Μάρερμα:
ανάμεσα σε «ευ» και «δυς».

εκδ. πηγή

Δείγμα
γραφής. Ποίημα: «Ισοπέδωσε»

Ισοπέδωσε
τον ουρανό

να
γίνει ένα με τα πέλματα

για
να πλέουνε τ’ αστέρια

σε
πελάγη παραπατήματος

Ισοπέδωσε
τα χείλη

για
ν’ αποκτήσει το φιλί

την
αιωνιότητα του παρθένου

και
την αγνότητα του πρώτου

Ισοπέδωσε
τον μαστό του ηφαιστείου

να
μη χαθεί το γάλα της γης

στην
έκρηξη της λίμπιντο

και
τη μητρότητα της πέτρας

Ισοπέδωσε
τον έρωτα

να
γίνει ένα με το χώμα

για
να μείνει ο πόνος ξεχασμένος

κάτω
από τις πέτρες.

Τουλάχιστον
τα μισά από τα θέματα με τα οποία
καταπιάνεται η συλλογή, είναι στο ποίημα
αυτό. Ουρανός, αστέρια, χείλη-φιλί-έρωτας-λίμπιντο,
γη-πέτρα, πόνος.

Αν
προσθέσουμε: κορμί, μνήμη, χρόνο, χρώμα
μπλε, φως, θάνατο, ζωή, μπορούμε να
ισχυριστούμε πως αυτά είναι τα βασικά
θέματα που απασχολούν την υπόψη πρώτη
συλλογή της Ξανθίππης Ζαχοπούλου. Σε
αυτήν περιλαμβάνονται τυπωμένα 34
ποιήματα στις μονές σελίδες, έχοντας
αντικριστά στις ζυγές, σχέδια-ζωγραφιές
του Ιωάννη Μητράκα, έργο του οποίου
κοσμεί και το εξώφυλλο του βιβλίου.
Εκεί, μας καλωσορίζει μια ΚΟΡΗ με Δίσκο
Προσφοράς στα χέρια, ενταγμένη σε χωρικό
σύστημα αναφοράς που αποτελείται από
Θάλασσα, Ανέμους, Γη, Στάχυα, Ιχθύες και
ένα Πλεούμενο, χρωματισμένα με
Γαλάζιο-Μπλε-Κίτρινο-Κόκκινο. Ένα
εξώφυλλο άκρως καλοκαιρινό, όπως
υποδηλώνουν τα χρώματα της θάλασσας
και του ουρανού, τα έντονα χρώματα στα
ψάρια αλλά και τα στάχυα που είναι
κίτρινα, άρα είναι προχωρημένος Ιούνιος,
τουλάχιστον. Σημειώνω ιδιαίτερα την
(καθόλου τυχαία) παρουσία ιχθύων, του
παγανιστικού αυτού συμβόλου με τα δυο
τεμνόμενα τόξα, που στη συνέχεια έγινε
σύμβολο του χριστιανισμού. Το εξώφυλλο
άκρως συμβολικό, καθαρά ελληνικό.

ΜΑΡΕΡΜΑ.
Τι να σημαίνει άραγε; Στο ομότιτλο ποίημα
που ανοίγει την συλλογή, εμπεριέχονται
οι λέξεις-φράσεις κλειδιά:

φυλαχτό
/ χ
άδι
/
αρμύρα
/ γ
εύση
κο
ρμιού
/ γ
ραμμή
πρωινού / χ
ρυσό
δαχτυλίδι.

Μήπως
η Ξανθίππη Ζαχοπούλου, πήρε τα
υπογραμμισμένα γράμματα και έφτιαξε
τη λέξη;

Συνέθεσε
τη λέξη άραγε από τη θάλασσα (
mare)
και την αρμύρα; Ή έπαιξε με το ίδιο το
mare
θέλοντας να το κάνει να διαβάζεται
καταρχήν το ίδιο και δεξιόστροφα και
αριστερόστροφα, με το
e
να αποτελεί σημείο διέλευσης του άξονα
συμμετρίας της λέξης:
mar
e
ram,
mareram
αλλά προτίμησε τελικά να ακολουθήσει
πιο στιβαρό δρόμο αλλάζοντας την σειρά
στα 3 τελευταία γράμματα σε
rma,
κάνοντάς το τελικά
mar
e
rma;
Ή το συνέθεσε από τη θάλασσα και το
«άρμα»; Άρμα του ήλιου, άρμα της Μοίρας,
της Ζωής ή της Ποίησης; Ή από τη θάλασσα
(
mare)
και το έρμα; Έρμα ποιο; Αυτό που κουβαλάει
το πλοίο για να έχει ευστάθεια ή αυτό
που σημαίνει το ηθικό σύστημα, τις αξίες
και τα κριτήρια, ώστε να παραμένει
κάποιος ακέραιος; Άρα, μήπως συνδύασε
τη θάλασσα και συγκεκριμένα την πλεύση
στη θάλασσα της ζωής, την φιλοξενία στην
παγκόσμια μήτρα, με το σύστημα αξιών
του κάθε ανθρώπου ως πυξίδα, που ταυτόχρονα
αποτελεί και πολύτιμο φορτίο ευστάθειας
(έρμα) της προσωπικότητάς του;

Σημασία
έχει μετά την ανάγνωση της συλλογής, τι
εκδοχή θα δώσει ο κάθε αναγνώστης
ξεχωριστά. Ποίησης ιδιότητα: όσοι
αναγνώστες, τόσοι δρόμοι, τόσα ταξίδια.

Η
ίδια, κάτω από μια υπέροχη προμετωπίδα
του Διονυσίου Σολωμού, προσπαθεί να
δώσει το στίγμα, χωρίς όμως να μας φωτίζει
επαρκώς (σκόπιμα βεβαίως).

Λέει,
Μάρερμα
ως
:

η
τέλεια ομορφιά, … ο τρόπος της μη λήθης,
… ο τρόπος του φωτός.

Μια
λέξη γέννημα θρέμμα δικό της. Λέξη με
δική της υπόσταση και αξία, ελεύθερη σε
ερμηνείες, αξιολογήσεις, προσλήψεις.

Πώς
έφτασε ως εδώ; Το ομολογεί με λυρικότητα
σε άλλο ποίημα, αργότερα η ίδια:

Το
κύμα της Ποίησης

μ’
έριξε στην Εδέμ

και
χαίρω μήλων και νερών.

Τα
νερά, ποτίζουν τις σελίδες και τις
κρατάνε νωπές:

  • η
    θάλασσα από κρύσταλλα ουρανού

  • η
    ήρεμη θάλασσα νικά τον χρόνο

  • μέσα
    στα νερά συμφιλιώθηκα με τον ουρανό.

Τι
υπονοείται όμως με τα «μήλα»; Σε μια
έντιμη προσέγγιση, δεν δίνονται
μονοσήμαντες απαντήσεις, διότι αυτές
είναι προσωπικές επιλογές του γράφοντος.
Αλίμονο αν ο προσεγγίζων προβάλλει τον
εαυτό του ή μόνο τις ερμηνείες του. Δίνει
την δική του χροιά ανάγνωσης, αλλά
παράλληλα προσπαθεί να δείξει δρόμους,
μονοπάτια, ρυάκια, ποτάμια. Μπορεί κάποτε
να δώσει μπαστούνια για τη στεριά ή και
μονόξυλα για τα νερά, για να επιλέξει ο
αναγνώστης αν, πού και πώς θα ταξιδέψει.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, για τα
«μήλα», αν κάποιος μελετήσει προσεκτικά
το βιβλίο, θα ανακαλύψει την άποψη της
ποιήτριας, αν και αυτή πάλι (ευτυχώς)
δεν είναι απόλυτα σαφής. Αυτό άλλωστε
είναι μέρος της ομορφιάς της ποίησης:

Το
μισό του μήλου

είναι
η αμαρτία

που
διυλίζει τα υπομονετικά κουκούτσια

Από
κει και πέρα η Αύξηση

ενώ
πολύ πριν, έχει ήδη η ίδια αναφερθεί
πάλι στο μήλο, ως σύμβολο προπατορικό:

Από
τα χείλη σου στάζει παράδεισος

και
το μήλο αφάγωτο

διαλέγει
στόμα αγνό

για
να τελειώσει στην ουρά του όφι.

Η
αμαρτία; Πώς την αντιλαμβάνεται;

Και
το φρούτο της αμαρτίας

έχει
άγουρη γεύση.

Από
την Εύα και τον Αδάμ ως σήμερα, συνδετική
ουσία είναι ο χρόνος. Το έχει αντιληφθεί:

Ώρα
την ώρα χάνουμε χρόνια

Φιλί
φιλί γινόμαστε παλιοί.

Οι
ζωές μας, δοκιμάζονται στον χρόνο και
στην πέτρα. Διερωτάται:

αν
η ζωή μας

αντέχει
στην ολισθηρότητα της πέτρας

αν
η ζωή μας

μετριάζεται
στη δύναμη της πέτρας.

Τι
σόι πέτρες είναι αυτές; Λέει:

Μέσα
στις πέτρες που ριγούν κρύβεται η φωνή
μας.

Στην
ζωή του ανθρώπου εδώ, κυριαρχεί η αγωνία
της συμφιλίωσης κορμιού και ψυχής, όπως
έξοχα περιγράφεται στο ποίημα με τίτλο
«Χάλκινη μέρα»

πού
είναι ο ήλιος

να
δω το κορμί;

Ψυχή
μου που έφυγες

πού
είναι ένα σώμα

να
νιώσω το θαύμα;

Το
σώμα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς
μνήμη, άρα έχουμε γάμο Μνήμης-Σώματος:

Η
γεωγραφία του σώματος

ταξιδεύει
στις μνήμες

ενώ
επισημαίνεται η αξία της στιγμής, ως
χρονικής υποδιαίρεσης, σε μια σχέση

Στιγμής-Ζωής:

Όσο
αντέξει η στιγμή στον χρόνο

τόσο
πιο πολύ ζωή αντέχουμε.

Η
ψυχή τότε, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες
και τολμά:

Ανεβαίνω
τη βροχή

για
να φτάσω τον ουρανό.

Όταν
γίνουν τα πρώτα βήματα συμφιλίωσης,
έρχεται μια βαθύτερη θεώρηση για την
ίδια τη ζωή:

Σκαλίζω
τον κόσμο να γίνει δυο στήθη

ν’
ακουμπήσω μια νύχτα τα χείλη

Δωσ’
μου ζωή.

Επακόλουθο,
η έλευση -αν είσαι τυχερός (-ή)- του
μεγάλου, μοναδικού, σαρωτικού Έρωτα.
Αντλώ ελεύθερα από την ποιητική της
δεξαμενή, από 5 διαφορετικά σημεία:

Ζεστό
κορμί

Άμμος
στην έρημο

Κλεψύδρα
έρωτα

/

Αυτό
το ποτάμι χρειάζεται Έρωτα

για
ν’ αγκαλιάσει τη θάλασσα.

/

Σε
περιμένω να έρθεις

να
ντυθώ με φως

στη
χρυσή μέρα της καρδιάς σου.

/

Ο
έρωτας

Φλέβες
σχηματισμένες στις ρίζες της γης

/

Ζωή
με σένα

Σε
απριλιάτικα πέταλα να χαράξει.

Οι
πεποιθήσεις βέβαια καραδοκούν, η
εσωτερική πάλη είναι αέναη, η δισυποστασία
της «ύπαρξης» που εκδηλώνεται φανερά
κάποιες φορές, ομολογείται ευθαρσώς
στο ποίημα «Ακαριαία»:

Δυο
χορδές η ζωή μου

επάνω
τους ακροβατώ.

Ο
φόβος της μοναξιάς, καλά ριζωμένος,
ανεξάλειπτος, υποβόσκει:

Η
άλλη όψη του έψιλον είναι τρία

Η
άλλη όψη της σιωπής είναι μοναξιά

προστιθέμενου
και του φόβου του γήρατος:

Η
άλλη όψη του καθρέφτη

είναι
πάλι καθρέφτης

δείχνοντας
το είδωλο γυμνό

από
τη συνουσία του γήρατος.

Ένα
ακόμη συγκεντρωτικό ποίημα, που
καταπιάνεται με το φως – ήλιο, τη μοίρα,
τον έρωτα, τον θάνατο και την αθανασία,
είναι αυτό με τίτλο «
La
forza
della
luce»
(«Η δύναμη του φωτός» σε μετάφραση δική
μου).

Τα
σύμβολα αφθονούν. Τα άστρα:

  • Τα
    άστρα ξεχειλώνουν το φως τους

  • Η
    μακρινή γιορτή των αστεριών

  • Τα
    άστρα κομματιάζουν το φως τους.

Το
φεγγάρι κυρίαρχο και μόνο του:

  • Το
    μισό του φεγγαριού

  • Φεγγάρια
    άλογα

  • Ζεστό
    φεγγάρι

και
σε συνάρτηση με τον χρόνο:

Φεγγάρια
σήμαντρα

σημάντε
την έναρξη

της
άμυνας των στιγμών μας

στον
ισοβίτη χρόνο

αλλά
και με το νερό:

Οι
λίμνες από νερό του φεγγαριού.

Τα
μάρμαρα, οι πέτρες, επίσης σύμβολα
ποιητικά. Η βροχή (και το νερό); Το ίδιο:

Ασήμωσες
τα μάτια με βροχή

κάθε
ψιχάλα Παναγιά

κάθε
σταγόνα θαύμα.

Όσο
για τον Ουρανό; Άμεσα είτε έμμεσα, υπάρχει
σχεδόν σε κάθε σελίδα. Δεν χρειάζεται
η δική μου συνδρομή.

Φως
και σκιές, χρόνος και στιγμές, δυο δίπολα.
Ιδού:

το
φως που πολεμάει τις σκιές μας

ο
χρόνος που αντέχει τις στιγμές μας.

Τα
σύμβολα «άνεμος», «πέτρες», «δέντρα»,
«χώμα», χορεύουν όλα μαζί έναν τσάμικο
αργό:

Ο
άνεμος ανάσα των βουνών

οι
πέτρες ασπίδα της γης

τα
δέντρα το σημάδι της ζωής

το
χώμα η αγκαλιά της βροχής.

Πώς
το προσέλαβα εγώ την ώρα που το διάβαζα;
Ιδού μια υποκειμενική ανάγνωση (πριν
αναγνωστεί η δικιά μου, καλό θα είναι
καθένας να κάνει την δική του):

«Το
όνειρο ανάσα του συμπαγούς

οι
ελπίδες και η πίστη, της Ύπαρξης ασπίδα

οι
πράξεις, αποτύπωμα της ζωής

το
σώμα; η αγκαλιά της ψυχής».

Κάποια
άλλη στιγμή, σε μια μελλοντική ανάγνωση,
τίποτε δεν με εμποδίζει να το προσλάβω
αλλιώς. Η Ποίηση, έχει και αυτή τη μαγική
ιδιότητα.

Συνεχίζουμε.
Ο θάνατος, γίνεται τραγούδι στο ποίημα
«Τραγούδι περιπλανώμενο»:

Λοξοδρομώντας
ο θάνατος

ξεκίνησε
από τη ζωή

Παραπατώντας
άπλωσε

το
χέρι στην τύχη

Και
τώρα ισορροπεί

ανάμεσα
σε ευ και δυς

μέχρι
να κυλήσει στο άγνωστο

ενώ
το παιχνίδι με το «ευ» και το «δυς»,
συνεχίζεται και σε άλλο ποίημα παρακάτω

Στίλβη
των δυς

Νίκη
των ευ.

Ευ-πρώτο
συνθετικό για να δηλώσει το καλό σε
αντιδιαστολή με το δυς=δυσ- πρώτο
συνθετικό για να δηλώσει το κακό, το
άσχημο, τη δυσκολία. Θέλει να μας
παραπέμψει στην ύπαρξη του καλού και
του κακού, στην Αρετή και στην Κακία, αν
θυμηθούμε τον μυθικό ήρωα Ηρακλή; Ή τα
δυο τους, συνθέτουν μια διπολική διαταραχή
που ισορροπεί με την έμμεση υπόμνηση
της «ευδίας», του αίθριου καιρού;

Για
να αλλάξουμε κλίμα, ας πάμε από τον
θάνατο στη ζωή, στην κούνια ενός μωρού.
Πώς «μου ήρθε»; Κάποιοι στίχοι, μου
θύμισαν εντονότατα νανουρίσματα. Της
μάνας, της γιαγιάς. Ηπειρώτικης προέλευσης
και χρώματος. Ας δούμε:

  • Κοιμήσου
    και την ανάσα σου

δε
θα την ασπρίσει το χιόνι

  • Κοιμήσου
    και τη σιωπή σου

δε
θα τη σχίσουν αστραπές

  • Κοιμήσου
    και τη στιγμή σου

θα
την περάσουν μουσικές

  • Κοιμήσου
    και τη ζωή σου

θα
τη ζήσουνε στιγμές

  • Δεν
    έχει πόνο η αγάπη

μόνο
μια βάρκα με πανάκι.

Σε
ώρα που δεν το περιμένεις, έρχεσαι
αντιμέτωπος με ένα πεζόμορφο ποίημα
(ποιητικό πεζό άραγε;) με τίτλο
«Αυτοβιογραφικό». Ξεχωρίζω τα τέσσερα
σημεία του ορίζοντά του:

  • Αυτό
    που έχεις μέσα σου κάποτε

    ξυπνάει (για εμένα Ανατολή). Το ξύπνημα
    της Αλήθειας (Α+λήθη): Ελευθερία, Έρωτας,
    Ποίηση, άλλο;

  • Όσο
    περισσότερο θελήσεις ελευθερία τόσο
    θα σου κόψουν τα

    φτερά (Δύση σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία
    μου). Τα εμπόδια και οι τρικλοποδιές
    από τους άλλους, πανταχού παρόντα.

  • Θέλεις
    να ξεχάσεις τις πέτρες που σου σπάσανε
    τα τζάμια, τις πέτρες που σου σπάσανε
    το σώμα. Μ’ αυτές χτίστηκε η ζωή σου

    (Βορράς, κατά τη δική μου πρόσληψη). Οι
    πληγές και οι εμπειρίες, αλλά και η
    αποδοχή τους ως κομμάτι του Είναι. Σε
    άλλο ποίημα λέει ενδυναμώνοντας την
    εδώ άποψή της:
    Να
    ημερέψεις τους δείκτες σου / με τη σοφία
    της περασμένης σου ζωής.

  • Ίσως
    με ξυπνήσει κάποιο πάτημα ελαφιού. Ίσως
    μια δική σου καλημέρα

    (Νότος, στην δική μου οπτική). Η προσδοκία.
    Μεγάλη υπόθεση. Της επιστροφής στη
    Φύση, του Έρωτα, και των δυο; Άλλη; Σαφώς
    επιθυμεί η αυτοβιογραφούμενη το «μαζί»,
    αφού παραπονιέται:
    Ως
    πότε θα ονειρεύομαι σε άδεια μαξιλάρια
    ;

Εν
κατακλείδι, πρόκειται για μια ποίηση
με ιδιαίτερο λόγο.

Τι
εντύπωση μου άφησε με μια πρόταση; Ενός
ταξιδιού μέσα στη χαοτική θάλασσα της
ζωής, προς το πρώτο λιμάνι της αυτογνωσίας,
με ιστιοφόρο το σκαρί της ποίησης,
επιβάτες διαλεχτές λέξεις-σύμβολα,
πανιά τις επιθυμίες και αστρολάβο τη
σωρευμένη εμπειρία, σοφία και γνώση,
από προηγούμενες παράκτιες πλεύσεις.

Ως
πρώτη απόπειρα, κατά τη γνώμη μου (ως
αναγνώστης ομιλώ), κρίνεται επιτυχής
και επαρκής. Η συνολική της εικόνα, έχει
τη δυναμική να καλύπτει τις όποιες
επιμέρους αδυναμίες. Έχει ακόμη και
εκείνες τις προδιαγραφές, ώστε να
σχηματίζεται ισχυρή η εντύπωση της
πολλά υποσχόμενης ποιήτριας, πράγμα
που διαισθάνθηκα από την πρώτη ανάγνωση
και εύχομαι ολόψυχα.

Άφησα
για το τέλος δυο διαπιστώσεις δικές
της. Η μια, μπορεί άνετα να γίνει και
ταφικό επίγραμμα:

Ο
ουρανός πληρώνεται με ζωή.

Η
άλλη, λυρική, μπορεί να γίνει πόστερ,
αφίσα, μότο:

Ένωσε
μες στο κορμί σου όλα της γης τα μπλε

περίγραμμα
αξεθώριαστο στη μνήμη του καιρού

για
να γίνουνε κοράλλια τα αστέρια του
ουρανού.

Ευχόμενος
από καρδιάς να είναι καλοτάξιδο αλλά
και πολυτάξιδο το βιβλίο, κλείνω την
ανάγνωσή μου, αφήνοντας να πλανάται
στον αέρα ένα ερώτημα από ένα τετράστιχο
του ποιήματος «Με τη δύναμη της πέτρας»:

Τι
είναι αυτό που μέρα νύχτα πάλλεται

σε
ήχους άνεμους δίχως βαρύτητα

νύχτα
διαστέλλεται

και
δε χαρίζεται στον ουρανό;

(*)
ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ