Στο δωμάτιο του παιζωναύτη Ιάσονα
Σαν στόλος αραγμένος στο χαλί
παιχνίδια σαλπάρουν στην Ανατολή.
«Βίρα την άγκυρα!» λέει το πλεϊμομπίλ
κι ο αρκούδος αποπλέει όλος στιλ.
Τα πλοία ταξιδεύουν στ’ ανοιχτά,
δελφίνια κόβουν βόλτες γελαστά.
Στο κομοδίνο, δήθεν κουπαστή,
ο κάπταιν-Τζέισον βγαίνει να λιαστεί.
Τα κύματα σε λίγο ξεδιπλώνουν,
στην ταραχή της θάλασσας φουσκώνουν.
«Αχ, τι μας μέλλει πάλι να συμβεί;»
τα παιχνιδάκια τρέμουνε πολύ…
Στα πειρατικά του κάπταιν-Τζέισον
όλοι μουρμουρίζουν «Κύριε-ελέησον!
Πού βρήκαμε αυτόν για αρχηγό;
Τούτος για πάντα θα μας στείλει στον βυθό!».
Ο κάπταιν τη φουρτούνα αψηφά και
στο κρεβάτι από κάτω προχωρά
στον γιαλό οδηγεί τον στόλο ευτυχώς
της φαντασίας παιζωναύτης τολμηρός.
Διακοπή ρεύματος
Τι μεγάλη αβαρία
έγινε στη συνοικία
έσβησαν όλα τα φώτα
και δε βρίσκω την κιλότα.
Πώς την πάτησα ο καημένη
δίχως ρούχα, ξεντυμένη!
Θα κρυώσει ο πισινός μου
θα βραχνιάσει κι ο λαιμός μου!
Τριολέτο στη λίμνη
Σαρλότ, αχ πάπια τσαχπινούλα,
της λίμνης οι ερωτευμένοι
σε καρτερούνε οι καημένοι!
Σαρλότ, αχ πάπια τσαχπινούλα!
Ποιος θα σε πάρει για νυφούλα
κοκέτα και ασπροντυμένη;
Σαρλότ, αχ πάπια τσαχπινούλα,
της λίμνης οι ερωτευμένοι.