσαν τους χάρτες / μακριά από τους νεκρούς /που δεν κατάφεραν / να περάσουν απέναντι / στην όχθη που ξεχείλιζε / απ’ αγάπη». Και τέλος, στο ποίημα 13 «την αφή των δέντρων / τη διανυκτέρευση λουόμενων στον ουρανό / της θάλασσας την αντήχηση» και στο ποίημα 17, «Από το χάραμα / πέφτει ο επίδεσμος της νύχτας / … / για να λιώσουν τα χιόνια / να θρυμματίσουν τα βράχια».

Άλλοτε το «ενδιάμεσα» προσδιορίζεται μέσα από την άρνηση του «δεν». Γράφει ο Δήμου στο ποίημα 7, «Κάθε θέρος που τελειώνει / σπάει τα παράθυρα στο κατάστρωμα / μπηγμένο κύμα στο χέρι σου / βάζεις πάνω του λευκοπλάστη / της θάλασσας την αντανάκλαση / δεν σταματά / δεν ξεραίνεται / πηγαινέλα η επιστροφή / διαλύει την επούλωση». Και στο ποίημα 14 καταλήγει «τους ταξιδιώτες γυμνούς / από πέτρες. / Σε πόσα μέρη / δεν παφλάζει ο ήλιος».

Αν ξανασκεφτούμε το ενδιάμεσα με όρους χρονικούς, με τους όρους δηλαδή του πριν και του μετά και βγούμε από το βραχύ χρόνο του τώρα, θα δούμε το πριν και το μετά ως μνήμη και μέλλον. Για τον Μπένγιαμιν η Ιδέα είναι η εικόνα του τώρα, η οποία σαφώς σχετίζεται με το χθες αλλά και με το αύριο σε ένα πλαίσιο ιστορικής συνέχειας και τομής. Χωρίς το παρελθόν, το τώρα, δεν θα μπορούσε να υπάρξει, αλλά τη στιγμή που υπάρχει, συντελείται μια ά-συνέχεια. Το χθες, η μνήμη και το παρελθόν αναδεικνύονται μέσα από τη στιγμή που αυτά ήρθαν στο φως, μέσα από το τώρα. Γράφει ο Δήμου, στο ποίημα 6 «Ο ουρανός τελειώνει / χύνεται μελάνι από την καρδιά σου / αποτυπώνονται στο σώμα σου / φτερουγίσματα αποδημητικά / μιας μνήμης που πυρώνει / ενθύμια ακριτικών λέξεων: / θαλπωρή / σιγαλιά / σύθαμπο. Και αλλού, στο ποίημα 5, «Πεσόντες / στα δρομολόγια / μνήμη-μαύρο αίμα-υπόνομοι». Και ακόμα, στο ποίημα 3, «Η μνήμη έχει μεντεσέδες / σπασμένα δάχτυλα από το άπιαστο / ακίνητα νησιά στη θάλασσα / δεμένα στη στεριά τους». Και τέλος, στο ποίημα 12, «στων αστεριών τις βάρδιες / για τα ταχυδρομεία των σωμάτων / … / ν’ασβεστώσεις την Ανάσταση / κι έπεφτες καταγής / από τα όνειρά σου».

[SL-dG], Georg Wilhelm Friedrich Hegel: The Science of Logic [Wissenschaft der Logik], translated by George di Giovanni, New York: Cambridge University Press, 2010.
Maybee, Julie E., “Hegel’s Dialectics”, The Stanford Encyclopedia of Philosophy (Winter 2020 Edition), Edward N. Zalta (ed.), URL = .