ΒΙΤΡΙΝΑ

Μόνος, ξενυχτισμένος

Μπροστά στη βιτρίνα

να διαλέγει                  

——τα λουτρά αίματος,

Το αλλόκοτο——

Κάτι σαν peep box

Απ’ αυτά που ηδονίζεσαι κοιτώντας

γυμνές από μια τρύπα,

ενώ εκείνες, με τον λευκό μόλυβδο

και τον χυμό του μούρου

στα μάγουλα, αποδομούν

το εφήμερο

———με φόντο το κόκκινο του Άμστερνταμ

ΕΡΩΤΙΚΟ

Το δέρμα σου μπαμπάκι,

Κάψα ο καρπός του που σκάει

Κι ανοίγει στο φως,

Περιτρέχω το μήκος των ινών του,

Ψάχνω να βρω το τελείωμα της κλωστής σου

Να την τραβήξω και με αυτή να σφαχτώ,

Απαλά, με το βαμβάκι δε λένε;

Ύστερα με στόμα ξηρό

Να σηκωθώ και να φτιάξω από σένα

Χιλιάδες πράγματα, ζεστά ρούχα, κούκλες,

Χελιδόνια

LEGO

Αποσυναρμολογώντας

Τη λογική——

Ανοίγω το πίσω μέρος

Του εγκεφάλου,

Κάνω βίδες

Τις αναγωγές και τις συνάψεις

——-αλλά ακόμα δουλεύει,

Με τα ταπεινά μου ελατήρια

 ΧΡΩΜΟΦΑΝ

Κυκλοφορεί στον κόσμο,

Μεταλλάσσεται

—-δέντρο με καρδιά σκύλου,

Εγκέφαλο αλγεβρικό άνθος

Σε φαιά σήψη

Με στύση μεγαλύτερη ή ίση του επτά—-

Κάθε μέρα τα ίδια, καίει

τη γυναίκα, το παιδί του,

στάχτη τους βάζει σε κουτιά μεταλλικά

ή γυάλινα, του γλυκού

—–η ζωή του χρωμοφάν, μοντάρει

Το κενό