Εἶναι καιρὸς ποὺ καρτερῶ ἀπ’ τῆς καρδιᾶς τὰ βύθια
γιὰ σένανε νὰ ξεχυθῇ, σὰν τ’ ἀστεριοῦ τὸ φῶς,
ὁ στίχος μου καὶ ὁ ῥυθμός. Κι εἶναι φορές, ἀλήθεια,
ποὺ νιώθω σὰ νὰ ἤσουνα δικός μου ἀδερφός.

Ἀπὸ μακριὰ ἡ σκέψη μου σοῦ γίνεται ἀντιστύλι
καὶ ἡ θωριά σου τὴν καρδιὰ μοῦ τὴν κρατᾶ χορτάτη.
Κάθε καρπὸ νὰ τὸν γευτῇς πὰ στὸ κυρτὸ τὸ χείλι
καὶ νὰ δαμάζῃς τὴ ζωὴ σὰ τὸ βαρβᾶτο ἄτι.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ