Πικραμένη γυναίκα

ψάχνει ευγενικό άντρα
να τον δολοφονήσει με πάθος
, έγραφε η αγγελία.

Απάντησαν πάνω από τριακόσιοι. Άλλοι
κατενθουσιασμένοι με το πάθος, άλλοι συμπαραστάτες στην πίκρα της, άλλοι πρόθυμοι
να δολοφονηθούν και ελάχιστοι έτοιμοι να δολοφονήσουν.

Η κυρία Φόιμπερ διάβασε προσεκτικά τα
γράμματα όλων και παρατήρησε τις φωτογραφίες τους. Απέρριψε τους πρόστυχους,
ενώ απάντησε στους υπόλοιπους με ευγένεια. Μέσα στο γράμμα της έβαζε και εξπρές
γραμματόσημο.

Οι αλληλογραφίες συνεχίστηκαν επί
τρίμηνο. Σταδιακά απέρριπτε υποψήφιους. Στο εξάμηνο έμεινε με ενενήντα
ευγενικούς άντρες. Το γραφείο της γεμάτο γράμματα. Αποφάσισε να τους βάλει στη
σειρά. Αγόρασε πίνακα φελλού και καρφίτσωσε τις φωτογραφίες τους, τα βιογραφικά
τους και τα γράμματά τους με ημερολογιακή ακολουθία.

Τις νύχτες διάβαζε και ξαναδιάβαζε τις
λέξεις τους. Στην παραμικρή παρασπονδία απέρριπτε. Ειδικά όσους ικέτευαν να τη
συναντήσουν.

Στους εννιά μήνες απέμειναν τρεις ευγενείς.
Αυτή τη φορά δεν έστειλε απαντητικό γραμματόσημο. Μόνο μια πρόσκληση για τρία
διαφορετικά πανάκριβα εστιατόρια σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες.

Την ημέρα του πρώτου ραντεβού η κυρία
Φόιμπερ κάλεσε κομμώτρια και αμπιγιέζ. Ύστερα ειδοποίησε ταξί να την πάει στο
ρεστοράν. Κάθισε στο τραπέζι της, παρήγγειλε ένα ποτό κι άρχισε να κοιτάζει
γύρω της. Ο καλεσμένος της βρισκόταν ακριβώς απέναντί της σε άλλο τραπέζι. Της
έριξε μια ματιά λύπησης όταν μπήκε και δεν ξανασχολήθηκε μαζί της. Όμως έπαιξε
μια κάθε σαραντάρα που υπήρχε εκεί μέσα και είχε διάθεση να τον κοιτάξει.

Η κυρία Φόιμπερ έφυγε, αφήνοντας ένα
φακελάκι στο σερβιτόρο. Ο καλεσμένος διάβασε: «Δεν είστε όσο ευγενικός
παραστήσατε».

Στο δεύτερο ραντεβού κάλεσε πάλι
κομμώτρια και φόρεσε τα ίδια ρούχα με το πρώτο. Μπήκε στο ρεστοράν, παράγγειλε
ποτό και μελέτησε προσεκτικά τον καλεσμένο της που καθόταν πάλι στο απέναντι
τραπέζι. Την κοιτούσε κι εκείνος με ένα μίγμα οίκτου και θαυμασμού. Όταν του
χαμογέλασε αδιόρατα, τον είδε να γυρίζει το κεφάλι του απ’ την άλλη, σχεδόν
ενοχλημένος. Η κυρία Φόιμπερ έφυγε χωρίς να αφήσει σημείωμα.

Στο τρίτο ραντεβού δεν κάλεσε κομμώτρια.
Μάζεψε τα μαλλιά της ψηλά, φόρεσε ένα μαύρο φόρεμα, έτοιμη εκ των προτέρων για
το συντομότερο ραντεβού της.

Αυτή τη φορά ο καλεσμένος της βρισκόταν
στο ρεστοράν πριν από εκείνην. Τον κοίταξε άναυδη. Ήταν πιο όμορφος και πιο
καλοντυμένος από τις φωτογραφίες που της είχε στείλει. Έπινε το ποτό του με
χαμηλωμένο βλέμμα. Κοιτούσε διαρκώς το ρολόι του αλλά χωρίς άγχος, και η κυρία
Φόιμπερ σκέφτηκε ότι του άρεσε η ακρίβεια, ότι ήταν άντρας που κρατούσε τον
λόγο του. Έπινε το ποτό της κρυφοκοιτώντας τον. Τίποτα στη συμπεριφορά του δεν
έδειχνε άνθρωπο που έχει κάτι παράξενο. Όμως γιατί απάντησε στην αγγελία της; Τι
έκρυβε; Θα μπορούσε να έχει όποια γυναίκα ήθελε. Τις σκέψεις της διέκοψε ο
σερβιτόρος που ακούμπησε ένα δεύτερο ποτό στο τραπέζι της.

Είδε τον καλεσμένο της να σηκώνεται.
«Μου επιτρέπετε; Το ραντεβού μου μάλλον δεν θα έρθει. Ας μη χάσουμε αυτή τη
βραδιά ολομόναχοι».

Άφωνη η κυρία Φόιμπερ, του έριξε ένα
τρομαγμένο και συνάμα ηδονικό βλέμμα. Δεν του αποκάλυψε ποτέ ότι ήταν το
ραντεβού του. Όταν έφαγαν, πλήρωσε το λογαριασμό και σηκώθηκε ρωτώντας την:
«Έχει φρένα το καροτσάκι σου;»

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ