Δημήτρης Λεοντζάκος
Ουράνιο τόξο για κάθε συντριβή
Συνήθως πετά κατά μόνας 1
Σημειώνω εδώ μερικές σκέψεις ‒ κάπως ελλειπτικές είναι η αλήθεια, καμιά φορά και ερμητικές ‒ για το τελευταίο βιβλίο του Γιάννη Στίγκα και του Νικόλα Ευαντινού, με τίτλο Κωμωδία. Σε καμία περίπτωση ο τρόπος μου δεν θα είναι συστηματικός ή ερμηνευτικός. Η ποίηση, πιστεύω, είναι ένα μυστήριο. Μυστήριο το οποίο, βεβαίως, προσφέρεται στην ομιλία, στη ζωή, σε ανθρώπους, στο φως, έχει υλικά, πλευρές, απέραντες εκτάσεις και ατελείωτα δίκτυα σχέσεων, τεχνικών, δανείων, παραπομπών, αλλά στον πυρήνα της, η ποίηση, στην ουσία της, παραμένει μία πολύ αμίλητη, πολύ αμήχανη, πολύ πρωταρχική στιγμή, μία απότομη στροφή. Συγγενεύει, ως εκ τούτου, θα έλεγα, περισσότερο με το ιερό, το άφατο και το τρομακτικό, κάποιες φορές, παρά με όλα τα επόμενα, φερτά υλικά, τα οποία τα κουβαλά, τα χρησιμοποιεί, αλλά δεν είναι η φύση της κυρίως σε αυτά, κυρίως εκεί.
Μοιάζει, θα μπορούσα να πω μάλλον με τα μεγάλα ταξίδια προς το άγνωστο, το μακρινό, το μαγικό. Των μυστών, των μάγων, των βαριά αρρώστων ή των τρελών, των απελπισμένων ή των μεγάλων εγκληματιών. Των ανεπιθύμητων, των φυγάδων, των εξοστρακισμένων, των αποσυνάγωγων την πορεία προς την λύτρωση, το σκοτεινό μας μέλλον ή τον θάνατο.
Σπουδή
Η ποίηση ‒ όπως και η Κωμωδία ‒ θυμίζει πλατύ, βαθύ ποτάμι που διασχίζει αργά και ποτίζει την ενδοχώρα ενός τοπίου καθαρά γλωσσικού, αλλά πραγματικότατου. Υλικού, παράδοξου, νυχτερινού. Όπως η Νέκυια στην ραψωδία Λ της Οδύσσειας, η τριλογία του Δάντη, η Θεία Κωμωδία. Δίνω ενδεικτικά το περίγραμμα του κόσμου που ανακαλεί μπροστά μας το νέο, αυτό, κοινό έργο των Στίγκα / Ευαντινού, το οποίο άλλοτε θυμίζει κάθοδο στο παράλογο, άλλοτε πτήση στο κρυφό, άλλοτε σύγκρουση με το πραγματικό. Και άλλοτε, πάλι, με σαρδόνιο, παρατεταμένο γέλιο, κάποτε υστερικό, καυστικότατο, που το απευθύνει κανείς ‒ ο Κανένας ‒ προς το μέρος μας, τον Βιργίλιο ή και τον ίδιο τον Θεό. Το πρώιμο και μεικτό σύμπαν των θεοσοφιστών, των αιρετικών και των αλχημιστών, ο μεσαιωνικός κόσμος είναι ο κόσμος του. Κατοικεί και αναπτύσσει, αναπνέει και εκτίνεται μέσα στο Δαντικό ανεστραμμένο corpus, το οποίο διαστρέφει και συχνά παρωδεί. Αλλά, την ίδια στιγμή, ανέρχεται, με αμέτρητα ζικ ζακ και αφάνταστη άνεση, συνεχώς, μέχρι το αυτονόητο σήμερα. Διότι είναι ένα έργο σύγχρονο, απολύτως σημερινό.
Η σπουδή στην αισθητική // Τα πολύ μικρά παιδιά, εκείνα με τα μπαλωμένα ρούχα, / Πού βασανίζονται από μιαν ασυνήθιστη σοφία, / Διακόψαν το παιχνίδι τους καθώς περνούσε εκείνη / Και της φώναζαν μέσα από τα κοχύλια τους: // Guarda! Ahi, guarda! ch‘ e be‘a! // Όμως, τρία χρόνια αργότερα / Άκουσα το νεαρό Ντάντε, πού το επώνυμο του δεν το ξέρω — / Γιατί υπάρχουν στη Σιρμιόνε, είκοσι οχτώ Ντάντε και τριάντα τέσσερις Κάτουλοι‧ / Τότε, είχαν καλή ψαριά με τη σαρδέλλα, / Και οι μεγαλύτεροι / Την ταχτοποιούσαν σε ξύλινα κιβώτια μεγάλα / Για την αγορά της Μπρέσκια κι εκείνος / Πηδούσ’ εδώ κι εκεί τραβώντας τα ψάρια πού άστραφταν / Και μπερδευότανε στα πόδια τους· / Μάταια αυτοί του φώναζαν: sta fermo! // Κι αφού είδε πώς δεν τον άφηναν κι αυτόν να τακτοποιήσει / Τα ψάρια στα κιβώτια / Χάιδεψε εκείνα πού είχαν κιόλας τακτοποιήσει, / ψιθυρίζοντας για ολότελα δική του ικανοποίηση / Την ίδια φράση: / Ch’ e be’a. / Κι εγώ ένοιωσα κάποια απογοήτευση. 2
Η ανάγνωσή του με ξάφνιασε, με τάραξε, με έφερε ξανά ‒ έστω για λίγο ‒ εντός εκείνης της εφηβικής κυρίως αγωνίας, μιας μείξης μάλλον θαυμασμού, επιθυμίας, αγωνίας και τρόμου, που όλοι μας νιώσαμε ως νεαρότεροι, διαβάζοντας ή εισερχόμενοι σιγά σιγά ‒ με την πλάτη και στα τυφλά, όπως έμπαιναν οι μύστες στην σκοτεινή σπηλιά του Τροφώνιου ‒ στο ημίφως εκείνου που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε θεόρατο σπήλαιο ή πάμφωτο θόλο του υψηλού, του γραπτού, της ανάγνωσης, της γραφής και της ποίησης. Παραδόξως είναι ένα βιβλίο ταυτοχρόνως εωσφορικό, καταστροφικό, δηλητηριώδες, ελπιδοφόρο και ιαματικό μαζί. Και όσο το κοιτώ, μάλλον θα έλεγα ότι μου θυμίζει πύλη, πέρασμα, άνοιγμα, αψίδα. Ναι, ένα άνοιγμα, ένα πέρασμα ή μία πύλη.
Κόλαση
Ουράνιο τόξο // Απαρχαιωμένο / αντιπυραυλικό σύστημα των αγγέλων. // Όποτε θέλουμε, τους συντρίβουμε.3
Πάνω σε αυτό το ποίημα του Γιάννη Στίγκα, μένοντας σε κάθε του λέξη, σαν ακροστιχίδα ή σαν γραφή με διάφανο οξύ, σαν γραφή με λεμόνι, θα γράψω το κείμενό μου για την Κωμωδία. Ένα βιβλίο γύρω και μέσα στην Κόλαση, στο Καθαρτήριο και στην Κωμωδία. Όχι μόνο του πρώιμου Φλωρεντίνου, αλλά και μιας τροχιάς κόσμων, δρόμους σφαιρών, πλανητών, πλανημένων, τσαρλατάνων, ονειροπαρμένων και εραστών. Εραστών της κωμωδίας των λέξεων. Δηλαδή λιγάκι τρελών. Εδώ είμαστε και ταυτοχρόνως και αλλού. Φλωρεντία, Βενετία και πάλι πίσω. Όχι στην Βενετία, αλλά στην αρρώστια, στη γλώσσα, την εξορία, τα έλη και το νερό. Δηλαδή το παράλογο. Αυτή είναι η περίμετρος που θα διασχίσω απόψε. Πεζός. Για να λάμψουμε ακίνητοι, να πετάξουμε αρχάριοι ή να συντριβούμε. Πανάρχαιοι. Ας συντριβούμε.
Ψυχή // Άοπλη διαδήλωση διαμαρτυρίας / που φτάνει αποδεκατισμένη / ως το στόμα.4
Τύχη, τύψη, τριβή
Όσων αφορά την συντριβή, θα μπορούσα να πω πολλά. Δεν θα τα πω όμως ακόμη. Όσων αφορά την συντριβή τους, ας καταθέσω σιωπηλά την απορία μου: σε τι χρειάζεται η ποίηση την πολεμική; Ποια θα ήταν η σχέση με τον Άλλον εάν δεν επιμέναμε τόσο στην διάλυσή του; Πώς εξοντώνεις κάποιον που δεν υπάρχει; Κάτι λάμπει όμως εκεί…! Η Βεατρίκη υπήρξε, υπάρχει ή θα υπάρχει; Η τύχη ή τύψη ή η τριβή; Η βροχή. Πάντα η βροχή. Αφού
μας ντύνει / ‒ η βροχή ‒ / μ’ απίστευτης λαμπρότητος / και ποικιλίας / φορεσιές / και στήνει αέναα γύρω μας / ως προχωράμε / μυθώδους / πλούτου / σκηνικά / και διακόσμους 5
Η κόλαση, λοιπόν, χωρίς τον Δάντη είναι εμπόλεμη ή το αντίθετό της; Τελικά αυτοί οι διάκοσμοι από τι είναι φτιαγμένοι; Ποιο είναι, αλήθεια, το αντίθετο της κόλασης; Η κόλαση, η κωμωδία ή τα απέραντα έλη της έλλειψης; Η παουντική έκθλιψη: Ch’ e be’a. Της εξορίας, της περιπλάνησης και του θανάτου του Αλιγκέρι; Οι διάπυρες φλόγες της ή η ψυχρή φωτιά, η σβησμένη πυρά της πέτρας της; Της ακλόνητης πέτρας της γλώσσας του. Ίσως αυτό να είναι η κόλαση: το τέλος κάθε μεταφοράς, κάθε απειροελάχιστης διαφοράς. Το αντίθετο της κόλασης είναι η κόλαση της ακριβέστερης κυριολεξίας. Όμως, κάτι λάμπει εκεί…!
Βροχή // Παράγωγο διύλισης / των χθεσινών προσευχών. // Προσβλέπουμε / πάντα στο απόσταγμα.6
Η σχέση που έχει ο χρόνος με την όραση: έστω ακαριαία και η θεότητα βλέπεται για ένα ελάχιστο κάτι γυμνή. Πριν κατασπαραχτεί η ευκαιρία απ’ τα σκυλιά της αύτανδρη.
…οι αναγνώστες που θα περίμεναν έναν δοξαστικό τόνο, μάλλον θα απογοητευτούν. 7
Αχινός
Και τα αγκίστρια, φυσικά, να σαλεύουν, όπως συμβαίνει σε κάθε μονόλογο.8
Μέσα σε κάθε ποίημα κρύβεται ένας αχινός. Διχασμός ή διπλασιασμός του υποκειμένου; Μέσα σε κάθε αχινό ο Χάιντεγκερ, μας λέει ο Στίγκας / Ευαντινός . Διαπληκτισμός του αόρατου με το στυφό, το ιώδιο ή το άφατο. Το οπλισμένο άφατο, με κεραίες, ακίδες, κεριά ή λέξεις. Το θέμα του καθρέφτη, της ταυτότητας, της ετερότητας, είναι κρίσιμες ακμές, αγκάθια, τομές της ανέμελης ποιητικής μας σήμερα. Όπως άλλωστε και πάντα;
Είναι ιταλική εφεύρεση ο πόνος; Μάλλον, όχι. Η υπολογισμένη τομή στο σώμα του όμως, ναι. Πόνος: ο Βάσκο ντε Γκάμα των νευρώνων. Ο Χριστόφορος Κολόμβος των θνητών.
Αχινός // Ένα πανανθρώπινο βίωμα. // Αν και ο πόνος που προκαλεί / δεν είναι αφόρητος / αξίζει / όλο τον σεβασμό σου. / Είναι η πιο διάτρητη μορφή βίας […] 9
Το αντίθετο της αμεριμνησίας του καθρέφτη μας δεν είναι η βία, άλλωστε; Και η τομή;
Και κάτι ακόμα: / κακώς τον υποτιμάς / επειδή ανοίγει εύκολα [ο αχινός] / μ’ ένα μαχαίρι. / Κι εσύ μ’ ένα μαχαίρι ανοίγεις, πανεύκολα. 10
Αλκοόλ
Αν και δεν διακρίνομαι για τις επιδόσεις μου στο αλκοόλ, με χαρακτηρίζουν οι επιπτώσεις εκείνης της έλλειψης που την αποκαλούν μέθη, ζάλη ή απλώς μετέωρα. Με την επιστημονική έννοια του όρου. Ίσως γιατί από παιδί με συνάρπαζε ο Hölderlin, αν και τον αγνοούσα. Θα μου πείτε για αυτό ακριβώς με συνάρπαζε. Συμφωνώ. Ούτως ειπείν, απλώς σύννεφα.
Και αίφνης αντιλαμβάνεσαι γιατί ‒ τουλάχιστον από την γέννηση του Hölderlin και μετά ‒ κανένα βιβλίο δεν είναι πλέον παραλληλόγραμμο. Αλλά μήπως έγραφε ποτέ και τίποτε άλλο εκτός απ’ την τρέλα; Ρασιοναλισμός: η αέναη προσπάθεια να τετραγωνίσουμε μερικά σύννεφα. Μπράβο μας.
Αλκοόλ // Η μοναδική θρησκεία με άμεσα αποτελέσματα. // Απ’ το σκαμπώ ενός μπαρ / μέχρι τα σύννεφα / είναι περίπου τέσσερα ποτά / και αίφνης αντιλαμβάνεσαι / γιατί το φεγγάρι / ‒ τουλάχιστον από τη γέννηση του Χαίλντερλιν και μετά ‒ // δεν είναι τετράγωνο. 11
Άγγελος
Παλιώνουν οι άγγελοι; Και για να θέσουμε και διαφορετικά την ερώτηση: τι ακριβώς είναι άγγελος;
Αιτιότητα, είδος ελεύθερης πτώσης που από ένα υψόμετρο και πάνω σπαρταρά όπως στα νύχια της οχιάς ο χρόνος.
Τι είναι λοιπόν άγγελος; Είναι μήπως όπλο; είναι ρήμα; είναι φως που δεν κατάφερε να μείνει κύμα; Η ενσάρκωση αυτής της αδυναμίας ορισμού δημιουργεί βαρυτικά κρίματα στον λαιμό της ποίησης πάντοτε.
Τι σχέση έχει τελικά ένα λεξικό με τα τέρατα; Την κωμωδία μήπως; Σημειώσεις κρατάς; φτωχέ μου, αγράμματε γραφιά, φτωχέ μου σιωπηλέ αναγνώστη…
Όπως μάλλον έχετε ήδη αντιληφθεί, δεν υπάρχει πουθενά καταφύγιο. 12
Η μόνη ορατή λύση μέχρι στιγμής: λόγια λοιπόν, κι άλλα λόγια…
Αγιότητα // Είδος κόλλας που χρησιμοποιούμε / για να μείνει / στο κομμένο κεφάλι / το φωτοστέφανο. 13
Ξύστρα
Πόσες ξύστρες χωρούν σε ένα βιβλίο ποίησης;
Ξύστρα // Θάλαμος αποφλοίωσης / που αναδύεται ξαφνικά και οπουδήποτε / ‒ από νοσοκομεία μέχρι κάμαρες μπουρδέλων // και είναι πάντα στα μέτρα σου. 14
Πόσοι ποιητές χωρούν σε ένα ποίημα; Απάντηση: κανείς. Για αυτό ο Πολύφημος δεν έμεινε στην ιστορία ως μαθηματικός, αλλά ως λυρικός φωνακλάς. Δεμένος στου ζώου την κοιλιά, στου απάνθρωπου το τρίχωμα, ο γράφων απλώς σιωπά. Ύπτιος και θεοσκότεινος απέρχεται.
Είναι, η Κωμωδία, αναρωτιέμαι συνεργασία; κοινή γραφή; συνύπαρξη; ξιφομαχία; μείξη; αγάπη, τσεκούρι, συζήτηση, φιλία ή απειλή; Είναι πνιγμός ή επαφή; Χωρισμός, αποχωρισμός ή συνάντηση; Είναι ασκήσεις αλληλογραφίας; Μήπως είναι συνήχηση; Ξεκινούν και τελειώνουν δηλαδή μαζί τα αντίστοιχα ποιήματα; Απέχουν; Μπορεί στο τέλος, σκέφτομαι, να είναι κοινή σιωπή με τις ελάχιστες δυνατές λέξεις.
Η συνύπαρξη Στίγκα και Ευαντινού, εντός ενός κοινού βιβλίου ποίησης, δεν είναι πρωτότυπη στην ελληνική, ούτε, άλλωστε, στην ευρωπαϊκή πρακτική. Είναι πάντως σπάνια, σπανιότατη. Αυτό δεν θα πει ότι είναι αυτονόητη ή δικαιωμένη. Εάν κερδίζει το στοίχημα της ζαριάς που ρίχνει στα τυφλά ή μες στην δίνη των λέξεών της, θα είναι μόνο η σιωπή ‒ εκείνη η εκκωφαντική σιγή μετά τον όλεθρο ‒ που θα την κρίνει. Εγώ θα έλεγα ότι θερμότατη λάμπει.
Πίστη // Μια ζαριά // σωστά ριγμένη μες στον στρόβιλο 15
Μιχαήλ Πέτροβιτς Μίνιν, […] Στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού που ύψωσε την κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο στο Ράιχστάγκ. Είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορούμε να πούμε με κάθε βεβαιότητα πως δεν απαθανατίστηκε στην διάσημη στη διάσημη φωτογραφία, αφού η πράξη του έγινε μία μέρα πριν το κινηματογραφικό συνεργείο των Σοβιετικών επαναλάβει την σκηνή. Γι’ αυτό και θεωρείται από τους σημαντικότερους ανώνυμους δημιουργούς της τέχνης της αυταπάρνησης. 16
Άρα, ξανά: πόσοι ποιητές χωρούν σε ένα ποίημα; Απάντηση: κανείς και μια ξύστρα. Διότι το δύο δεν είναι πλήθος, αλλά ίσως είναι πιο κοντά στο κανένα απ’ ότι το ένα. Αφού εκδραματίζει, πολλαπλασιάζοντας την μονάδα, την αδύνατη διαγραφή της, την απουσία ή την φυγή της.
Νανούρισμα // Εθελούσιο μαρτύριο εξαγνισμού. // Προσομοιάζει με πνιγμό / αφού κάθε σου ανάσα / είναι άμπωτη και παλίρροια / και όλα κρέμονται σε μια χορδή / ‒ της φωνής σου. // Προς το τέλος απαιτούνται / συγκεκριμένες και λεπτές / κινήσεις απεγκλωβισμού. // Λίγα δευτερόλεπτα μετά / το θέαμα σε κάνει να νιώθεις / λιγότερο βρώμικος. 17
Μανταλάκια
Αναποδογύρισε τον κόσμο και κοίταξέ τον από την μεριά της χαραυγής του. Της κραυγής του. Δηλαδή του λεξικού.
Πού είναι τελικά // τα ουράνια; 18
Εάν ψύχραιμος σημαίνει απλώς ότι συνεχίζεις να είσαι ζωντανός, συνεχίζεις να καίγεσαι ζωντανός, το να πεθαίνεις θα πει να μετουσιώνεις σταθερά το λεξικό σε ποίημα.
Μανταλάκια // Εκφυλισμένο / βασανιστήριο των δακτύλων. / Οικιακή ξόβεργα./ Φθηνή μαθητεία / ‒ πώς να πιπιλάς / τον δείκτη / αντί του αντίχειρα. / Να στο πω απλά; / Αν απ’ το πλαστικό / απορρέει η πλαστικότητα / θα σωθούμε. / Εάν το αντίστροφο / θα δεις // την ψυχή σου να στεγνώνει / μαζί με τ’ άλλα ασπρόρουχα. 19
Ακριβώς εκεί έγκειται η κόλαση αυτού του βιβλίου του Στίγκα / Ευαντινού. Στο ότι την διανύει, την διανύεις αυτήν την διαδρομή. Απ’ το πλαστικό στην πλαστικότητα και αντίστροφα. Την διαδρομή προς την κόλαση, δηλαδή προς την ερήμωση του συμπτώματος, προς το γράμμα. Και για αυτό αναγκαστικά αλλάζει και το όνομα. Στο τέλος γίνεται κωμωδία. Ή μια μπουγάδα με ασπρόρουχα.
Ποίημα έχουμε όταν μία Κόλαση πραγματική ‒ κόλαση πραγματικού ‒ αυτός που γράφει, καταφέρει τόσο να την μετουσιώσει, να την μεταγγίσει, να αποξηράνει την οδύνη του χώρου, που από τόπο μαρτυρίου, χώρο διαστροφής, στο τέλος βρισκόμαστε σε έναν χώρο γαλήνης, ευφορίας, κοινής αποδοχής. Βλέπε τις κατακόμβες στην Ρώμη. Πώς είναι δυνατή αυτή η αλχημεία της τέχνης, του ποιητή;
Και ακόμη παρακάτω: έχουμε το ξέφρενο γέλιο της ηδονής, έχουμε την μαύρη Κωμωδία της ύπαρξης, την άμεση εκτόνωση – εκτίναξη – της φωνής και ολόκληρου του σώματός του ‒ του γράφοντος ‒ σε ξέφρενα γέλια, εκτός τόπου και χρόνου, όπως λέγεται. Εκτός της κόλασης του δράματος, μακριά από την γαλήνη της κοινής αποδοχής. Υπεραξία του γράμματος, ποιητική του απορρίμματος, εξίσωση του ποιήματος. Letter = Litter. Βλέπε τον J. Joyce.
Γκασμάδες
Αυτό που μας προσφέρει μέθη, τα διαμελισμένα μέλη είναι. Το ανθρώπινο σώμα κάθιδρο. Και μουσικούλα.
Ωμότητα // Είδα ακόμα / ένα μπουλούκι γύφτους / που ‘χανε δέσει τον ήλιο στην καρότσα του Datsun / και του ρίχναν με τους γκασμάδες. // Ύστερα πιάσαν να παίζουν κάτι κλαρίνα, // μα κάτι κλαρίνα // που τους συγχώραγες 20
Κεραυνός
Και εσύ άθλιε που πίστεψες ότι ήσουν αισχρός, ο αισχρότερος. Δεν ήσουν παρά απορημένος (απορία), απορριμμένος (απόρριμμα). Άπορος ταχυδακτυλουργός. Ένας πεζοπόρος, ένας πεζός. Γράφε ψηλότερος: ομιλώντας ιπτάμενοι δεν είμαστε στον αέρα. Σερνόμαστε μέσα στο χώμα, κάτω απ’ τη γη.
Περίμενε: κοίτα σταθερά προς την μεριά του ερχόμενου. Και οι λέξεις – θα δεις! – θα μπουν μαγικά στη σειρά που του πρέπει.
Κεραυνός // Είχα γνωρίσει κάποτε, στο χωριό μου, έναν τύπο ονόματι Μπαλαφάρας, που έλεγε ότι είχε βρει έναν τρόπο να παγιδέψει τον κεραυνό σ’ ένα μικρό μαύρο κουτί. Για χρόνια περίγελος στα καφενεία. Όταν όμως σκοτώθηκε (σε τροχαίο) όλοι τον πίστεψαν. // Διαφορετικά δεν εξηγείται / γιατί τον κήδεψαν σε κλειστό φέρετρο. 21
Θεός
Εάν δεν χαθεί κανείς μέχρι τα πέρατα του ζόφου, τα τέρατα του καθαρτηρίου, δεν μπορεί να βάλει στη σειρά τις λέξεις.
Θεός // Όλα // (μηδενός εξαιρουμένου) / (από καταβολής κόσμου) // τα αποσιωπητικά του Κόσμου. // Για έναν μάστορα των παρενθέσεων / η έννοια επιμηκύνεται. 22
Τίποτα θείο δεν κατοικεί πλέον εδώ, σαν μνήματα τα αντικριστά ποιήματα στο νεκροταφείο, στο νεκροτομείο της ποίησης.
Ραδιόφωνο
Ραδιόφωνο // Άμα του ρίξεις ένα ποτήρι νερό / ξαναγίνεται / αυτό που ήτανε κάποτε: / ένα ταπεινό κλουβάκι / για τριζόνια, ακρίδες, τζιτζίκια / και άλλα αβάπτιστα έντομα / που αποκαλούμε παράσιτα. 23
Οι άνθρωποι και η αποδεκατισμένη ύπαρξή τους ειπωμένη σαν κατάλογος ή λεξικό. Ελλιπές, κωμικό. Λέξεις, λήμματα (λύματα) όχι του προφανούς, αλλά του γραπτού, του λειψού, του προφορικού τους θανάτου. Εντός της ίδιας μηχανικής, σε ένα ραδιόφωνο που εκπέμπει, όλοι πνιγμένοι στον πάμφωτο ήχο της ποίησης, κολυμπούν ανάποδα τα νερά της Κωμωδίας ‒ ανορθόδοξοι, ανορθόδοξα ‒ ως κύρια ονόματα. Χαμομηλάκια δίπλα στην άβυσσο ή απλώς παράσιτα: ο Νίκος Καρούζος, ο Εμπεδοκλής, ο Κώστας Καρυωτάκης, η Κατερίνα Γώγου, ο Μανόλης Αναγνωστάκης. Ο Γιάννης Βαρβέρης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Θωμάς Γκόρπας, ο Κώστας Βάρναλης, ο κόμης Διονύσιος Σολωμός. Ο Ingmar Bergman, ο Albert Camus, ο Philip Roth, ο Thomas Pynchon, ο Julio Cortázar, ο Jean Cocteau. Ο Ludwig van Beethoven, ο Amadeus Mozart, ο Slavoj Žižek, ο Miroslav Holub, ο Bruce Chatwin, ο Georges Méliès, ο François Villon. Και ο Jean Nicolas Arthur Rimbaud, η persona που ενώνει τους δύο συνάδελφους σε ένα όνομα: Jean Nicolas.
Η καλύτερη ποιητική: απλώς περίμενε! Άσε τον χρόνο να ολοκληρώσει όσα ούτε γνώρισε, ούτε μπόρεσε να αρθρώσει ποτέ. Και ονόμασε, εσύ, αυτό που δεν λέγεται!
Περιεχόμενα
Ο Albert Camus, η Ιλιάδα και το Νότιο ημισφαίριο. Η κουκουβάγια, τα μυρμήγκια και ένα μπρα ντε φερ. Ίσως το σύμπτωμα ή το ποίημα να είναι ακριβώς αυτό: η διαδρομή, μία μεταφορά δηλαδή, από τόπο σε τόπο, από λέξη σε λέξη, ένα αέναο γλίστρημα και μετά η κραυγή εκείνη που από ένα ποίημα σε φτάνει σε έναν κατάλογο και από εκεί σε ένα γράμμα. Γκρέμισμα, σμίκρυνση ή σημειακή ασκητική. Οπότε το αληθινότερο ποίημα αυτού του βιβλίου ‒ θα κατέληγα ‒ με έναν τρόπο, είναι τα περιεχόμενά του.
Όπως ένα λεξικό δεν προχωρά παρά μόνον – πώς να το πω – σημειωτόν, έτσι και οι ερωτήσεις, τα ερωτήματα στο κείμενό μου, όλα τελικά τα ερωτηματικά μου, φωτίζουν κατάματα κάτι πολύ συγκεκριμένο στην Κωμωδία. Τι φωτίζουν λοιπόν; Με τι προσπαθούν να συζητήσουν, τι προσπαθούν να πουν; Μήπως την κωμωδία την ίδια; Το πυρίτιο της εντροπίας της; Έναν έρωτα πλατωνικό; Έναν στρατηγό στην Λάρισα; Έναν Νάρκισσο τυφλό;
Όχι, όχι, είναι πολύ πιο απλό: την υγρασία! Ναι, την υγρασία. Το άεργο νερό. Την ατελείωτη βροχή, την ασίγαστη πτώση, την συνεχόμενη ροή. Βλέπε τον ξαπλωμένο Stalker του Tarkovsky.
Δυστυχώς, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες εκσυγχρονισμού, η υγρασία παραμένει ένα από τα βασικότερα προβλήματα της Κολάσεως. 24
Σημειώσεις
- Πεταλούδα, Καθαρτήριο, σελ.83, Κωμωδία, Άγρα, 2021
- Lustra, Ezra Pound, 1916, μετάφραση Τάκης Μενδράκος
- Ουράνιο τόξο, Καθαρτήριο, σελ. 79, Κωμωδία, Άγρα, 2021
- Ψυχή, Καθαρτήριο, σελ. 120, Κωμωδία, ο.π.
- Αρκεσίλας, Νίκος Εγγονόπουλος, Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω(1957)
- Βροχή, Καθαρτήριο, σελ. 27, Κωμωδία, ο.π.
- Παράδεισος, σελ. 125, Κωμωδία, ο.π.
- Παραλλαγμένη, δική μου εκδοχή της σημείωσης του ποιήματος Αχινός, σελ. 129, Κωμωδία, ο.π.
- Αχινός, Καθαρτήριο, σελ. 23, Κωμωδία, ο.π.
- Αχινός, Καθαρτήριο, σελ. 23, Κωμωδία, ο.π.
- Αλκοόλ, Καθαρτήριο, σελ. 21, Κωμωδία, ο.π.
- Παράδεισος, σελ. 125 και 126, Κωμωδία, ο.π.
- Αγιότητα, Καθαρτήριο, σελ.18, Κωμωδία, ο.π.
- Ξύστρα, Καθαρτήριο, σελ.77, Κωμωδία, ο.π.
- Πίστη, Καθαρτήριο, σελ. 86, Κωμωδία, ο.π.
- Μιχαήλ Πέτροβιτς Μίνιν, Σημειώσεις, σελ. 140, Κωμωδία, ο.π.
- 17. Νανούρισμα, Καθαρτήριο, σελ.74, Κωμωδία, ο.π.
- Παράδεισος, σελ. 127, Κωμωδία, ο.π.
- Μανταλάκια, Καθαρτήριο, σελ.65, Κωμωδία, ο.π.
- Ωμότητα, Καθαρτήριο, σελ.121, Κωμωδία, ο.π.
- Κεραυνός, Καθαρτήριο, σελ.56, Κωμωδία, ο.π.
- Θεός, Καθαρτήριο, σελ.45, Κωμωδία, ο.π.
- Ραδιόφωνο, Καθαρτήριο, σελ.91, Κωμωδία, ο.π.
- Κόλαση, σελ. 14, Κωμωδία, ο.π.