Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΛΟΥΟΜΕΝΟΣ
Πρέπει να αποχωρήσει στις 6.00 μ.μ.
γράφει η πινακίδα στ’ αποδυτήρια της πισίνας.
Κι εγώ φαντάστηκα τον πρώτο λουόμενο
να κάνει μπάνιο σε έναν καταρράκτη
τότε που είχαν χαμηλώσει τ’ αστέρια
και ο άντρας με την γυναίκα αγκαλιάζονταν
σπαρακτικά μες στις σπηλιές
στα βάθη των αιώνων.
Ποιος θάναι λοιπόν ο τελευταίος λουόμενος
σε ποια νερά ραδιενεργά και μολυσμένα
πριν το σκοτάδι απλωθεί και μας σκεπάσει;
Τον φαντάστηκα
να κολυμπάει σε έρημη πισίνα
να πιάνεται απ’ τη σκάλα και
να βγαίνει
να προχωράει με βήματα υγρά
να παίρνει την πετσέτα
κι έπειτα να ρίχνει
μία τελευταία νοσταλγική ματιά
πριν σβήσουν όλα τα φώτα στον πλανήτη.
RESTART
Όταν έλιωσαν τα Παγωμένα Βουνά,
μετά τη Μεγάλη Πλημμύρα,
στη Μεγάλη Έρημο που μετατράπηκε ο πλανήτης,
την Τελευταία Νύχτα του Ασβού,
στα δυο μου πόδια όρθιος στέκομαι
στη γυμνή μπάλα της γης.
Καυτό το αίμα της κυλά υπόγεια,
απ’ τα ρουθούνια των ηφαιστείων της
ξεπηδούν σταλαγματιές.
Ψηλά την ασημένια Φάλαινα Σελήνη
ξεσκίζουν λίγο λίγο
τα Τσακάλια του Ουρανού,
γιατί πρέπει πρώτα αυτή ν’ αφανιστεί
για να προβάλλει ολόκληρη.
Σε λίγο εγώ και η Γυναίκα
θα φιληθούμε τρυφερά,
τα χέρια μας θα λυθούν,
το καύκαλο της Γιγάντιας Χελώνας
θα σπάσει,
και όλα γύρω μας θα σβήσουν.
Μέχρι που από μία εφαρμογή στο κινητό,
όλοι οι κόσμοι θα γεννηθούν ξανά.
ΤΟ ΤΣΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
«Δεν είναι το δικό μου σαμοβάρι αυτό
και σίγουρα δεν είναι το φλιτζάνι μου»
βροντοφώναξε ο πρίγκιπας Ιγκόρ
στην καμαριέρα που έκανε λάθος στο σερβίτσιο.
«Κανένας δεν μπαίνει στα παπούτσια μου,
ούτε βέβαια ένας προλετάριος στα σκαρπίνια μου.
Από ταξική πάλη αγνοώ,
βεβαιώνω όμως πως οι μουζίκοι μου περνούν καλά
το ίδιο και τα ποντίκια στο κελάρι μου».
Ύστερα κάπως πνίγηκαν τα λόγια του
στην τελευταία γουλιά,
ένα καροτσάκι κατρακύλησε στις σκάλες,
κάποια Ανάκτορα έπεσαν,
οι μέρες πέρασαν γρήγορα, οι νύχτες γρηγορότερα,
τα λευκά σώματα των Ρομανόφ,
αναιμικές μαριονέτες, ταλάντωναν στο πουθενά.
Ένα θωρηκτό που το κατέλαβαν οι ναύτες του,
πρόβαλε στον ορίζοντα,
ένα μεγάλο κρουαζιερόπλοιο ναυάγησε
στους ήχους ενός πιάνου,
μία φουσκωτή βάρκα βούλιαξε στο πέλαγος,
ο μικρός Αχμέτ πνίγηκε στη θάλασσα,
στο μεταξύ στο ακριβό κονιάκ έλιωναν οι πάγοι,
στην Ανταρκτική αποκολλούνταν τα παγόβουνα,
ο ανεμοστρόβιλος του χρόνου κλωθογύριζε
και στον υπολογιστή της Άλισον
το άβαταρ αποκεφαλίζει το τέρας
με φλεγόμενο σπαθί.
Τότε αυτή σταματάει
και πίνει αργά από την κούπα,
ενώ το τσάι της ιστορίας
ξεχειλίζει απ’ την τσαγιέρα του.
Σύντομο Βιογραφικό
Γεννήθηκε το 1962 στη Θεσσαλονίκη. Η πρώτη της ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1984. Από τότε εκδόθηκαν άλλες εννέα ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα και δύο θεατρικά έργα. Πολλά από τα ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ισπανικά, Σλοβενικά, Τουρκικά και Βουλγαρικά και έχουν συμπεριληφθεί σε Ελληνικές, Αμερικανικές, Καναδικές, Ισπανικές και Γερμανικές ανθολογίες. Η συλλογή της με τον τίτλο ΟΙ ΟΜΟΤΡΑΠΕΖΟΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΓΗΣ τιμήθηκε με το ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ του 2017. Το θεατρικό της έργο με τίτλο ΟΡΦΕΑΣ ΣΤΟ ΜΠΑΡ ανέβηκε στο θέατρο ΑΓΟΡΑ στην Πάτρα το 2014. Μία συλλογή αρχαιόθεμων ποιημάτων με τίτλο ΠΑΝΤΑ ΚΑΤΙ ΞΕΧΝΑ Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΟΤΑΝ ΦΕΥΓΕΙ εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ στη Σεβίλλη, μεταφρασμένη από τον JOSE ANTONIO MORENO JURADO.