«Another Brick In The Wall»

7+1 αφορισμοί για την ποίηση

Μπορεί ατάκες καθημερινής τρέλας μεταξύ μαμάς και εφήβου να γίνουν ικανές συνθήκες για την ποίηση; Ικανές, όχι όμως, και αναγκαίες. Γιατί η ποίηση είναι μια πνοή ελευθερίας. Ο Λούντβιχ Βιτγκενστάϊν είχε πει ότι «τα όρια της γλώσσας είναι τα όρια του ανθρώπινου μυαλού. Όσα ξέρω είναι αυτά για τα οποία έχω λέξεις». Κινήματα όπως ο ντανταϊσμός έκαναν πολύ πιο προχωρημένα καλλιτεχνικά πειράματα με τις λέξεις. Η ποιητική γλώσσα διευρύνει τα όρια του κόσμου, δίνει ποιητική διάσταση στις φθαρμένες  λέξεις.

Πάλι φεύγεις; Για πού το ‘βαλες; Τελείωσες τα μαθήματά σου;



Ερωτήσεις που μένουν αναπάντητες. Η ποίηση δεν δίνει απαντήσεις, όχι γιατί δεν καταδέχεται αλλά γιατί τα γεγονότα γι’ αυτήν είναι μια ταινία χωρίς αρχή και τέλος, το ξακουστό ποτάμι του Ηράκλειτου. Κύριο μέλημά της είναι η αναζήτηση και η αισθητική αποτύπωση της γνώσης για τον εαυτό μας και τον κόσμο ολόκληρο. «Με ινδιάνικο βλέμμα/ ο ποιητής συνδέει την εξωτερική πραγματικότητα/ με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του/ δεν τραγουδά/ δεν επιδίδεται σε ζωγραφική τοπίων».

Δεν το ’κανα εγώ…   Ξέχασα…  Εμένα έτσι μ’ αρέσει… Sorry, δεν θα το ξανακάνω… Νόμιζα πως δεν ήταν κάτι…Ok, το ’πιασα… Άσε με τώρα…



Είναι η ποίηση άστατη; Αυτό θα εξηγούσε γιατί πολλές φορές νομίζουμε ότι λείπει όταν τη χρειαζόμαστε. Αλλά δεν υπάρχει στην ποίηση χρονομετρητής. Πηγάζει απ’ τη ζωή και εκβάλλει στον θάνατο. «Η έμπνευση», έγραφε ο Ζαν Ανούιγ, «είναι μια φάρσα που έχουν επινοήσει οι ποιητές για να φαίνονται σπουδαίοι».  Ή η έμπνευση κρύβει μέσα της κάτι μεταφυσικό, κάτι θεϊκό; Μήπως και ο Θεός δεν είναι ανθρώπινη έμπνευση; Ο άνθρωπος είναι ο πλάστης, ο ποιητής που αναδημιουργεί τον κόσμο και τους θεούς κατ’ εικόνα και ομοίωση.

Έφαγες; Πάρε μπουφάν μαζί σου, θα έχει κρύο.



-Όταν βάζω τα ακουστικά μου κατάλαβε ότι πρέπει να σταματήσεις να μιλάς, μάνα, όχι να αρχίζεις… Με έπρηξες!

Ποίηση σημαίνει οικονομία, αφαίρεση, απέκδυση των εμμονών και απομάκρυνση από το ρομαντικό βεληνεκές του ρόδου και του κρίνου. Πολλές φορές στο εργαστήρι του ο ποιητής σιωπηλά καθαρίζει από τις ξένες προσμίξεις τις λέξεις και τις σφυρηλατεί, ώστε να ιριδίζουν στο φως με μια καινούργια λάμψη και να πυροδοτούν μια νέα σύναψη στον εγκεφαλικό φλοιό. Είναι δύσκολο. Αλλά «Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι/ έτσι αργούν κι οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο./ …Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι» ( Άρης Αλεξάνδρου).

-Τι ωραία που έχεις διακοσμήσει το δωμάτιό σου; Μπλούζα πάνω στο γραφείο; Πολύ έξυπνη ιδέα και πολύ λειτουργική!

-Δεν καταλαβαίνεις… Το δωμάτιο μου δεν είναι ακατάστατο, απλώς έχω τα πάντα σε κοινή θέα όπως είναι στα μουσεία. 



Η ποίηση δεν κάνει υποθέσεις, δεν βγάζει συμπεράσματα, δεν κρίνει. Είναι διέξοδος για τον στριμωγμένο νου. Όμως «ο νους μάλλον ποτέ δεν αντιλαμβάνεται κάτι με απόλυτη αδιαφορία, δηλαδή χωρίς συγκίνηση. Όλα συνδέονται με τα συναισθήματα», παρατηρούσε ο νομπελίστας νευροφυσιολόγος Τσαρλς Σέρινγκτον. Και η ποίηση, ο δεξιοτέχνης της συγκινησιακής χρήσης της γλώσσας, μπορεί να τον ξυπνά από τον λήθαργο της καθημερινότητας.

Μην τυχόν σε πιάσω να λες ψέματα.



Η αληθινή ποίηση δεν μπορεί να ψεύδεται. Τα συναισθήματα αποτυπώνονται στη λευκή σελίδα και γίνονται ιδέες. Είναι απαλλαγμένη από πλάνες και προκαταλήψεις. Είναι ο τρόπος με τον οποίο ο ποιητής, κινούμενος στη δική του προσωπική τροχιά, αιχμαλωτίζει τις στιγμές και παρεμβαίνει στον απρόσωπο, συλλογικό χρόνο.

WTF (what the fuck)! αυτό το video τα σπάει. Σκάλωσα… 



Η ποίηση διακονεί τη φαντασιακή δυναμικότητα και την αισθητική δεκτικότητα. Στη σοφίτα του μοναχικού γραφιά ήρθε να προστεθεί το high-tech ψηφιακό εντευκτήριο, και πιστοί στον Ρεμπώ που από τον 19ο αιώνα το διακήρυξε, «πρέπει να γίνουμε και να μείνουμε όλοι επίμονα μοντέρνοι». Η ποίηση αφομοιώνει τις σύγχρονες τάσεις με τη δροσιά και την αυθεντικότητα ενός αιώνιου παιδιού. Προσφέρει ερεθίσματα για σκέψη και παραγωγή ιδεών, και όχι μόνο στο πεδίο της λογοτεχνίας. Απευθύνεται σε  ένα κόσμο ανθρώπων, με όνειρα και κοινωνική ευαισθησία, που συγκινείται ακόμη από τη μουσικότητα των λέξεων.



Για άσχετη με περνάς; Εκεί που είσαι ήμουνα και εκεί που είμαι, θα ’ρθεις.



Η σχέση ποιητή και αναγνώστη είναι μια μυσταγωγία αίσθησης και νόησης. Ο ποιητής δεν κάνει τον έξυπνο, ούτε εξηγεί τα πάντα. Κάνει τον  αναγνώστη συνένοχο και συναυτουργό. Άλλωστε, είναι αρκετό που η ποίηση ταλαιπωρείται από το αδιέξοδό της, το οποίο, όμως, μπορεί να αποτελεί και καταλυτική προϋπόθεση της ανανέωσής της. Στο ερώτημα αν υπάρχει λόγος να γραφτεί έστω κι ένα ακόμη ποίημα, η μόνη αποδεκτή απάντηση είναι ότι στις συνθήκες πρωτοφανούς κοινωνικής κρίσης που ζούμε, η σιωπή δεν είναι επιλογή. Είναι ζητούμενο η ποίηση να ξανασυστηθεί άμεσα και ουσιαστικά με την κοινωνία.

Ok. Και τι μας χρειάζεται, ρε μάνα, η ποίησή σου και τα βιβλία σου; Μπορούμε να επιβιώσουμε και χωρίς αυτήν. 



Ωστόσο, το ποιητικό βλέμμα πάντα θα ανακαινίζει τις σκουριασμένες αισθήσεις, ώστε να αντικρίζει την αθέατη όψη των πραγμάτων. Η ποίηση θα εξημερώνει τα δόντια του Καιρού και θα μας παρηγορεί «εν Φαντασία και Λόγω» με τα φάρμακα της Τέχνης της. Κι είναι γι’ αυτό που τόσους αιώνες η προσωπική περιπέτεια του ποιητή, ταυτίζεται με την αναζήτηση της ομορφιάς και της ζωής. Σαν κάποιον που μελετά τα αστέρια μέσα στην ερημιά.

*

H Μαρία Λάτσαρη γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Βιολογία στο ΑΠΘ και έχει διδακτορικό στις Νευροεπιστήμες. Συμμετείχε στη μετάφραση των βιβλίων «Φαντάσματα στον εγκέφαλο» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2004) και «Όραση και τέχνη» (Εκδ. Παρισιάνου, 2010). Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Εν δυνάμει πραγματικότητα» (Eκδ. Μανδραγόρας, 2016). Ποιήματα και κριτικά κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.