Έβλεπα την κίνηση και μου έφτιαχνε το
κέφι. Τα χέρια ψηλά και οι παλάμες με ανοιχτά δάχτυλα να περιστρέφονται στον
αέρα. Μόνο αυτά τα χέρια έβλεπα από εκεί όπου καθόμουν. Αναρωτιόμουν τι
σημαίνει προσπαθώντας να δω και τα πρόσωπα των περιστρεφόμενων χεριών. Σε λίγο
είδα μια παρέα να κατεβαίνει φουριόζικα τις σκάλες. Άνθρωποι που κοιτάζονταν
κατάματα, μάτια λαμπερά, χείλη που σχημάτιζαν γέλιο χωρίς ήχο. Χειρονομίες που
παρακολουθούσαν όλοι τους με προσοχή και αμέσως πάλι τα χέρια ψηλά, οι
περιστρεφόμενες παλάμες, το στόμα ορθάνοιχτο με κίνηση του κεφαλιού προς τα
πίσω. Αυτοί οι άνθρωποι μιλούσαν άηχα και ξεκαρδίζονταν στα γέλια.
Μια κοπέλα της παρέας ζήτησε τον
αναπτήρα μου. Κοιτώντας την στα μάτια ρώτησα αν η κίνησή τους σημαίνει γέλιο
και απάντησε καταφατικά. Σκέφτηκα πόσο όμορφη είναι η γλώσσα τους, πόση
ζωντάνια μεταδίδουν, ίσως επειδή η έλλειψη ήχου, δυνάμωσε άλλες διόδους
επικοινωνίας. Έβλεπα τα σώματά τους να πάλλονται καθώς έφευγαν και πόσο σφιχτά
αγκαλιάζονταν καθώς αποχαιρετούσαν ο ένας τον άλλον, έξω απ’ την καφετέρια.
Λίγες μέρες αργότερα παρατήρησα ότι στον
παιδικό σταθμό που πηγαίνει η ανιψιά μου, τα πιτσιρίκια κάνουν συχνά την ίδια
κίνηση με τα χεράκια ψηλά, τα δάχτυλα ορθάνοιχτα και τις παλάμες σε περιστροφή.
Ρώτησα τη δασκάλα τους γιατί τους μαθαίνει κάτι τέτοιο, νομίζοντας ότι υπάρχουν
στην τάξη πλασματάκια δίχως ήχο και θέλει να τα ενώσει με τα υπόλοιπα. Μου εξήγησε
ότι αυτή η κίνηση δίνει στα πιτσιρίκια τη δυνατότητα να ελέγξουν τις κινήσεις
τους, να πάρουν σωστή ανάσα, να διοχετεύσουν την ενεργητικότητά τους χωρίς
υποχρεωτικά να τρέχουν ή να ξεφωνίζουν. Της είπα ότι σημαίνει γέλιο κι
ενθουσιάστηκε. Φώναξε τα παιδιά, τους το είπε και τους ζήτησε να αρχίσουν να
γελάνε με τα χέρια τους. Είδα είκοσι τετράχρονα να κοιτάζονται στα μάτια, χωρίς
μιλιά κι ύστερα -λες με κάποια διαφορετική επαφή είχαν πει τα πάντα- να
σηκώνουν τα χέρια τους για να γελάσουν.
Χρόνια μετά πήγαινα συχνά στο
αντικαρκινικό Άγιος Σάββας και παρατηρούσα τους ανθρώπους να βγαίνουν απ’ τη
χημειοθεραπεία, τρίβοντας το χέρι τους με μια γκριμάτσα πόνου. Αυτά τα χημικά
που πολεμούν τον καρκίνο, καίνε τις φλέβες, ο άνθρωπος νιώθει τσούξιμο και
φαγούρα.
Στο παγκάκι δίπλα μου ήρθε και κάθισε
μια κυρία που έξυνε το αριστερό της χέρι εξηγώντας μου πώς αισθάνεται. Αμέσως
μετά μου είπε ένα ανέκδοτο κι έσκασε στα γέλια. Γέλια αντί για κλάματα. Όταν
σταμάτησε το γέλιο με κοίταξε με μάτια που γυάλιζαν και μου είπε ότι καίγεται.
Σήκωσα τα χέρια μου ψηλά, τέντωσα τα
δάχτυλα κι άρχισα να τα περιστρέφω εξηγώντας της ότι έτσι θα μειωθεί το κάψιμο
γιατί θα αυξηθεί η κυκλοφορία του αίματος. Η κυρία το έκανε γελώντας και μου
είπε ότι όντως μειώθηκε η ενόχληση.
Δεν ήξερα ούτε ξέρω αν η θετική
αντίδρασή της οφείλεται στην κίνηση των χεριών ή στα γέλια που έβαλε θεωρώντας
τη συμπεριφορά μου μουρλή.
Αυτό που ξέρουμε και οι δυο είναι ότι
τον τελευταίο καιρό που συνεχίζουμε τις επισκέψεις μας στον Άγιο Σάββα, όλο και
περισσότεροι άνθρωποι περιστρέφουν τις παλάμες των υψωμένων χεριών τους.
Και γιατροί και νοσοκόμοι και συγγενείς.
Γελάμε κατάμουτρα στο θάνατο.