«Δε λες κουβέντα» – «Η νύχτα με τα 13 φεγγάρια»: Τα σύνορα που ποτέ δεν χαράσσονται

Κάποια
σκοτεινή – ή και φωτεινή- ημέρα του 1980
ή του 1979, η Μπέλλου μπήκε στο στούντιο
και χάρισε τη φωνή της στους στίχους
του Κώστα Τριπολίτη και στη μουσική του
Δήμου Μούτση για το περίφημο «Δε λες
Κουβέντα». Ο αστικός μύθος που συνοδεύει
την ηχογράφηση αυτή, είναι η μετέπειτα
εισβολή της Μπέλλου στο σπίτι του Μούτση
για να καταθέσει έντονα τις ενστάσεις
της για την όποια πεσιμιστική διάθεση
μπορεί να κρύβει η απουσία απ’ το
τραγούδι ενός «σ’ αγαπώ». Η Μπέλλου
εισβάλλει μαινόμενη, ουρλιάζοντας ««Τι
με έβαλες, ρε συ, να πω αυτό το κωλοτράγουδο;
Ολο «όχι» κι «όχι» είναι. Δε λες κουβέντα,
δεν πας πουθενά, δεν κάνεις τίποτα! Τι
διάολο δηλαδή, χάθηκε να λέει και κάπου
πως παρ’ όλα αυτά σ’ αγαπάω;». Το φινάλε
της ιστορίας, βέβαια, γράφτηκε με την
παρουσίαση της τελικής εκδοχής του
τραγουδιού και την πλήρη αποδοχή της
Μπέλλου της απουσίας του «σ’ αγαπώ».


Το
1978, αυτοκτονεί ένας από τους πλέον
προσφιλείς εραστές του Ράινερ Βέρνερ
Φασμπίντερ και ο Φασμπίντερ διοχετεύοντας
οδύνες, πένθος και πάθη στην τέχνη του,
χαρίζει στην κινηματογραφική ιστορία,
«Τη νύχτα με τα 13 φεγγάρια», ένα ηχηρό
μανιφέστο για την αγάπη ως εκμετάλλευση
και -εν τέλει- εμφατική απουσία.


Είτε
η Μπέλλου πίστεψε παροδικά στην αγάπη
ως φαρέτρα στο όπλο της εμπορικής
επιτυχίας του τραγουδιού, είτε εξέφρασε
την πίστη της στην αγάπη ως αυτονόητη
απόρροια των όσων πασχίζουν να ειπωθούν,
ο Φασμπίντερ κινηματογραφεί ποιητικά
την απόλυτη απάντηση. Δηλώνοντας, λοιπόν,
εμφατικά πως η αναζήτηση της αγάπης
εκτός του εαυτού χαρίζει –τελικά- μόνο
πανοραμική θέα σε αρχίδια, τοίχους και
αρνήσεις περασμένων εραστών και
μεγαλείων, βρίσκει το
alter
ego
του πρωταγωνιστή του στο στίχο του Κώστα
Τριπολίτη « Ξέρω τ’ όνομά σου, την εικόνα
σου και πάλι από την αρχή, ψάχνω για μια
διέξοδο γυρεύοντας μια αλλιώτικη ζωή»

.

Ο
Φασμπίντερ διαθέτει για πρωταγωνιστή
του την Ελβίρα –δια σαρωτικής ερμηνείας
Volker
Spengler
,μία
transgender
γυναίκα σε μια Οδύσσεια με μοναδική
Ιθάκη την αποδοχή του εαυτού της. Κι αν
ίσως οι πάσης φύσεως Λαιστρυγόνες και
Κύκλωπες βρίσκονται τελικά εντός της,
εκείνη πασχίζει να τους εντοπίσει σε
όσους αγάπησε, αναζητώντας παθιασμένα
ρανίδες όσων κάποτε πέρασε για πάθη και
συναίσθημα. Και περιφερόμενη ανάμεσα
σε δρόμους και εραστές θα βρεθεί εν
τέλει με ανίατα σημάδια από ελλείψεις
κι απουσίες.


Η
Μπέλλου, ο Μούτσης κι ο Τριπολίτης με
φωνή, μουσική και στίχο για μάσκα τους,
διαθέτουν για πρωταγωνιστές τους την
αλήθεια του Φασμπίντερ. Ο Φασμπίντερ
διέθετε έναν αυτόχειρα εραστή -απόλυτο
και μοναδικό- κι έπλασε μια ταινία ύμνο
σε χιλιετίες αυτόχειρων εκδοχών των
πάσης φύσεων εαυτών, ερώτων και σχέσεων.
Ενώ, διεκδικώντας και κερδίζοντας την
απρόσωπη αλήθεια της αναζήτησης της
αγάπης σε σώματα και χρώματα διάφορα
του εαυτού μας, το «Δε λες κουβέντα»,
ενσαρκώνει την αλήθεια της Ελβίρα και
της κάθε Ελβίρα που αρπάχτηκε από μαλλιά
κι από σώματα για να βρει αποκούμπι
–μόνο- στην απουσία.


Κι
αν τελικά, η απόλυτη αλήθεια στην εξίσωση
εαυτός, τέχνη κι αλήθεια κρύβεται στο
απλό και ευσύνοπτο «αν βάλεις τη ζωή
στο θέατρο κερδίζεις, αν βάλεις το θέατρο
στη ζωή έχασες», ο Φασμπίντερ αποποιείται
κάθε είδους νόρμες και φόρμες για να
θέσει την απόλυτη αλήθεια του ως σφάγειο
στο βωμό της τέχνης. Ενώ, δυο χρόνια
αργότερα, φωνή, μουσική και στίχοι άλλων
πολιτισμών ποδοπάτησαν ελαφρά τα
χαράγματα του Φασμπίντερ για να αποδείξουν
περίτρανα πως τέχνη και ζωή εισβάλλουν
πάντοτε ορμητικά η μία στα χωράφια της
άλλης. Και πως –εν τέλει- όσα μας λερώνουν
είναι βαθιά κι απαράλλαχτα.