Γνωριμία με τους συγγραφείς της παρουσίασης του Σαββάτου (Ζάτοπεκ, Καλλιθέα- 21.1.2023): Γεωργία Διάκου, Kλεομένης Παπαϊωάννου, Δημήτρης Στατήρης
Οι εκδόσεις Θράκα υποδέχονται στην Αθήνα και παρουσιάζουν τους συγγραφείς: Γεωργία Διάκου (Αυτά που φαίνονται στο φως μου μοιάζουν οικεία)- Θράκα, 2022), Kλεομένης Παπαϊωάννου (Δυστ[ρ]οπία- Θράκα, 2021) και Δημήτρη Στατήρη (Εκεί που η όραση περισσεύει- Θράκα, 2022), το Σάββατο 21 Ιανουαρίου και ώρα 20:15 στο Βιβλιοπωλείο Ζάτοπεκ (Π. Τσαλδάρη 209, Καλλιθέα).
Ομιλήτριες για την ποιητική συλλογή «Αυτά που φαίνονται στο φως μου μοιάζουν οικεία» θα είναι η εικαστικός/ποιήτρια Βίκυ Μπρούσαλη και η εικαστικός/περφόρμερ Ευγενία Γραμμένου, το «Εκεί που η όραση περισσεύει» θα το παρουσιάσουν ο λογοτέχνης Χρήστος Αρμάντο Γκέζος και ο λογοπεδικός Ηλίας Βογδάνης και το «Δυστ[ρ]οπία» ο ποιητής Δημήτρης Στενός.
Γεωργία Διάκου
η ηθοποιός
Έχει τον τρόπο της να ρίχνει την κάπα στους ώμους νύχτα μετά την πρεμιέρα. Ρίχνει ένα φιλί στο στόμα της γυναίκας που είναι βοηθός σκηνογράφου και φοράει φόρμα λεκιασμένη από το κουβάλημα και το μεσημεριανό. Δίπλα υπάρχει ένα δωμάτιο με ποτά και γλυκά και δώρα θαυμαστών. Η ηθοποιός δεν μπαίνει ποτέ εκεί μέσα, φοβάται πως το μάτι των ανθρώπων υπάρχει στα αντικείμενα. Αν την δούνε θα την αναγνωρίσουν και τότε πάει το κρυφό φιλί στην λεκιασμένη, το ρούφηγμα, τα χείλη που ενώνονται και ύστερα σπηλιά, κουφάλες δέντρων, μικρά ψάρια που σημαδεύουν τον ουρανίσκο. Τα χαρίζει. Ανοίγει μία φορά την εβδομάδα το δωμάτιο και τα δίνει όλα. Έρχονται κάτι παιδιά και τα παίρνουν. Τα παιδιά είναι δίδυμα, μαυριδερά με ένα σάπιο κυνόδοντα. Αυτό που στέκεται με την σακούλα στα δεξιά έχει τον αριστερό, αυτό που μαζεύει τα ποτά, τα γλυκά και τα δώρα στέκεται αριστερά και έχει τον δεξί. Ένα δόντι της καταγωγής λέει η ηθοποιός και πλησιάζει με την κάπα στους ώμους και τα μακριά της νύχια. Πλησιάζει και μυρίζει κολόνια από πολλά χέρια που την αγκάλιασαν, τα χέρια των θαυμαστών. Παίζει τον Άμλετ. Δεν είναι η Ιζαμπέλ Υπέρ. Τα παιδιά την κοιτούν και κρύβουν το δόντι με το πάνω χείλος. Και είναι σαν να έχει έρθει από τη ζούγκλα το περπάτημά της, τόσο άηχο και επιφυλακτικό. Τα παιδιά δεν λένε ποτέ το όνομά τους. Λένε μόνο εμείς και δείχνουν με τα χέρια το κείμενο που έχουν γράψει. Η ηθοποιός λέει πως ονομάζεται Κλάρα και χαίρεται που παίρνουν τα δώρα, τα γλυκά και το αλκοόλ γιατί η ίδια πρέπει να παραμείνει κρυμμένη στην εαυτή της. Αλλιώς γίνεται θέατρο η ζωή και δεν βρίσκεις αγάπη και δεν μπορείς να φιλάς κορίτσια και αγόρια που σου αρέσουν και πρέπει να εξηγείς τι θέλεις πριν το δεις. Τα παιδιά κουνούν δεξιά αριστερά το κεφάλι και λίγο εκεί μόνο για μια παύση δείχνουν το δόντι. Ξέρουν πως αυτό είναι το σήμα και ξεκινούν την απαγγελία. Τα παιδιά απαγγέλουν συγχρονισμένα το κείμενο που έγραψαν για την Κλάρα. Ονομάζεται Κλάρα. Κάθε φορά είναι διαφορετικό. Εκείνη ακούει με προσοχή και κλαίει, κλαίει και ακούει με προσοχή. Λέει: Θα σας κάνω ηθοποιούς, θα γίνεται καλύτεροι από μένα. Τα παιδιά σηκώνουν ήσυχα την σακούλα με τα ποτά, τα γλυκά και τα δώρα και φεύγουν από την έξοδο κινδύνου. Αφήνουν την Κλάρα μόνη, κλαίει και λέει θα τα κάνω ηθοποιούς, θα γίνω η δασκάλα τους, θα πετύχουν εκεί που εγώ απέτυχα. Τα παιδιά θα έχουν φιλιά και δώρα και θαυμασμό. Μπροστά στα φώτα, επάνω στη σκηνή, θα γίνουν εαυτοί τους.
Η Γεωργία Διάκου (1995) είναι απόφοιτη του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας και τελειόφοιτη του τμήματος Θεάτρου Α.Π.Θ με κατεύθυνση Σκηνοθεσίας. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Αυτά που φαίνονται στο φως μού μοιάζουν οικεία», εκδόσεις Θράκα και έχει συγγράψει με τη Μελίνα Αποστολίδου το θεατρικό έργο «Η πόλη έβαλε τους ανθρώπους της στα παγκάκια και κατάπιε μια μέντα», εκδόσεις Βακχικόν. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά περιοδικά, ενώ διατηρεί το blog https://sociallubricant.espivblogs.net/.
***
Kλεομένης Παπαϊωάννου
IΙ
Και να που φτάσαμε τελικά ως εδώ,
να ερωτευόμαστε κάτω από σιδερένια βλέμματα
ως ένοχοι.
Να είμαστε εξαίρεση που τον κανόνα επιβεβαιώνει,
χρήσιμη βίδα στη μηχανή
που μας τσακίζει.
Ως πότε
θα διυλίζουμε τους εαυτούς μας
σε εσοπτικές μηχανές;
Ο Κλεομένης Παπαϊωάννου γεννήθηκε το 1990 στην Αθήνα. Το 2014 συμμετείχε με ένα μικρό διήγημα τρόμου στο“25th hour project”. Μέσα στην ίδια χρονιά, οι εκδόσεις Βακχικόν κυκλοφόρησαν την πρώτη του ποιητική συλλογή “Γράμμα σε αλλόκοτη καρδιά” και έπειτα, τον Σεπτέμβρη του 2015, τη δεύτερη “Αποδομώντας το άπειρο”. Η τελευταία ποιητική του συλλογή “Δυστ[ρ]οπία”κυκλοφόρησε τον Δεκέμβρη του 2021 από της εκδώσεις Θράκα. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά και στα βεγγαλικά (bengali). Εκτός από ποιήματα γράφει επίσης διηγήματα τρόμου, και επιστημονικής φαντασίας. Έργα του έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά Vakxikon.gr, Τhraka Μagazine, στο διδακτικό frear και στο Varelaki blog.
***
Δημήτρης Στατήρης
Κάθε χειμώνας που ερχόταν έφερνε μαζί του και μια παρακαταθήκη από τον προηγούμενο: σκελετοί κάτω από γέφυρες, κρυοπαγήματα και αρρώστιες, χιόνια που έκαιγαν, ασπρόμαυρα Χριστούγεννα. Ο ήλιος ξεθώριαζε στην ομίχλη και οι κυρίες με τις γούνες μεταμορφώνονταν σε αλεπούδες, αρκούδες και λεοπαρδάλεις και σάλταραν στα ταξί και στα τρόλεϊ και η πόλη ερήμωνε, γινόταν γκρίζος λαβύρινθος με κίτρινα φώτα και σκουριασμένα κάγκελα.
Ο Δημήτρης Στατήρης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1985. Σπούδασε μηχανολογία. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες, και έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά. Έχει εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων «ο σολίστ και άλλα πεζά», Θράκα 2016, «ξένοι στην κόψη», Σμίλη 2018, «προτομές», Σμίλη 2020 και τη νουβέλα «Εκεί που η όραση περισσεύει», Θράκα 2022.