«Κάθε μεσάζων, υπάρχει ο κίνδυνος, να βλάψει περισσότερο το
ποίημα παρά να το βοηθήσει», θα γράψει πριν χρόνια ο Κώστας Μουρσελάς για την
ποίηση του προ μηνών εκλιπόντος Γιάννη Κοντού. Και συνεχίζει: «Κανονικά, κανένα
ποίημα δεν πρέπει να αφήνει περιθώρια ερμηνείας, γιατί, κάθε ερμηνευτής, καθώς
θα το αναλύει, θα είναι σαν να το μετατρέπει σε υλικά προς κατεδάφιση. Το
ποίημα, το «πιάνεις» ή δεν το «πιάνεις» με τις αισθήσεις σου -κυρίως- αλλιώς η μαγεία
του έχει χαθεί, έχει πετάξει».
Έχοντας κατά νου τα λόγια του Μουρσελά, επιχείρησα να
προσεγγίσω τη δεύτερη ποιητική συλλογή της Κύπριας Αθανασίας Γιασουμή από της
εκδόσεις Bookstars με τίτλό: Η λήκυθος των άστρων. Μία έκδοση-αφιέρωμα
στον πρόωρο χαμό αγαπημένου φίλου.
Σκοτεινό εξώφυλλο με ένα στόμιο ληκύθου σε κάτοψη. Ένα
ιδιόμορφο λεπτόσωμο αγγείο η λήκυθος, με μακρύ λαιμό και περίτεχνη λαβή, ειδικό
για χοές ελαίου – προσφορά σε ανύμφευτους νεκρούς. Μόνο που το αγγείο της
Γιασουμή αντί για λάδι περιέχει αστέρια ή αντίστροφα, σαν να ‘ναι ο θόλος του
ουρανού το εσωτερικό μίας βελανιδόμορφης ληκύθου που ‘χει εμάς ως περιεχόμενο.
Είχα γράψει και στο παρελθόν ότι η Αθανασία Γιασουμή μοιάζει
να γνωρίζει καλά τους κανόνες της ποιητικής κατάδυσης, φέρνοντας στο φως με
κάθε της ανάδυση ιδιαίτερες εικόνες. Μια νεαρή ποιήτρια με αξιόλογη εργασία
στην ελληνική, κατορθώνει να πορεύεται διακριτικά -όχι πάντα χωρίς πόνο- στο
μονοπάτι της δημιουργίας. Πιο ώριμη εκφραστικά και σίγουρα πιο διεισδυτική αυτή
τη φορά, μας παραδίδει μια καλοδουλεμένη συλλογή, χωρισμένη σε δύο ενότητες: η
πρώτη με 27 ελευθερόστιχα και έμμετρα ποιήματα και η δεύτερη με 22 ολιγόστιχα
σχεδιάσματα εν είδει αφορισμών που φέρει τον τίτλο “Μικρές Εκλάμψεις”.
Και επιθυμώντας την παράθεση κάποιον μεμονωμένων -πλην
ηχηρών- στίχων της συλλογής, παρά την όποια υποκειμενική ερμηνευτική μου
προσέγγιση, θα ξεκινούσα με τον τελευταίο στίχο-ερώτημα του “Γρίφου”: Πόσο
βαραίνει μια απώλεια / τελικά; Για να περάσω στον αποτροπαϊκό στίχο της απέναντι
σελίδας: σπάω δυο ρόδια για την κάθε μου τρομάρα.
Το σκληρό της γραφής εναλλάσσεται με ηπιότερες περιγραφές: Κυοφορούμε
πέτρες εμείς στα σπλάχνα μας και λίγο παρακάτω οι εικόνες από τον “Κατακλυσμό” σαν
όνειρο ή εφιάλτης. Ξεχωρίζουν και στίχοι όπως η προτροπή: προλαβαίνεις να
γίνεις παιδί ή το τετράστιχο: Γεμίσαμε αποθήκες συναισθημάτων / αδειάσαμε
παρορμήσεις στιγμών / όλα στο βωμό της πραγματικότητας / η πραγματικότητα όμως
να λείπει. Για να καταλήξει με ειλικρίνεια στον “Ιεροκήρυκα”: Δόξα τω θεώ να
λες / μας περισσεύουν οι απελπισμένοι.
Θα κρατήσω για το τέλος τα πιο δυνατά ίσως σημεία της
συλλογής. Καταρχάς, το τετράστιχο από το ποίημα “Ο τρόπος”: Γράφω για εκείνα
που δεν έγιναν / μήπως και γίνουν / Γράφω για εκείνα που δεν λέχθηκαν / μήπως
και ειπωθούν, αλλά και τους τελευταίους στίχους της “Βεβαιότητας”: Όταν οι
άλλοι έγραφαν ιστορία / για μελάνι είχαν / το αίμα σου. Άλλωστε, όπως
επισημαίνει σε ένα δίστιχο από τις “Μικρές Εκλάμψεις”: Ο κόσμος μας είναι ένα
παιδί / που το μεγάλωσαν δήθεν ενήλικες.
Γ.Σ.