ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
ΤΡΙΚΑΛΑ 1951-1969
Η ΠΟΛΗ ΟΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ
Τα Τρίκαλα του Ηλία Κεφάλα δεν έχει μόνο
αξία ως ελεγεία της χαμένης νιότης, αλλά γιατί είναι μια πραγματεία που
προσδιορίζει αυτή την πορεία του ποιητή, όπως ανακαλύπτεται σιγά σιγά μέσα στο
πέρασμα του χρόνου. Αν και με συναρπάζει η αφήγηση των παιδικών και εφηβικών
χρόνων του Κεφάλα, μέσα στο περιβάλλον των Τρικάλων που μεγάλωσε, αυτό που έχει
μεγαλύτερη σημασία είναι πως ο ποιητής επιστρέφει στο παρελθόν για να
εξερευνήσει τα γεγονότα που τον οδήγησαν ώστε να στραφεί στην ποίηση. Τα Τρίκαλα, είναι βιβλίο που ψάχνει τις
ρίζες του δημιουργού του. Με λιτό, απλό τρόπο, όχι όμως απλοϊκό, ο Κεφάλας μας
μεταφέρει στο χωριό Μέλιγος κοντά στα Τρίκαλα όπου γεννήθηκε, με την βοήθεια
μιας μαμής, σ΄ ένα φτωχικό σπίτι, χτισμένο με πλίνθους. Η οικογένειά του
ασχολείται με την κτηνοτροφία και την γεωργία,
και αυτό τον οδηγεί από μικρό παιδί να δεθεί με την φύση, πράγμα που θα
παίξει κεντρικό ρόλο στα κατοπινά του γραπτά. Θυμάται την χρυσόσκονη του
άχυρου, το αλώνισμα των φασολιών, τον νερόμυλο, το άλεσμα του αλευριού.
Λεπτομέρειες που συνέθεταν μια κοσμογονία ποιητική. Οι εμπειρίες που περιγράφει ο Κεφάλας από
εκείνα τα χρόνια, είναι απόλυτα συνδεδεμένα με το ποιητικό του βλέμμα, που αν
και δεν έχει ανακαλύψει συνειδητά, κυοφορεί μέσα του την διαφορετική ματιά και
συμπεριφορά. Επισκέπτεται με τον πατέρα του το μεγάλο παζάρι των Τρικάλων, και
ρουφάει στην κυριολεξία εικόνες, μυρωδιές, γεύσεις. Δεν θα ξεχάσει τα μικρά
κομμάτια χαλβά που τρώει στην επιστροφή, μια ούτως ή άλλως πολυτέλεια για την
φτωχή οικογένεια. Κάποια στιγμή, όταν πηγαίνει πια στο γυμνάσιο στα Τρίκαλα,
ανακαλύπτει τα βιβλία. Αυτό ας μην ακούγεται ως αναμενόμενο. Στο σπίτι του δεν
υπήρχαν βιβλία, μπορεί και σε όλο το χωριό, ενώ στα Τρίκαλα, οι συμμαθητές του,
το τελευταίο που θα τους απασχολούσε ήταν η ανάγνωση ενός βιβλίου. Ο Κεφάλας
όμως, διαφοροποιείται κι ας έχει αποτέλεσμα αυτή η κίνηση να μην είναι
δημοφιλής στους συνομηλίκους του. Τι οδηγεί ένα παιδί να στραφεί στο διάβασμα;
Αν όχι μια εσωτερική φωνή, τότε τι; Το πρώτο του βιβλίο τού το αγοράζει ο
πατέρας του κατόπιν της προτροπής του Κεφάλα. Αναφέρει ο ποιητής: “Πήγαμε μαζί στους πάγκους και για
ανεξήγητους λόγους τα χέρια μου έπιασαν το ασπρογάλαζο τόμο με τίτλο Άπαντα
Κώστα Κρυστάλλη. Ο Κρυστάλλης μου ήταν άγνωστος. Ωστόσο ένας και μόνο στίχος,
που διάβασα, ανοίγοντας κλεφτά το βιβλίο, ήταν αρκετός για να με εγκολπωθεί
σθεναρά η ποίηση“. Αυτό ήταν. Ο σπόρος είχε φυτευτεί σε γόνιμο έδαφος.
Αργότερα ανακαλύπτει τα βιβλιοπωλεία, αλλά επειδή δεν έχει χρήματα, στέκεται
στις βιτρίνες και διαβάζει τίτλους, μέχρι που ένας βιβλιοπώλης, ο Μαυρομάτης,
τον υποκινεί να μπει και να ψάξει στα ράφια του βιβλιοπωλείου. Του προτείνει να
διαβάσει Σολωμό, και παρ΄ όλο που δεν έχει να τον πληρώσει όλα τα λεφτά που
στοίχιζε το βιβλίο, τον αφήνει να το πάρει. Μετά από αυτό ο Κεφάλας προτιμά να
μην τρώει για να κάνει οικονομίες, έτσι ώστε να αγοράζει βιβλία. Παρ΄ όλα αυτά
η πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα ξεκίνησε πιο παλιά, στην τελευταία τάξη του
δημοτικού. “Σε ένα τετράδιο του
σχολείου, στο οποίο περίσσευαν κάποια φύλλα άγραφα,”, αναφέρει, άρχισε
να γράφει τις εντυπώσεις του από έναν γάμο που έχει παρακολουθήσει. “Έγραφα παρορμητικά, ασυναίσθητα και
ασύνειδα, και δεν ήξερα ακριβώς τι έκανα, πως έπρεπε να το κάνω και τι, εν
τέλει, θα γινόταν με το γραφτό. Η στιγμή εκείνη πιστεύω ότι ήταν μια από τις
πολλές αφορμές ανάδυσης του ποιητή μέσα μου“, γράφει ο Κεφάλας.
Αργότερα δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα στην εφημερίδα Τρικαλινά νέα, γνωρίζεται με τον εκδότη τους, κι αρχίζει να
συνειδητοποιεί πως ο περίγυρός του τον σέβεται που γράφει ποιήματα, ειδικά στο
χωριό, όπου με περηφάνια δείχνει στους γονείς και φίλους το πρώτο του
δημοσιευμένο ποίημα. “Από τον καιρό
που θυμάμαι τον εαυτό μου“, αναφέρει ο ποιητής, “θυμάμαι πάντα το ίδιο το πράγμα: να διαφέρω από τους άλλους του
περιβάλλοντός μου στο γεγονός ότι αυτά, που έπρεπε να μοιραστώ με τον κόσμο,
δεν τα μοιραζόμουνα ποτέ ολόκληρα, αλλά κρατούσα ένα μέρος τους για να το
εμπιστευθώ μόνο στον εαυτό μου και, εν συνεχεία, να το επεξεργαστώ μέσα μου
συναισθηματικά…”. Δεν τυχαίο πως τα Τρίκαλα του Ηλία Κεφάλα, έχουν
πια ποιητική χροιά, όπως και όλες οι στιγμές που περιγράφει της διαδρομής που
τον οδήγησε στην ωριμότητα. Τα ποιήματά του, μετά την ανάγνωση του αφηγήματος
αυτού, παίρνουν μια άλλη διάσταση, γιατί γνωρίζουμε τα κρυμμένα τους μυστικά,
τα τοπία της έμπνευσής τους, την πηγή τους. Ο Κεφάλας με τα Τρίκαλα, μας φανέρωσε την ποιητική του
με έναν άμεσο τρόπο. Μας δίνει την ευκαιρία να μάθουμε τι κρύβεται πίσω από
τους στίχους του. Και εδώ εννοώ τον συναισθηματικό του πλούτο, που είναι
πολύτιμος. Τελικά, οι ποιητές έχουν ακόμα πολύ δουλειά, για να επικαλεστώ τα
λόγια της Σιμπόρσκα.