Alen Brlek – Άλεν Μπρλεκ
Δεκαπέντε Ποιήματα
Μετάφραση από τα κροατικά στα αγγλικά: Damir Šodan
Μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά: Λένα Καλλέργη
από το SANG (2019)
22 Φτιάχνοντας μια γραφή
Περπάτησα στο διαμέρισμα, ψάχνοντας για μια βάφτιση ή μια λόγχη,
το σημείο σύγκλισης. Είπα αμήν, είπα εξιλέωση,
βόμβα, τομάτα, Μάιος, στέμμα, είπα
θάνατος στον φασισμό γρήγορος και διαρκής, το μεσαίο φύλο στον Θεό
είπα τα μαθηματικά είναι κομμένο κεφάλι και ταλάντευση.
Είπα αγάπη αλάτι Ευρώπη λύκος μαμά φως
κήπος πουλί κύκλος δημοκρατία, αγάπη ξανά, άτομο
περπάτησα στο διαμέρισμα περιμένοντας μια χούφτα οτιδήποτε
να την ταΐσω στους πατέρες, να δαγκώσω
την ελευθερία.
23 Μεσημέρι
πάντα κάποιο αλληλούια στη σκιά που καλλιεργεί το σώμα,
στον λαιμό που θα εξαπέλυε τον Ήλιο
κι αυτό θα είναι σημάδι, θα προσαρτήσουμε τους εαυτούς μας σαν κράτη.
Οι ζωές θ’ άνοιγαν σαν τραύματα εξόδου, προς
το πλαστικό της ελπίδας και του φόβου
για να μπορέσουμε και πάλι να στραφούμε στη θεολογία ή στην αίρεση
που κρατά στη θέση της την πραγματικότητα.
24 Κηπουρός
αφημένος στην άγονη γη της λογόρροιας ήμουν ταύρος
μ’ ένα φιλί φυτεμένο στο μέτωπό του.
Η άνοιξη του κάρβουνου ξυπνούσε στα θολά χωράφια
της ομιλίας.
Τα μαθηματικά ξάπλωσαν το κορμί μου κι ονειρεύτηκα
έναν κηπουρό.
Με είχαν ξεθάψει, και με μια πατάτα για καρδιά
ήμουν αδελφή ανάμεσα σε αδελφές.
25 Ερημίτης
Ήμουν ένας μπλε και αμετάφραστος ορίζοντας, σαν απώλεια,
σηκώθηκα να ψάξω ένα ουρανό που δεν είχε
ντρόουνς.
Μπήκα σε εποχή μεγάλων περιπάτων, μέσα σου
η αμερική θα ξυπνούσε κάθε φορά που έλεγα η αγάπη
η αγάπη είναι το ίζημα της ελευθερίας
έλα λοιπόν και πιάσε την τσάπα!
26 Αλχημιστής
και τελικά αποφάσισα να βγάλω τα παπούτσια, να καλωσορίσω το καλοκαίρι ξυπόλυτος
γεμάτος ενέργεια να λέει πως όποιος αγαπά τον άνθρωπο
δεν θα του δώσει όνομα, γλώσσα, γη των προγόνων, το εργαλείο
για να τελειοποιήσει τον δικό του θάνατο και του άλλου,
δεν θα του δώσει, παρ’ όλα αυτά.
Όποιος αγαπά τον άνθρωπο, θα δει ένα φυτό.
27 Διαλογισμός
Σαν λιονταρίνα η νύχτα χίμηξε στην καρδιά μου και με διέταξε
ανάπνευσε! Είπα σπίτι, Θεού θέλοντος, εδώ
είπα διώξε τα μάτια μου, τα χέρια, έλα μέσα μην μου επιτρέψεις να πεθάνω
άνοιξε το στήθος σου πες γάλα, μεταμόρφωσέ μας στον στρατό
των τελευταίων ρινόκερων
των τελευταίων δημοσιογράφων
των τελευταίων των τελευταίων
Είπα διαλύστε τα ιερά μέρη δώστε χώρο στην προσευχή
πείτε αρκτική
28 Στρίβοντας ανατολικά
Ήθελα να σαλπάρω μακριά, να βρω τον αδελφό μου να πω
χτύπα και να ακούσεις μέσα μου την άγρια κι ανόητη σάρκα της νύχτας
να μεγαλώνει σαν παλίρροια. Πες μου
πώς κάποιος γκρεμίζει τους τοίχους, και συνεχίζει χτίζοντας μια ήπειρο
μια οικογένεια, πώς κάποιος βάζει τρίποντο, πώς κάποιος σφυρίζει
στην πόλη που κατακτά τους πνεύμονές σου σαν καρκίνος.
Πώς τελικά να ζυμωθείς χωρίς να πεις καμιά βλακεία.
29 Νύχτα
Η αγάπη μ’ ένα κράνος στο κεφάλι της επιτάχυνε προς την κατεύθυνση της όμορφης νύχτας,
αυτόματος βόμβος καλοκαιριού, όλα όσα ειπώθηκαν ακούγονταν σαν θάλασσα.
Είπα Θεού θέλοντος, μια μέρα, θα εισάγουμε δύο ή τρεις
από αυτούς στη γλώσσα, θα γνωρίσουμε τα χέρια μας,
κι όταν θα γεράσουμε τίποτα δεν θα ‘ναι μακρινό,
ούτε εμείς ούτε η ειρήνη ούτε οι μυρωδιές της παιδικής ηλικίας
ούτε η ευτυχία ούτε η εποχή των καρπουζιών.
Μέχρι τότε πρέπει να συνεχίσουμε να βάζουμε τρικλοποδιά στον φόβο,
στη Google, στην κρατική υπόσταση.
30 Ταξίδι μέσα στη σκιά
Καθόμασταν, μια παλάμη μεγάλωνε μέσα στον αδελφό μου, μέσα μου μια ανάμνηση
και η πίεση να πω κάτι τελειωτικό όπως η αλήθεια.
Είπα ότι πρέπει να την προσεγγίσω όπως ένα παιδί προσεγγίζει το καλοκαίρι,
όπως ένα τούβλο πλησιάζει την παλάμη ενός παιδιού εξαιτίας του καλοκαιριού κι ενός καρυδιού,
πρώτα εκφράσου με το σώμα, μετά άνοιξέ το
*
Είπα κακή όραση, ιγμόρεια που πάντα ξεχειλίζουν
άνοιξη
ζυγαριά σπονδυλική στήλη γοφός
Ήλιος ψυχή
*
Καθόμασταν, το φως τρεμόπαιζε, βιταμίνη
τη βιταμίνη
μέχρι που μπαίνουμε στη σκιά
το καλοκαίρι μας απογοήτευσε.
31 Φτιάχνοντας μια προσευχή
Περίμενα, μ’ έναν σπόνδυλο στον χέρι μου είπα το σώμα μου
το σπίτι μου, δικό σου δικό σου, θα γλείψω τις πληγές σου
όλα τα ζώα το κάνουν. Ήδη σφύζω από ωριμότητα
κι ένα μεγάλο μέρος μου θα σαπίσει στην αγκαλιά του Ήλιου
μην προσπαθήσεις να το φτάσεις, η ιστορία είναι μια παραίσθηση για την ειρήνη
ένα βάζο ζεστής μαρμελάδας όπου σε στέλνει σφαίρα.
Είπα σ’ αγαπώ, η χώρα όπου ζω είναι μαζικός
τάφος
σ’ αγαπώ η γλώσσα που μιλώ δεν θα ελευθερωθεί ποτέ
σ’ αγαπώ, τρομακτικά κι ευγενικά.
Πες καλημέραπαιδί, θα εξημερωθούμε
θα γίνουμε ο μαλακός πολτός μες στο ψωμί
32 Ξεχορτάριασμα
Ήταν Κυριακή, αψίδα, προσκύνημα νεκρής
ερημιάς
και χρυσός, ήταν ο θεός ανεμπόδιστος από οτιδήποτε ανθρώπινο. Ήμασταν εμείς,
οι αλχημιστές που γεννήθηκαν στη βαρεμάρα μιας καυτής ημέρας,
είπαν πως υπάρχει μια σκεπή πάνω από κάθε αγριόχορτο
πρέπει απλώς να το σηκώσεις από το χώμα στον ουρανό, σταμάτα
να διστάζεις.
Είπαν πως κάτι πρέπει να γίνει, να φτιαχτούν ευγενή
μαθηματικά
ν’ αλλάξει η ιστορία, να μπει ένα τέλος στο μπέρδεμα.
Επιτέλους να γίνει αποδεκτή η γέννηση
33 Το ρολόι
Ξέρω, είμαστε όλοι όμηροι της αρχαίας ματαιότητας και του κόσμου,
μας λείπε ύπνος, ξέρω, είμαστε δίχως αγκαλιά, με το βλέμμα πάντα
στον κήπο, πάντα χρησιμοποιούμε μόνο τα μάτια μας.
*
Ο εαυτός μου, θόρυβος, ο εαυτός μου ένα μέρος προφανές. Ο εαυτός μου αιτία,
καλούπι μητρικής αγάπης, πατρικής απουσίας,
εγώ αδελφή, τρεις αδελφές, η κατσαρόλα της γιαγιάς, ο δείκτης του παππού
εγώ εθισμένος στη νικοτίνη και στις συνεισφορές, εγώ η ανάγκη
για σιωπή, για λούνα παρκ και να ανήκω, εγώ
κι ο εαυτός μου, η αποδόμηση του μυαλού, του πνεύματος και του σώματος, κάποιος σκόραρε.
Εγώ συνείδηση ότι υπάρχει πλαίσιο, αν βγω απ’ αυτό
η θέληση του θανάτου θ’ ανθίσει.
34 Πατέρας του χρόνου
Ήμουν ξαπλωμένος στην ανάγκη για μια ιστορία, γεμάτος κενό.
Ήμουν ξαπλωμένος ξανά χωρίς να λέω τίποτα έκανα το ταβάνι κίτρινο.
Εγώ, ο πατέρας ενός κάποιου χρόνου ξαπλωμένος
έγδερνα τα κέρατα της αυγής
για ν’ αφήσει να μπει το κοτόπουλο.
35 Ολοκληρώνοντας τον κύκλο
Είναι ωραία ν’ αναπνέεις να προφέρεις κάθε σχισμή να λες αυτό εδώ
και να ξέρεις τι ακολουθεί, από τι είδους πυρηνικό πόλεμο
φέρνεις τον πυρήνα του ονόματος του μέλλοντος.
Αποφασίσαμε να σηκωθούμε, αφήνοντας τη σκουριά εκεί
όπου όλα φθίνουν, μέσα σ’ ένα ρολόι
που μειώνει τον εαυτό του στον ξύπνιο.
Καταλάβαμε ότι πάντα συμβαίνει να σκοντάφτουμε,
αλλά πρέπει να σηκωθούμε από άχτι
να πλησιάσουμε όσο γίνεται την ωμή απλότητα.
36. Κυνηγός
Μάθαμε να περπατάμε όπως οι κυνηγοί, να κινούμαστε αδιάκοπα
μπροστά σχολαστικά
και ποτέ να μην γινόμαστε ένα. Μάθαμε να διαβάζουμε το παρελθόν,
να του στέλνουμε μια σφαίρα
από μέταλλο, ειρήνη, προσευχή,
αλλά να μην σταματάμε τα άγρια ζώα, μόνο ν’ ανοίγουμε τον δρόμο
προς μια μπερδεμένη καρδιά
της πόλης. Μάθαμε να κάνουμε υπομονή στη μεγάλη
αρχαιολογία της νύχτας, να είμαστε απλώς εκεί,
κάτω από τα βαριά, μπλε δόντια της ελπίδας που υπηρετεί το μέλλον
να πιστεύουμε την επανάστασή του εδώ ακριβώς, μέσα μας.
Μάθαμε, όλα όσα βλέπουμε είναι τίποτα από όλα όσα είναι,
όλα όσα αγγίζουμε γίνονται γλώσσα.
Αργά ή γρήγορα κάποιος θα πρέπει να μάθει πώς να σφυρηλατεί
τη γλώσσα, να την κόβει, να τη βράζει.
Ο Άλεν Μπρλεκ (1988, Ζάγκρεμπ) είναι επιμελητής εκδόσεων και έγραψε τα βιβλία ποίησης Metakmorfoze (2014/2021, Algoritam/BEK), Pratišina (2017/2021, Kontrast/Fraktura) και Sang (2019, HDP/Kontrast), που αφορούν το σώμα, την ψυχή και το μυαλό. Έχει κερδίσει τα βραβεία Na vrh jezika, Mali Kvirin και, για το Sang, το βραβείο για ένα από τα καλύτερα βιβλία στην Κροατία για το 2020/2021. Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε 10 γλώσσες.