ΠΑΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ «ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ» Εκδόσεις ΘΡΑΚΑ,
γράφει η Σταυρούλα Κουγιουμτσιάδη

«Προτίθεμαι να καταστρέψω

την τρέχουσα ταυτότητά μου

γιατί δεν της έμοιασα ούτε στιγμή….» «ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ»

Ο νεαρός Κύπριος δημιουργός ΠΑΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ καταθέτει την πρώτη του προσπάθεια στο χώρο των γραμμάτων πριν ακόμα συμπληρώσει τα είκοσι τρία του χρόνια, ως προσωπική του ανάγκη να καταγράψει τις οδύνες του δύσκολου περάσματος από μια «σφραγισμένη» μνήμη αλλότριας εφηβείας, σε μια ενηλικίωση οργισμένης επιλογής, σ’ έναν κόσμο που η νεανική του ορμή έχει ήδη χαρακτηρίσει άδικο και ως εκ τούτου υποχρεωτικά υποψήφιο πλήρους αναθεώρησης ως και ανατροπής.

«…Είμαι κύμα

γι’ αυτό και η ζωή μου

μουσκεμένη εξεγείρεται.»

Το «ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ» είναι η έκφραση της μετάβασης του νεαρού δημιουργού από την αθωότητα στη συνειδητοποίηση μιας πραγματικότητας που η αίσθηση δικαίου την απορρίπτει. Τούτο το πόνημα πηγάζει από βαθύ υπαρξιακό “γδάρσιμο” μνήμης, σκέψης, αναζήτησης και εκφράζει με ρεαλισμό και ενίοτε με υποκρύπτουσα ευαισθησία, μέρες αδέσποτες, πράξεις μιαρές, που εξαγνίζονται μέσα στο φως των ανθρώπινων παθών και της αλήθειας, μνήμες κληρονομούμενες που απαιτούν δικαίωση έστω μέσα απ’ τις λέξεις.

«Από παλιό λεωφορείο

αποβιβάστηκα

στην εσχατιά

μιας πράσινης γραμμής.

Κουβάλησα

την προσφυγιά στους ώμους…» «ΠΑΛΙΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ»

Κι ο νεαρός δημιουργός, Άξιος όλων τούτων εκφραστής, πορεύεται σε τούτο το πόνημα, εκεί που έταξε τον εαυτό του συνειδητά από πολύ νωρίς. Στην πάλη με τις λέξεις, στη διαπάλη με την έμπνευση. Αρνούμενος την απλούστευση των εννοιών, όπως αυτός τις αντιλαμβάνεται και τις εκφράζει και ως εκ τούτου την καταστρατήγηση του αναγνώστη του για το πως και σε τι βάθος θα αντιληφθεί τη γραφή του.

Σε ό,τι αφορά τον λυρισμό και τον στοχασμό της γραφής είναι στοιχεία αναμφισβήτητα και δεν παραβλέπονται.

Προσωπική μου άποψη είναι πως οι πυλώνες της γραφίδας του νεαρού δημιουργού είναι τρεις: Βαθύς στοχασμός… Υπέρμετρος λυρισμός…. Υψιπετής έκφραση.

Οι υψιπετείς εκφράσεις είναι αυτές που κάποιοι θα δυσκολευτούν να κατανοήσουν αλλά θα είναι εκείνοι που τελικά δεν θα μπορούν να κατανοήσουν και τα άλλα δυο σημαντικά και χαρακτηριστικά στοιχεία της προσωπικής γραφής του δημιουργού, δηλαδή τον βαθύ στοχασμό της σκέψης του και τον υπέρμετρο λυρισμό του. Αλίμονο όμως αν ο κάθε δημιουργός όταν γράφει έχει κατά νου να γίνει κατανοητός από τον οποιονδήποτε αναγνώστη του κατά έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Ο έσω ρυθμός του δημιουργού που αποτυπώνεται στους στίχους, δηλώνει το μεταίχμιό του ανάμεσα στην παιδική του αθωότητα και τη ρεαλιστική συνειδητοποίηση ενός παράλογου κόσμου, αυτόν του ενήλικα. Σίγουρα δεν είναι μια εύκολα προσεγγίσιμη γραφή για τον καθένα. Για να την αποκρυπτογραφήσει κάποιος πρέπει να έχει βιώματα απώλειας, πατρίδας ή ανθρώπων.

«….Από λάτρης παγωτού

μετουσιώθηκα

σε διαδηλωτή

στο έλεος των καπνογόνων.

Ξαπλωμένος σε πεδίο βολής

αναλογίζομαι την Αμμόχωστο…..» «ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΩΝΟ»

Έχοντας συμμεριστεί την αγωνία του πρώτου βηματισμού του νεαρού Δημιουργού, πιστεύω πως αν για κάτι ξεχωρίζει η γραφή του αυτό είναι “το πάντρεμα”, ας μου επιτραπεί ο αδόκιμος όρος, ανάμεσα στον λυρισμό και το υψιπετές των νοημάτων. Από το ύφος η γραφή είναι πολύ προσωπική, γλωσσικά, συντακτικά, κατά δομή και στοίχιση. Βεβαίως και έχει δεχθεί επηρεασμούς. Κυρίως από τον ΚΩΣΤΑ ΜΟΝΤΗ. Είναι όμως απολύτως φυσικό. Τον γνώρισε στο σχολείο, τον διδάχτηκε, δέχτηκε τον επηρεασμό του. Όμως η γραφή διαφοροποιείται. Μεστή νοημάτων και λυρισμού, αναδεικνύει το αιώνιο χάσμα των γενεών, ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο, τον ηρωισμό και την υποταγή, τη λήθη και τη ζώσα μνήμη….

«…Εντούτοις

μέσα του μια φλόγα αφανής:

«Τι διάολο!

Μισός αιώνας πρόστιμο

για μια καταραμένη

πράσινη;» «ΙΣΟΒΙΑ»

Η έμπνευση μοιάζει καθοδηγούμενη από συγκλονιστική εμπειρία, πραγματική ή νοητική. Διέπεται από αντιφατικές έννοιες οι οποίες χρειάζονται έναν συγκλίνοντα νοηματικό κρίκο, που για τον καθ’ ένα από τους αναγνώστες τοποθετείται εκεί όπου ανήκουν οι δικές του μνήμες . Έτσι κι αλλιώς τους δημιουργούς μπορούμε να τους κατατάσσουμε σε κοντινούς στη σκέψη μας και τα βιώματά μας ή μακρινούς από αυτά. Και τα πονήματα σε αγαπημένα ή αδιάφορα. Ούτε ο αναγνώστης ασχολείται με την έμπνευση του Δημιουργού. Αποκομίζει από το πόνημα αυτό που εκείνος κατανοεί, αναγνωρίζει και αποδέχεται, ως κτήμα του. Εξάλλου την Ποίηση δεν την κατανοούμε πάντα… Το ζητούμενο είναι να νιώθουμε τις δονήσεις της βαθιά μέσα μας.

Θέλοντας να μιλήσω για τον νεαρό δημιουργό και το πόνημά του, θα έλεγα για τις οδύνες ενός τοκετού. Θα περιέγραφα την ελπίδα μέσα απ’ τον πόνο… Τη λύτρωση μέσα απ’ τη γέννηση. Θα μίλαγα για τις τύψεις της θαλάσσιας μήτρας που ξεβράζει τον αμνό της και τον στέλνει στη σφαγή, ενός αμείλικτου κόσμου. Θα τραγουδούσα τον ήλιο να καθρεφτίζεται στα μάτια της Θείας ανατροπής…

«Στριμώχτηκαν όλα

στη βαλίτσα της απόγνωσης

μέχρι που σκίστηκε από το βάρος….» «ΣΧΙΣΜΑ»

Στο «Παγωτό Δακρυγόνο» συναντάμε τις έννοιες ελευθερία, ψυχή, νερό, άρα και πληγή και άνθρωπος, σαν μια συνέχεια ιστορική, συναισθηματική, γενεαλογική, ωσάν το σάλπισμα που διατηρεί τη μνήμη ζώσα… Λειτουργεί στον αναγνώστη σαν απαγορευτικό στην απαισιοδοξία. Τον παροτρύνει να κοιτάξει γύρω του. Ο κόσμος φλέγεται κι οι άνθρωποι δεν παραδίνονται. Με τ’ όπλο και την ψυχή, με τη γροθιά και τις λέξεις, πολεμάνε για τα δίκια του κόσμου. Αυτό είναι το μυστικό ενός πονήματος που αγγίζει. Να το διαβάζει ο αναγνώστης του, ίδια στιγμή με χίλιους τρόπους. Μέσα στην καθημερινή πάλη. Εκεί που είναι δύσκολο μόνος του να σταθεί και να αντέξει. Εκεί που χρειάζεται τις λέξεις του δημιουργού να τον στηρίξουν. Στη σωστή ανάγνωση των ιστορικών γεγονότων. Κυρίως τα αναφερόμενα στην Τουρκική εισβολή. Στη σημερινή πραγματικότητα που αυτά τα γεγονότα διαμορφώνουν. Στο αίτιο και το αιτιατό της έμπνευσης του δημιουργού, όπως και στο μέλλον που επιθυμεί να προδιαγράψει για τις μελλοντικές γενιές, με συγκεκριμένο στίγμα, ιδεολογικό, κοινωνικό, πολιτικό, ερωτικό ή άλλο, μέσα από σκληρή και αταλάντευτη αναζήτηση γνώσης κι αλήθειας…

«Αφουγκράζομαι

μια υπόκωφη βοή

που μεταφέρει

ο βρυχηθμός του κύματος

κερματισμένο δάκρυ

που κατακαίει τη γη μου.

Η μνήμη

ταξιδεύει στο κενό

της ιστορίας η πηγή

στάζει φαρμάκι

η θάλασσα

κολύμπι αδυσώπητο

στις τρικυμίες της ψυχής

που καταρρέει.

Ληθαργικός ο όχλος

περιφέρεται

ανάμεσα στα χθεσινά ερείπια

σ’ ένα ταξίδι αμείλικτο

όπου του χρόνου ήλοι

ήλιους καρφώνουν

καθώς καρφώνονται βαθιά

στα σκοτεινά σοκάκια

της συνείδησης.» «ΑΠΑΝΘΡΩΠΗ ΜΝΗΜΗ»

Στο «Παγωτό Δακρυγόνο» ο αναγνώστης συνειδητοποιεί την οργή του νέου που τον εμποδίζουν να βαδίσει. Του νέου που ενώ του στερούν τη μόρφωση τον εγκαλούν ως απαίδευτο! Και αυτό το κατανοεί μέσα από λέξεις που και θωριά έχουν και ήχο μουσικό κι αλμύρας γεύση. Ακόμα και τρυφεράδας αφή έχουν, μα για να τις αντιληφθεί κανείς έτσι, πρέπει μύστης να ‘ναι… Τούτο το πόνημα είναι το αποτέλεσμα μιας πρόωρης, “άγουρης” και βίαιης ωρίμανσης, όπου τα “παγωτά” της αθωότητας αλλά και της ενοχής μας, εγκαταλείπονται, ώστε να καταγράψει ο αναγνώστης την προοδευτική μετάβαση στο “δακρυγόνο” της ζοφερής μας πραγματικότητας, που στο πόνημα διαφαίνεται.

«…Άντεξε η ποίηση

ορκίστηκε στις λέξεις.» «ΟΡΚΟΣ»

Οι Κύπριοι Ποιητές έχετε ένα ακόμα βαρύτερο χρέος. Η πατρίδα σας είναι κατακτημένη χώρα. Χρέος σας να κρατάτε τη μνήμη ζώσα. Να σαλπίζετε την άρση των συνειδήσεων. Ως τη δικαίωση των οραμάτων του λαού σας. Οφείλετε την πρωτοπορία. Περιμένουν κι άλλοι αγωνιζόμενοι λαοί από σας. Οι νέοι Κύπριοι Ποιητές είστε καταδικασμένοι να σαλπίζετε τον αγώνα για το δίκιο. Είστε μια γενιά αδικημένη γιατί επωμίζεστε χωρίς να φταίτε τα λάθη, τις ανεπάρκειες και τις παραλήψεις, το βόλεμα και το ξόδεμα των προηγούμενων γενεών. Όμως, οι νέοι άνθρωποι κουβαλάτε ακόμα το άφθαρτο του οράματος και την τόλμη του καινούριου. Αυτό είναι που όσες κι αν είναι οι δυσκολίες που πιθανόν θα συναντήσεις στην πορεία σου, Παύλο, έχεις και λογισμό και όραμα και κυρίως διαθέτεις όλα εκείνα τα εχέγγυα που εγγυώνται μια πετυχημένη, αξιοκρατική και όμορφα μοιρασμένη πορεία.

«Αν συντηρούμε χαρταετούς

αγκιστρωμένους τρεις γενιές

στο ίδιο συρματόπλεγμα

τότε θα γυρίσουμε ανάποδα

τον κόσμο ολόκληρο

σε ογδόντα χρόνια». «ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΦΟΡΑ»