«Μόνη μου
ευχή είναι να δω

ΤοΜακρινόΆρντενξανά»

“My
only wish is to see

Far
Arden again”

Jim
Morrison

ΤΟ ΜΑΚΡΙΝΟ ΑΡΝΤΕΝ,
FAR ARDEN

Εκείνη τη χρονιά

Είχαμε μια έντονη
επίσκεψη

ενέργειας

ΣΗΜΑΤΑ

Όσο το σκοτάδι της
νύχτας του ασυρμάτου κρατούσε

και είχε τον έλεγχο,
και κλυδωνιζόμασταν στον ιστό του

παραλυμένοι από ρεύμα
στατικό, και θωπευμένοι από φόβο

σερνόμασταν για πολύ
καιρό απ΄ τον πάτο

από έναν ύπνο βαθύ, και
αφυπνιστήκαμε

στο λυκόφως από ανήσυχους
φύλακες-κηπουρούς

και οδηγηθήκαμε με τη
βία μέσα απ’ τη μουσκεμένη

ζούγκλα στη σαύρα
κορυφή, που βλέπει από ψηλά

Τη θάλασσα…

*

Μια απέραντη λαμπερή
ακτή και ένα δροσερό

κόσμημα φεγγάρι. Ζευγάρια
γυμνά

κατεβαίνουν την ήσυχη
πλευρά του με τρεχαλητά και

εμείς γελάμε σαν τρυφερά
τρελά παιδιά,

μακάριοι μέσα στη
ζεστασιά του βαμβακερού μυαλού

ενός βρέφους.

Μουσική και φωνές γύρω
μας παντού.

Επίλεξε, Ψιθυρίζουν

Οι αρχαίοι εκείνοι,

Η ώρα έφτασε και πάλι

Επίλεξε τώρα, Ψιθυρίζουν

Κάτω απ΄ τη σελήνη

Πλάι σε μια αρχαία λίμνη

Είσελθε πάλι μέσα στο
γλυκό δάσος

Είσελθε μέσα στο καυτό
όνειρο, έλα μαζί μας.

Τα πάντα είναι σπασμένα

και χορεύουν

(Επί του
Όρους Μουσική

Βιολιά)

**

Πάγωμα του χρόνου σε
μια λίμνη

Ένα Μαχαίρι έχει κλαπεί

Ο θάνατος του φιδιού

Αναγνωρίζω την ανέφικτη
θάλασσα

όταν τα σκυλιά γαβγίζουν

Είμαι ένα του θανάτου
πουλί

ένα Πονηρό νυχτοπούλι

***

Γιατί το μυαλό μου
γυρίζει όλο γύρω από εσένα

Γιατί οι πλανήτες
αναρωτιούνται πώς

Θα ήταν να είσαι εσύ

Όλες οι όμορφες τρελές
υποσχέσεις σου ήταν λόγια

Πουλιά, ατέρμονα σε
πτήση

Ο σκύλος σου είναι ακόμα
χαμένος στα παγωμένα δάση

αν όχι θα έτρεχε πίσω
σε εσένα

Μα πώς να τρέξει σε
εσένα

Με πνευμόνια άρρωστα
που στάζουν αίμα στο χιόνι

Ακόμα οσμίζεται πύλες
και αναζητά

Σε ξένους τη μυρωδιά
σου

την οποία θυμάται πολύ
καλά

Υπάρχει μια σελήνη στο
παράθυρό σου;

Είναι η τρέλα που γελά;

Μπορείς ακόμα να τρέξεις
κάτω στην ακτή

σε κρεβάτι στρωμένο με
πέτρες δίχως αυτόν;

Χειμερινή
Φωτογράφιση

η αγάπη
μας κινδυνεύει

Χειμερινή
Φωτογράφιση

η αγάπη μας
κινδυνεύει

Όλη νύχτα ξαγρυπνώ,
μιλάω καπνίζω

Μετρώ τους νεκρούς
και το ξημέρωμα περιμένω

(Θα ‘ρθουν ξανά
ονόματα και πρόσωπα ζεστά

Τελειώνει το ασημένιο δάσος ποτέ;)

****

Ήταν μόνο ένας άνδρας
και

η αφοσίωσή του έφτανε
μέχρι τον ύστατο

βαθμό. Καημένε που
παριστάνεις τον στρατιώτη,

γύρισε σπίτι. Η σκοτεινή
στο Λος Άντζελες

βραδιά θολώνει με
υγρασία την Εκκλησία

που πηγαίναμε και μου
λείπει

το αγόρι μου. Τι ανοησία
το χακί –

Τι είναι κι αυτό με το
χρώμα το χακί; Όταν

βλέπω τηλεόραση και
κοιτάζω

τα ελικόπτερα να
περιφέρουν την

βίαιη και υποβλητική
τους παρουσία

πάνω απ’ τα πεδία και
τους κωμικούς τοίχους

μπορώ μόνο να χαμογελώ
και να φτιάχνω φαγητό

κι ο νους μου πάει σε
εκείνο το παιδί που

μια μέρα δικό του θα σε
κάνει.

Τελειώνοντας, αγαπούλα,
άσε

με να στο ξαναπώ: το
σπίτι σου είναι ακόμα

εδώ, απαραβίαστο και
σίγουρο

και χαμογελώ πλατιά
κάθε που στο

υπενθυμίζω. Κι αυτό
στο αφιερώνω στην

επέτειο της πρώτης μας

νύχτας μαζί. Το ξέρω
ότι με αγαπάς

που μιλώ έτσι. Ελπίζω

κανένας να μη δει το
μήνυμα αυτό

γραμμένο στη γαλήνη
της μοναξιάς

ένα μακρινό χαλαρό
απόγευμα καλοκαιριού

Με όλη μου την αγάπη

Ο Τζιμ Μόρισον
(Jim Morrison, πλήρες όνομα James Douglas Morrison)
γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου το 1943 στην
Μελβούρνη, Φλόριδα και πέθανε στις 3
Ιουλίου το 1971 στο Παρίσι, Γαλλία, 27
χρονών. Τραγουδιστής και μέλος του
αμερικάνικου συγκροτήματος «The
Doors» γράφει από μικρό
παιδί. Μέχρι το καλοκαίρι του 1971 είχε
γράψει πάνω από 1600 σελίδες με ποιήματα,
αφορισμούς, στίχους τραγουδιών,
συλλογισμούς, ιστορίες, ή σχέδια για
θεατρικά έργα, και σενάρια για ταινίες.
Συχνά έγραφε σε πρόχειρα τετράδια τα
ποιήματά του, σε πληθώρα παραλλαγών και
συνδυασμών σε διάφορες συλλογές, άλλα
με τίτλους και άλλα άτιτλα, και καμιά
φορά τύπωνε μια συλλογή σε λίγα αντίτυπα
που τα μοίραζε σε φίλους του.

Τύπωσε ο ίδιος
το 1969 δύο ολιγοσέλιδα βιβλία που τα
αφιέρωνε στην σύντροφό του Πάμελα Σούζαν
Κούρσον (Pamela Courson) με τίτλο «Οι Κύριοι /
Σημειώσεις για την Όραση» («The Lords / Notes
on Vision») και «Τα Νέα Πλάσματα» («The New
Creatures»).

Την επόμενη
χρονιά εκδόθηκαν σε έναν τόμο. Αυτά ήταν
τα μόνα ποιήματά του που εκδόθηκαν όσο
ζούσε, αφού τα «Μία Αμερικανική Προσευχή»
(«An American Prayer»), «Ερημιά» («Wilderness»), και
«Η Αμερικανική Νύχτα» («The American Night»)
εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Ο Μόρισον
έχει δύο φορές ηχογραφηθεί να απαγγέλλει
ποιήματά του, την μία φορά τον Μάρτιο
του 1969 στο Λος Άντζελες και την άλλη στα
27α γενέθλιά του, στις 8 Δεκεμβρίου 1970
(πρόκειται για τα «Lost Paris Tapes»). Αρκετά
από τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί
στα ελληνικά.

Μετά το θάνατό
του, τo 1989 συγκεντρώνονται
τα χαμένα χειρόγραφά του, αποτυπώνονται
πιστά και εκδίδονται σε έναν τόμο «The
Lost Writings of
Jim Morrison,
Wilderness», Volume
1, Vintage Books,
Random House, New
York, December
1989. Το1991εκδίδεταικαιδεύτεροςτόμος«The American Night: The
Writings of Jim Morrison», Volume II (Vintage Books, 1990).ΚαιοιδυοτόμοιμετηνεπιμέλειατωνColumbus B. Courson, Pearl Marie Courson, Frank Lisciandro, Katherine
Lisciandro.

Ταπεριεχόμενατουπρώτουτόμου«Wilderness», 1989,είναι:Prologue:
Self-Interview/Poems 1966-1971/Ode to LA while thinking of Brian
Jones, Deceased/ Far Arden / Jamaica / Dry Water / The Village Tapes-
Poems Recorded December 7, 1970 / As I look Back / Afterword
(σύνολο212σελίδες)

Η συλλογή
–ενότητα με τίτλο «Far
Arden» καλύπτει 14 σελίδες.
Εδώ αποδίδονται στα ελληνικά η πρώτη,
δεύτερη, τέταρτη, έβδομη, και η τελευταία
(δέκατη τέταρτη) σελίδα της συλλογής
Far Arden (pages
135,136,138,141,148 από τον αμερικάνικο τόμο
όπως βρίσκεται σκαναρισμένος στο
διαδίκτυο).

Στο τέλος του
προλόγου του στη συλλογή «Wilderness»,
Πρόλογος : Συνέντευξη εις εαυτόν,
(Prologue: Self
Interview) ο Μόρισον
γράφει:

«Άκου, η πραγματική
ποίηση δε λέει κάτι, απλά γεννά τις
πιθανότητες. Ανοίγει όλες τις πόρτες.
Μπορείς να περάσεις από όποια σου
ταιριάζει.

… και γι’ αυτό
η ποίηση μού αρέσει τόσο πολύ – γιατί
είναι τόσο αιώνια. Όσο υπάρχουν άνθρωποι,
μπορούν να θυμούνται λέξεις και
συνδυασμούς λέξεων. Τίποτα άλλο δε θα
γλυτώσει από ένα ολοκαύτωμα παρά η
ποίηση και τα τραγούδια. Κανένας δεν
μπορεί να θυμάται ένα ολόκληρο μυθιστόρημα.
Κανένας δεν μπορεί να περιγράψει μια
ταινία, ένα γλυπτό, έναν πίνακα, όμως
όσο υπάρχουν ανθρώπινα όντα, τα τραγούδια
και η ποίηση θα συνεχίζουν.

Αν η ποίησή μου
στοχεύει να καταφέρει κάτι, είναι να
βγάλει τους ανθρώπους από τους
περιορισμένους τρόπους με τους οποίους
βλέπουν και αισθάνονται.

ΤζιμΜόρισον

ΛοςΆντζελες,
1969-71»

——————————————————————————————————————————

Prologue: Self
Interview

[…] Listen, real
poetry doesn’t say anything, it just ticks off the possibilities.
Opens all doors. You can walk through any one that suits you .

… and that’s why
poetry appeals to me so much – because it’s so eternal. As long as
there are people, they can remember words and combinations of words.
Nothing else can survive a holocaust but poetry and songs. No one can
remember an entire novel. No one can describe a film, a piece of
sculpture, a painting, but so long as there are human beings, songs
and poetry can continue.

If my poetry aims to
achieve anything, it’s to deliver people from the limited ways in
which they see and feel.

Jim Morrison

Los Angeles, 1969-71

———————————————————————————————————–

FAR ARDEN

In that year

We had an intense
visitation

of
energy

SIGNALS

When radio dark
night existed

& assumed
control, & we rocked in its web

consumed by static,
& stroked w/fear

we were drawn down
long from

a deep sleep, &
awaken’d

at dayfall by
worried guardeners

& made to be led
thru dew wet

jungle to the swift
summit, o’er looking

The sea…

(page 135)

*

A vast radiant beach & a cool

jewelled moon. Couples naked

race down by its quiet side &

we laugh like soft mad children,

smug in the wooly cotton brains

of infancy.

The music & voices are all around us.

Choose, They croon

The ancient ones

The time has come again

Choose now, They croon

Beneath the moon

Beside an ancient lake

Enter again the sweet forest

Enter the hot dream, come w/us.

Everything is broken up

& dances

(Mt
Music

Violin)

(page 136)

**

Frozen moment by a lake

A Knife has been stolen

The death of the snake

I know the impossible sea

when the dogs bark

I am a death bird

Naughty night bird

(page 138)

* * *

Why does my mind circle around you

Why do planets wonder what it

Would be like to be you

All your soft wild promises were words

Birds, endlessly in flight

Your dog is still lost in the frozen woods

or he would run to you

How can he run to you

Lunging w/blooded sickness on the snow

He’s still sniffing gates & searching

Strangers for your smell

which he remembers very well

Is there a moon in your window

Is madness laughing

Can you still run down beach

rocks bed below w/out him?

Winter
Photography

our
love’s in jeopardy

Winter
Photography

our
love’s in jeopardy

Sit up all night, talking smoking

Count the dead & wait for morning

(Will warm names & faces come again

Does the silver forest end?)

(page 141)

****

He was only a man & his

dedication extended to the last

degree. Poor pretentious soldier,

come home. The dark Los Angeles

evening is steaming the Church

that we attended & I miss

my boy. Stupid in green –

What the color green? When

I watch the T.V. & I see

helicopters swirling their

brutal & bountiful sensation

over the fields & the comic walls

I can only smile & fix a meal

& think about the child who

will one day own you.

In conclusion, darling, let

me repeat: your home is still

here, inviolate & certain

and I open the wide smile of

my remembrance. This to you

on the anniversary of our first

night. I know you love me

to talk this way. I hope

no one sees this message

written in the calm lonely

far out languid summer afternoon

W/ my total love

(page 148)