«Και τώρα τι να κάνω;» με ρωτούσε φίλος ποιητής στο τηλέφωνο.
Είχε μόλις διαβάσει την πρώτη του «συνέντευξη» σε αθηναϊκή εφημερίδα κι είχε
μείνει αποσβολωμένος. Πάνω στην άνθιση των ιστολογίων, το 2008 αν θυμάμαι καλά,
η αγαπητή μου φίλη Ελπίδα Πασαμιχάλη μου είχε ζητήσει να τις βρω πέντε
«μπλογκεράδες» να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιό της για τα μπλογκ, έρευνα που
δημοσιεύθηκε ολοσέλιδη στον τότε «Ελεύθερο Τύπο».
«Τώρα, να πάρεις τη συγκεκριμένη σελίδα της εφημερίδας και να
καθαρίσεις ψάρια», του λέω «κι αν δεν έχεις ψάρια, να καθαρίσεις πατάτες. Να
τυλίξεις τις φλούδες και να πετάξεις εφημερίδα και περιεχόμενο στα σκουπίδια»,
καταστρατηγώντας το έθιμο που θέλει τους ποιητές να κρατάνε προσωπικό αρχείο με
τις δημοσιεύσεις τους, ή έστω με την απλή αναφορά του ονόματός τους στον
ημερήσιο τύπο.
Λέγαμε παλιά για διάφορους ομότεχνους πως «δοξάστηκαν
κρυπτόμενοι, και γελοιοποιήθηκαν εμφανιζόμενοι», πόσο εύκολο είναι να
εγκαταλείψεις την ολύμπια αταραξία σου και να σε ξεφωνήσουν οι δημοσιογράφοι.
Τώρα, που όσο εύκολο είναι να δημοσιεύσεις άλλο τόσο πανεύκολο είναι να γράψουν
οι εφημερίδες για σένα, και έχουμε το φαινόμενο ανύπαρκτοι λογοτέχνες να έχουν
τεράστιο προσωπικό αρχείο με δημοσιεύσεις, δεν χρειάζεται να έχεις ένα κι εσύ:
τσαλάκωσε το φύλλο της εφημερίδας που φιλοξενεί το λόγο σου, ή καθάρισε τα
ψάρια σου σ’ αυτό.